ΕΙΣΑΓΩΓΗ -

Η ΑΛΑΖΟΝΕΙΑ ΕΝΟΣ ΑΝΤΙΧΡΙΣΤΟΥ

"Οὗτοί εἰσι γογγυσταί, μεμψίμοιροι, ..., καὶ τὸ στόμα αὐτῶν λαλεῖ ὑπέρογκα, ..." Ιδ 16.
"Οὗτοί εἰσι γογγυσταί, μεμψίμοιροι, ..., καὶ τὸ στόμα αὐτῶν λαλεῖ ὑπέρογκα, ..." Ιδ 16.

Θεσσαλονίκη 27-8-2022

INTRODUCTION - THE ARROGANCE OF AN ANTICHRIST

Έχω γράψει και άλλοτε για τα κριτήρια με τα οποία οι χριστιανοί δύνανται να αναγνωρίσουν τους αιρετικούς και ιδιαίτερα τους αντίχριστους (βλέπε την σελίδα μας, https://www.michaelagainstantichrist.gr/-the-battle-of-michael-the-archangel-with-the--dragon ). Και αυτά τα κριτήρια που έγραψα, δεν είναι φυσικά δικά μου, αλλά είναι τα ίδια τα λόγια της Καινής Διαθήκης, του Κυρίου και των αποστόλων, με λίγα δικά μου σχόλια. [Για τους αναγνώστες που διαβάζουν για πρώτη φορά την ιστοσελίδα μου ανοίγοντας αυτό το άρθρο, και ίσως τους φανεί παράξενο ότι μιλάω για αντίχριστους (πληθυντικός αριθμός), παραπέμπω στην αρχική επεξηγηματική σελίδα μου (About) όπου δίνω και το αντίστοιχο χωρίο της 1ης Επιστολής του Ιωάννη που μιλάει για πολλούς αντίχριστους ήδη στην εποχή του.]

Και ανάμεσα σ’ αυτά μπορεί κανείς να διακρίνει ότι η φιλοδοξία και η αλαζονεία αποτελούν πάντα το αλάθητο κριτήριο και τεκμήριο της ταυτοποίησης των αιρετικών και αντίχριστων. Κι επειδή το είδος αυτό των διαβολικών ανθρώπων, όπως και κάθε άλλο είδος υπερήφανου και αλαζόνα, αρέσκεται και θα λέγαμε, «μεθάει», «ναρκώνεται» και ικανοποιείται με αυτοέπαινο και αυτοπροβολή, είναι εύκολο να τους αναγνωρίσει κανείς μέσω του γραπτού ή προφορικού τους λόγου.

Τον αυτοέπαινο και την αυτοπροβολή του Σιαμάκη τα έχουμε δει επανειλημμένα με τις αντίστοιχες παραπομπές που μας προμήθευσε ο γραπτός του λόγος κυρίως στις Μελέτες του. Διότι στον προφορικό του λόγο δεν ήταν τόσο εκδηλωτικός. Όταν μιλούσε ή έκανε μάθημα ήξερε να καμουφλάρεται μέσα από ταπεινολογίες. Αλλά ο γραπτός του λόγος τα τελευταία 15 χρόνια περιέχει πολλά «μαργαριτάρια» που μας βοηθούν να βγάλουμε το συμπέρασμα. Κι επειδή η κατάσταση ενός υπερήφανου και αμετανόητου πάντα κατρακυλάει προς το χειρότερο, η τελευταία του έκδοση είναι «εκ των ουκ άνευ» στο να μας προμηθεύσει τα στοιχεία που «κάνουν μπαμ» για τον χαρακτηρισμό αντίχριστος για τον Σιαμάκη. Εδώ ταιριάζει η εκκλησιαστική όσο και δημώδης σοφή φράση «μωραίνει Κύριος ὅν βούλεται ἀπολέσαι» [1].

Επιπλέον, η τελευταία του έκδοση, είναι κάτι πολύ χειρότερο απ’ τις προηγούμενες αιρετικές Μελέτες του. Παρόλ’ αυτά μην βιάζεστε! Η παρούσα σελίδα είναι μόνο η εισαγωγή μου στον σχολιασμό αυτής της κατάπτυστης έκδοσης. Έχουμε πολλά και σπουδαία να πούμε. Και όλα φυσικά θα τα δούμε κάτω απ’ το θεολογικό και ορθόδοξο πρίσμα, τ’ οποίο ο Σιαμάκης λέει ότι υπερασπίζεται, ο απίστευτος ψεύτης και υποκριτής!

Η προσευχή του Σιαμάκη

Γράφει λοιπόν στην εισαγωγή της έκδοσης που την βάζει στον 1ο τόμο [Παλαιά Διαθήκη – Κείμενο, την βάζει επιπλέον στον πρόλογο της ηλεκτρονικής έκδοσης (philologus.gr - Ἡλεκτρονική ἔκδοση της Βίβλου), τον οποίο πρόλογο έχει και στη σελίδα που αποτελεί το μενού της ψηφιακής έκδοσης]:

«Αἰσθάνομαι τὴν πιὸ μεγάλη χαρὰ τῆς μέχρι τώρα ζωῆς μου, καὶ τὴν πιὸ βαθειὰ εὐγνωμοσύνη στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ μ᾿ ἀξίωσε μετὰ ἀπὸ ἀσταμάτητους κόπους κι ἀδιάκοπη προσδοκία καὶ προσευχὴ 65 ἐτῶν νὰ κυκλοφορήσω ἐντύπως καὶ ἠλεκτρονικῶς τὴ Βίβλο, σὲ μιὰ ἔκδοσι ἀπὸ ἀρχαῖα χειρόγραφα, ὅσο μποροῦσα πιὸ ἐπιμελημένη, καὶ σὲ μιὰ ἁπλῆ καὶ ἀπέριττη νεοελληνικὴ μετάφρασι, ὅσο μποροῦσα πιὸ ἀκριβῆ πλήρη σαφῆ καὶ ζωντανή, συνοδευμένη δὲ κι ἀπὸ μιὰ τετράτομη Εἰσαγωγὴ στὴ Βίβλο 2000 σελίδων (Κανών, Κείμενον, Ἱστορία, Ἑρμηνεία) κι ἀπὸ ἄλλα συνοδὰ συγγράμματα κι ἐκδόσεις κειμένων. τώρα στὰ τέλη τῆς ζωῆς μου καταλαβαίνω ὅτι γεννήθηκα γι’ αὐτὸ τὸ ἔργο, ἔζησα μέσα σὲ πολλὲς περιπέτειες ὅπως ἔζησα, καὶ σπούδασα, γιὰ νὰ κάνω αὐτὸ τὸ ἔργο, καὶ χαίρομαι ποὺ τὸ τελείωσα καὶ τὸ παραδίνω στοὺς Χριστιανούς.»

Όπως βλέπετε, η ζωή του Σιαμάκη χαρακτηρίζεται από 65 χρόνια προσευχής. Και προς τί η προσευχή παρακαλώ; Μα για να εκδώσει το μοναδικό αυτό έργο, για το οποίο γεννήθηκε, όπως λέει. Εδώ, έχω μια απορία:

Όλοι οι χριστιανοί προσεύχονται για να ευχαριστήσουν τον Θεό για τα αγαθά που τους δίνει για να ζήσουν, για να τους συγχωρήσει τα αμαρτήματα, και τελικό και κυριότερο, για να μην μπουν σε πειρασμό. Άλλωστε σ’ αυτά συνοψίζεται και η Κυριακή προσευχή, το αξεπέραστο κι αιώνιο παράδειγμα προσευχής που μας έδωσε ό ίδιος ο Κύριος, ο ανεπανάληπτος και μέγας διδάσκαλος (Μθ 6:13, Λκ 11:4). Και το οποίο τελειώνει με την χαρακτηριστική φράση που κλείνει όλη την ένταση της προσευχής και την αγωνία των πιστών: «ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπὸ τοῦ πονηροῦ» (= σώσε μας Κύριε απ’ τον πονηρό!)». Ο Σιαμάκης δεν είχε ανάγκη απ’ αυτά; Αισθανόταν μόνο την ανάγκη να εκδώσει την Βίβλο; Προφανώς! Αφού λέει ότι γεννήθηκε γι αυτόν τον σκοπό!

Στον 1ο τόμο της Εισαγωγής του θα πει (Ο Κανών, σελ. 8):

« … όταν ολοκλήρωσα το έργο και πριν το δημοσιεύσω, προσευχήθηκα θερμά στον Κύριο και είπα: Κύριε, αν το έργο μου αυτό είναι ενώπιόν σου απαράδεκτο, εγώ επειδή δεν είμαι προφήτης για να το ξέρω, συνέχιζα τις προσπάθειές μου να τ’ ολοκληρώσω, εσύ όμως φρόντισε να το καταστρέψης, και να το εξαφανίσης. Θα είμαι ευχαριστημένος και θα σου οφείλω αιώνια ευγνωμοσύνη και θα σε υμνώ στους αιώνες, αν μόνο με συγχωρήσης και με σώσης.», Ο Κανών, σελ. 8.

Προσέξτε την τελευταία φράση. Θα υμνεί τον Θεό και θα του οφείλει αιώνια ευγνωμοσύνη μόνο αν τον συγχωρήσει και τον σώσει! Δηλ. τώρα δεν οφείλει στο Θεό τίποτα. Ή μάλλον ξέχασα! Του οφείλει ευγνωμοσύνη για την έκδοσή του! Εδώ, δεν κρατήθηκα και γέλασα. Όλη η τελευταία παράγραφός του μ’ έκανε να γελάσω. Διότι υπάρχει και άλλο αστείο: Λέει στον Θεό, «φρόντισε να το καταστρέψεις …».

Όπως βλέπετε, ο Θεός πρέπει να περιμένει απ’ τον Σιαμάκη να Του πει τί θα κάνει! Ο Θεός, κατά τον Σιαμάκη, δεν ξέρει τι θα πρέπει να κάνει αν βρίσκει απαράδεκτη (τουλάχιστον) την έκδοσή του!

Φανταζόμαστε λοιπόν έναν Σιαμάκη που προσεύχεται μια ζωή στο να καταφέρει να εκδώσει το έργο το οποίο ονειρεύεται, ενώ δεν ανησυχεί μήπως μπει σε πειρασμό, ούτε νιώθει την ανάγκη να τον σώσει ο Θεός απ’ τα τεχνάσματα του διαβόλου. Ούτε φυσικά προσεύχεται για τα αγαθά και την υγεία που του χαρίζει ο Θεός. Κι εννοείται ότι με την σκληρότητα που τον δέρνει, ούτε προσεύχεται για τους άλλους ανθρώπους. Δηλ. για την ειρήνη του κόσμου πιστού και άπιστου, ή για την υγεία του κόσμου και των αρχόντων ή κυβερνώντων ώστε να «διάγωμεν ἤρεμον καὶ ἡσύχιον βίον ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι» σύμφωνα με την προτροπή του Παύλου για προσευχή υπέρ των βασιλέων και των εν υπεροχή όντων (1 Τιμ 2:2). Και συνεχίζοντας ο Παύλος λέει ότι αυτό είναι καλό και αποδεκτό ενώπιον του σωτήρα Θεού, δηλ. η προσευχή για όλον τον κόσμο, διότι ο Θεός «πάντας ἀνθρώπους θέλει σωθῆναι καὶ εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν.» (1 Τιμ 2:3-4).

Αυτή ήταν λοιπόν η προσευχή του Σιαμάκη επί 65 χρόνια. Αν ψάχνετε ομοιότητες της προσευχής αυτής με το Ευαγγέλιο ή την Καινή Διαθήκη που τόσο υπερασπίζεται, είμαι σίγουρος ότι θα βρείτε μόνο στην παραβολή του Τελώνου και Φαρισαίου (Λκ 18:10-14), και ειδικότερα στην προσευχή του Φαρισαίου!

Θυμήθηκα επίσης και κάτι άλλο. Ο Σιαμάκης, όλα τα χρόνια μετά την φυγή του απ’ την Αδελφότητα της Απολύτρωσης και τον Σάκκο, τον κατηγορούσε ότι προσευχόταν δυνατά για να τον ακούνε οι άλλοι. Μάλιστα, μερικές φορές ο Σάκκος προσευχόταν τελείως ξαφνικά και αυθόρμητα μπροστά σε δημόσιο ακροατήριο. Μιλώ για ατομική προσευχή και όχι για ομαδική τέτοια. Να προσεύχεσαι δηλ. για τα δικά σου ατομικά προβλήματα, δυνατά και καθαρά μπροστά σε άλλους. Έλεγε λοιπόν τότε ο Σιαμάκης επικαλούμενος την Καινή Διαθήκη και συγκεκριμένα την προσευχή των φαρισαίων που γίνονταν «έμπροσθεν των ανθρώπων» και την καταδικάζει ο Κύριος (Μθ 6:5), ότι αυτό ήταν μεγάλη υποκρισία εκ μέρους του Σάκκου. Και τώρα το κάνει ο ίδιος, με το να γράφει πόσο προσεύχονταν για να πραγματοποιήσει το όνειρό του, και ότι προσεύχεται για την σωτηρία του!

Φτάνουμε λοιπόν σ’ ένα θεολογικό θέμα υψίστης πνευματικής σπουδαιότητας. Τί πρέπει να λέμε στη προσευχή μας; Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να μας κάνει κάποιος μάθημα πάνω σ’ αυτό, αφού ήδη ο Κύριος μας το έχει κάνει, και μάλιστα με αρκετή σαφήνεια και απλότητα, όπως είδαμε με την Κυριακή προσευχή. Απλώς θέλω να προσθέσω κάτι, όχι επειδή θεωρώ ότι λείπει από την προσευχή κάποιου χριστιανού, αλλά επειδή ο Σιαμάκης νομίζει ότι παριστάνει τον δάσκαλο σ’ αυτό. Διότι η πονηριά του Σιαμάκη είναι πολύ μεγάλη στο να θέλει να περνάει διδάγματα προσποιούμενος ότι διηγείται τις προσωπικές εμπειρίες του.

Όλη η ζωή του χριστιανού περνάει ανάμεσα και μέσα σε πειρασμούς. Και οι πειρασμοί έχουν ποικίλη μορφή. Η πείνα, η κάθε είδους στέρηση, η κακοπέραση, η αδικία, η θλίψη, ο κίνδυνος, η αρρώστια, ο πόνος, όλα είναι δυσκολίες που στριμώχνουν το σώμα και την ψυχή του ανθρώπου και τον βασανίζουν. Και η λέξη στενοχώρια προέρχεται από το γενικότερο νόημα της στενότητας του χώρου που αισθάνεται κάποιος αφού στριμώχνεται από δυσκολίες, σωματικές ή ψυχικές. Έτσι και ο Δαβίδ, όταν ζητάει απ’ τον Θεό να τον απαλλάξει απ’ τους εχθρούς του που τον κυνηγάνε άδικα, λέει:

«ἐγὼ δὲ ἐπὶ τῷ Κυρίῳ ἤλπισα. ἀγαλλιάσομαι καὶ εὐφρανθήσομαι ἐπὶ τῷ ἐλέει σου, ὅτι ἐπεῖδες τὴν ταπείνωσίν μου, ἔσωσας ἐκ τῶν ἀναγκῶν τὴν ψυχήν μου καὶ οὐ συνέκλεισάς με εἰς χεῖρας ἐχθρῶν, ἔστησας ἐν εὐρυχώρῳ τοὺς πόδας μου. ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι θλίβομαι·», Ψλμ 30:8-10.

Η ευρυχωρία είναι το αντίθετο της στενοχωρίας. Κι έτσι μεταπήδησε η έννοια της τελευταίας λέξης απ’ το κυριολεκτικό της νόημα στο μεταφορικό.

Πολλές λοιπόν οι δυσκολίες, γι αυτό και ο Κύριος, πέρα απ’ το παράδειγμα της αναλυτικής Κυριακής προσευχής, σε άλλη ευκαιρία που του δόθηκε, συνόψισε την ανάγκη της προσευχής στην παρακάτω πολύ σύντομη φράση: «γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ἵνα μὴ εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν· τὸ μὲν πνεῦμα πρόθυμον, ἡ δὲ σὰρξ ἀσθενής.», Μθ 26:41, Μκ 14:38, Λκ 22:46.

Γι αυτό και ο Παύλος συμβουλεύει δίνοντας μια αναλυτική εικόνα πολεμικής προετοιμασίας των πιστών ενάντια στα τεχνάσματα του διαβόλου, μέσα σε 8 ολόκληρους στίχους της προς Εφεσίους Επιστολής, ξεκινώντας με τη φράση, «ἐνδύσασθε τὴν πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸ δύνασθαι ὑμᾶς στῆναι πρὸς τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου· …», και τελειώνει με τη φράση, «διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόμενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύματι» (Εφ 6:11-18).

Ο Θεός τώρα που επιτρέπει τις δοκιμασίες, μας δίνει και διαλείμματα ανάπαυλας και ειρήνης, όπου μπορούμε προσευχόμενοι να προσθέσουμε και ύμνο προς Αυτόν, ακόμα κι αν τα προβλήματά μας δεν λύθηκαν οριστικά. Διότι μας δίνει την υπομονή και την εσωτερική γαλήνη ώστε να συνεχίσουμε τον αγώνα μας. Γι αυτό και ο Παύλος λέει ως προϋπόθεση πίστεως: «τῷ Κυρίῳ δουλεύοντες, τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες,», Ρω 12:11-12.

Αν λοιπόν κακοπερνάμε, δεν χάνουμε την ελπίδα που έχουμε στον Κύριο. Κι αφού δεν χάνουμε την ελπίδα μας και συνεχίζουμε με πίστη, τότε συνεχίζουμε να υπομένουμε και να προσευχόμαστε, υμνώντας τον Κύριο όπως έκαναν οι Παύλος και Σίλας στη φυλακή των Φιλίππων, όπου τα πόδια τους είχαν ασφαλιστεί μέσα σε ξύλο, και αφού προηγουμένως είχαν μαστιγωθεί (Πρξ 16:24-25). Παρ’ όλους τους σωματικούς πόνους τους, τίποτα δεν τους εμπόδιζε να χαίρονται και να υμνούν τον Θεό, διότι η ελπίδα τους προς Αυτόν κάλυπτε τον πόνο του σώματος, και τους έκανε να χαίρονται έστω και με διαλείμματα. Κι αυτή η ελπίδα γίνονταν ένα με την προσευχή, και συνέχιζαν τον αγώνα παίρνοντας έτσι νέο κουράγιο. Το κουράγιο αυτό ήταν απ’ τον Θεό.

Το συμπέρασμα είναι, ότι δεν υπάρχει αυτό που λέει ο Σιαμάκης, ότι προσεύχεται για τη σωτηρία του. Δεν προσευχόμαστε για την σωτηρία μας. Δεν υπάρχει ανάλογο παράδειγμα προσευχής στην Καινή Διαθήκη (για την Παλαιά δεν γίνεται λόγος διότι σ’ αυτήν ήταν άγνωστη η σωτηρία της ψυχής). Διότι απλούστατα, η σωτηρία μας εξαρτάται απ’ την επιτυχή έκβαση των πειρασμών μας: «ὁ δὲ ὑπομείνας εἰς τέλος, οὗτος σωθήσεται.», Μθ 10:22/24:13, Μκ 13:13. Και η επιτυχία αυτή οφείλεται στην προσευχή μας για τους πειρασμούς, με προϋπόθεση φυσικά την πίστη.

Φανταστείτε ένα στρατιώτη που βρίσκεται στο πεδίο της μάχης, και λίγο πριν την μάχη ή ανάμεσα στα επεισόδια της μάχης, του δίνεται για λίγα δευτερόλεπτα η ευκαιρία προσευχής. Για τί πράγμα είναι φυσιολογικό να προσευχηθεί; Μα πρώτα για την ζωή του, και μετά για τις ζωές των φίλων και συστρατιωτών του. Και αν θέλει να είναι κοντά στην τελειότητα, να προσευχηθεί για τις ζωές όλων των στρατιωτών, ακόμα και των αντιπάλων. Να μην πληγωθεί κανείς. Ή να κάνει ο Θεός κάτι, έτσι ώστε να σταματήσει την μάχη, μια λήξη του πολέμου ίσως. Ώστε να γίνει ειρήνη και να επιστρέψουν όλοι σώοι και αβλαβείς στα σπίτια τους και στους αγαπημένους τους. Ρωτάω λοιπόν: Θα ήταν φυσιολογικό ο στρατιώτης να προσευχηθεί για να τον πάρει ο Θεός από κει απ’ την μάχη και να τον πάει στον παράδεισο; Όχι βέβαια!

Έτσι συμβαίνει και στον αγώνα των χριστιανών. Αυτοί βρίσκονται σ’ έναν συνεχή πόλεμο – ενάντια στα πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις, θα πει ο Παύλος (Εφ 6:12) – με πολλές μάχες. Το μόνο που τους ενδιαφέρει τη στιγμή της μάχης, τη στιγμή του πειρασμού, είναι να ανταπεξέλθουν και να βγουν νικητές. Ή πριν την οποιαδήποτε μάχη με τον διάβολο, να μην επιτρέψει ο Θεός να γίνει αυτή, να μην μπουν καθόλου στον πειρασμό.

Όπως ακριβώς προσευχήθηκε ο Κύριός μας να μην πιει το πικρό ποτήρι του βασανισμού και του σταυρικού πόνου και θανάτου (Μθ 26:39, Μκ 14:36, Λκ 22:42). Παρ’ όλο που εκείνο το πικρό ποτήρι ήταν προδιαγεγραμμένο στο σχέδιο του Θεού να γίνει. Κι ο Κύριος το ήξερε, γι’ αυτό και δεν το αρνήθηκε τελικά. Τα πικρά ποτήρια των χριστιανών όμως, εκείνοι δεν τα γνωρίζουν. Κι είναι απολύτως φυσιολογικό και ανθρώπινο να ζητούν απ’ τον Θεό να μην τα πιούν, να μην εισέλθουν καν σε πειρασμό. Και αυτό όχι μόνο μπορούν αλλά και πρέπει να ζητούν, όπως είδαμε. Διότι η αίτηση αυτού του είδους δείχνει την επίγνωση της αδυναμίας του πιστού και την απόλυτη εξάρτησή του απ’ τον Θεό, ώστε να βασίζει μόνο στο Θεό την προστασία του απ’ το διάβολο και ποτέ στον εαυτό του. Και την τυχόν επιτυχία του και δύναμη ενάντια στα τεχνάσματα του διαβόλου, πάλι μόνο στον Θεό πρέπει να οφείλει και να τον υμνεί γι’ αυτό.

Επομένως, δεν είναι δυνατόν κάποιος να προσεύχεται για τη σωτηρία του – και μάλιστα να το διατυμπανίζει όπως ο Σιαμάκης – ενώ συγχρόνως αδιαφορεί για τους πειρασμούς. Αυτός είναι μόνο υποκριτής που άθελά του δηλώνει έμμεσα ότι είναι τόσο άγιος, που μπορεί να τα καταφέρει στις πνευματικές μάχες χωρίς την βοήθεια του Θεού! Έχει τόση υπερήφανη αυτοπεποίθηση ώστε δεν τον ενδιαφέρει τίποτα άλλο εκτός από τη δόξα που θ’ αποκτήσει αφήνοντας ένα έργο ή σύγγραμμα για το οποίο προσεύχονταν 65 χρόνια. Γι αυτό και η μεγάλη χαρά που το ολοκλήρωσε. Αν τώρα ο Χριστός είπε: «οὕτω καὶ ὑμεῖς, ὅταν ποιήσητε πάντα τὰ διαταχθέντα ὑμῖν, λέγετε ὅτι δοῦλοι ἀχρεῖοί ἐσμεν, ὅτι ὃ ὠφείλομεν ποιῆσαι πεποιήκαμεν.» (Λκ 17:10), τον Σιαμάκη δεν τον νοιάζει διότι τα διαταχθέντα είναι γι αυτόν πράγματα που τα έχει κανονίσει από την ηλικία των 15 (80-65 = 15). Τόσο δίκαιος και υπάκουος στο θέλημα του Θεού νομίζει ότι υπήρξε! Και αφού έζησε μια ζωή και τόσα χρόνια με την αίσθηση ότι είναι πολύ ανώτερος στα πνευματικά απ’ τους άλλους χριστιανούς στους οποίους απευθύνεται η Καινή Διαθήκη με τα συνεχή παραδείγματα προσευχής που δίνει, είναι επόμενο ο Σιαμάκης να νιώθει ότι ίπταται ψηλά και μακριά από τα γήινα προβλήματα και τους πειρασμούς που απασχολούν την Καινή Διαθήκη, και ν’ ατενίζει μονίμως τον παράδεισο και την σωτηρία του. Δεν έχει άλλο μέλημα.

Όμοια περίπτωση με των φαρισαίων, όταν ενοχλούνταν επειδή ο Κύριος έκανε παρέα με αμαρτωλούς. Τότε, η απάντηση του Κυρίου ήταν: «οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ὑγιαίνοντες ἰατροῦ, ἀλλ᾿ οἱ κακῶς ἔχοντες· οὐκ ἐλήλυθα καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν.», Μθ 9:12-13, Μκ 2:17, Λκ 5:31-32. Αυτοί λοιπόν που τότε δεν είχαν ανάγκη το κήρυγμα του Χριστού και θεωρούσαν τους εαυτούς τους αγιότερους και δικαιότερους απ’ τους άλλους ανθρώπους, απορρίφθηκαν απ’ τον Κύριο μέσω της ίδιας τους υπερήφανης λογικής που εκδήλωναν. Παρόμοια και ο Σιαμάκης, μέσω της αλαζονικής προσευχής του που μάλιστα … αυτοπροβάλλει, απορρίπτεται απ’ τον Κύριο.

Η μοναδικότητα του Σιαμάκη που προβάλλει ο ίδιος, αλλά δεν μπορεί να την κρίνει ο … ίδιος!

Ας δούμε τώρα άλλο σημείο της έκδοσής του, το οποίο χωρίζω σε 2 σκέλη. Στο πρώτο σκέλος παινεύεται και «φουσκώνει» σαν τον κόκορα που θέλει να δείξει την υπεροχή του μέσα στο κοτέτσι [2]. Στην Εισαγωγή του και συγκεκριμένα στο βιβλίο που το επιγράφει ως Κανών, λέει (σελ. 8-9)(αντιγράφω το κείμενό του με μονοτονικό σύστημα [3]):

«Όσο για τη μετάφρασί μου, έχω να πω με θάρρος ότι είναι πολύ καλλίτερη απ’ όλες τις προϋπάρχουσες για 4 αναντιρρήτους λόγους. 1. Επειδή είναι η μόνη άμεση μετάφραση από τους Εβδομήκοντα και το αποστολικό πρωτότυπο ειλικρινώς και ακριβώς. Αγνόησα όλες τις άλλες σφαλερές και ξύλινες μεταφράσεις. … και είναι η κάθε επόμενη της αλυσίδας 5η ή 6η ή και 7η διαδοχική μετάφραση μετά τους Εβδομήκοντα → α΄ μασοριτικό → β΄ Vulgate → γ΄ αγγλική του 1611, → δ΄ Βάμβας → ε΄ Τρεμπέλας → f΄ λοιποί, ή ε΄ Βέλλας → f΄ λοιποί, ή γ΄ γαλλική → δ΄ Fillion → ε΄ Γιαννακόπουλος → f΄ Κολιτσάρας ζ΄ λοιποί κλπ.. Ή και μετά το αποστολικό πρωτότυπο → α΄ Itala → β΄ Vulgate → γ΄ αγγλική ή γερμανική του 16ου αιώνος κλπ. πάλι μέχρι και 7η διαδοχή. Σπασμένο τηλέφωνο, όπου ο κάθε επόμενος μεταφράζει τον προηγούμενο με αποτέλεσμα ο πρώτος να λέη «μοσχοβολάει το κυδώνι» κι ο τελευταίος ν’ ακούη «βρομοκοπάει το γουρούνι». 2. Επειδή η δική μου είναι μετάφρασι από τα βιβλικά κείμενα, Εβδομήκοντα κι αποστολικό πρωτότυπο, μετά την κάθαρσί τους από κάθε προσθήκη, που επισώρευσαν οι αιώνες, και μετάφρασι από φιλόλογο πολύ πεπειραμένο στ’ αρχαία ελληνικά κι ελληνόγλωσσα κείμενα 30 αιώνων, πολύ πιο πεπειραμένο και στα ελληνικά και στα εβραϊκά και στα λατινικά από κάθε άλλον γνωστό μεταφραστή της Βίβλου. … 3. Επειδή είναι μετάφρασι άκρως λιτή, 5,18% εκτενέστερη του κειμένου των Εβδομήκοντα και 9% εκτενέστερη του αποστολικού πρωτοτύπου. Οι άλλες μεταφράσεις οι από 60% μέχρι και 500% εκτενέστερες του αρχαίου κειμένου δεν είναι ακριβώς μεταφράσεις, έστω και έβδομες διαδοχικές, αλλά παραφράσεις (βερμπαλιστικές ταργουμίμ, κατάφορτες από ραββινική φλυαρία και δασκαλομανία κι από λάθη). … 4. Επειδή ως προς τη γλώσσα είναι μετάφρασι ακριβής πλήρης και σαφής, ζωντανή σαν πρωτότυπο, και σ’ αυτό δεν τη φτάνει, ούτε καν την πλησιάζει, καμμιά από τις προϋπάρχουσες ταργουμίμ με την πολλή περιττολογία και τον ακατάσχετο και κακόγουστο ραββινικό διδακτισμό. Όλ’ αυτά θα τα καταλάβετε όλοι μετά την ανάγνωσι μιας μόνο οποιασδήποτε σελίδος.», Εισαγωγή στη Βίβλο, 1, Ο Κανών, σελ. 8-9.

Είδατε την σύγκριση που κάνει, τα κοσμητικά επίθετα που χρησιμοποιεί για να παινέψει την δική του μετάφραση, και τα «κοσμητικά» επίθετα και σχόλια για τις άλλες μεταφράσεις. Για φαντάσου! Περιμέναμε τον Σιαμάκη να μας δώσει την σωστή μετάφραση! Αλλιώς θα διαβάζαμε «βρομοκοπάει το γουρούνι» αντί του σωστού «μοσχοβολάει το κυδώνι», όπως λέει!

Για ελάτε τώρα να δείτε τί γράφει (αυτό είναι το δεύτερο σκέλος) λίγο παραπάνω απ’ τα προηγούμενα (Ο Κανών, σελ. 7 & 8):

«Ασκώ την κριτική του κειμένου εκ πίστεως και με πολύ φόβο, περίπου έντρομος, κι όχι από κανένα άλλο κίνητρο. Αν στην καθαρότητα των κινήτρων μου αντιστοιχεί και ανάλογη επιστημονική ικανότης, δεν το γνωρίζω. Και σε καμμία περίπτωση ως προς την ικανότητά μου δεν θα τολμούσα να είμαι κριτής εκτιμητής κι εγγυητής του εαυτού μου.», Ο Κανών, σελ. 7.

Και λίγο παρακάτω στη σελ. 8:

«Σας βεβαιώνω για τις προθέσεις μου και τα κίνητρά μου, αδυνατώ να σας βεβαιώσω για τη φυσική και την επίκτητη ικανότητά μου.», Ο Κανών, σελ. 8.

Όπως βλέπετε, ενώ μας φλόμωσε με την καλύτερη επιστημονική του γνώση και κατάρτιση από πολλούς άλλους, αλλού εκφράζει την άκρα ταπεινολογία. Ότι δεν μπορεί να κρίνει τις ικανότητες που απόκτησε μελετώντας! Ένα μόνο σχόλιο αρκεί για την … ασυμφωνία και ανακολουθία του Σιαμάκη: δεν έχει επίγνωση γι αυτά που λέει και γράφει.

Υποσημειώσεις

[1] «Μωραίνει Κύριος ὅν βούλεται ἀπολέσαι». Η φράση αυτή δεν είναι βιβλική, ούτε ανευρίσκεται σε κάποιον αρχαίο εκκλησιαστικό συγγραφέα. Γι αυτό και την περιγράφω ως απόφθεγμα μεταξύ δημώδους κι εκκλησιαστικής σοφίας. Την βρίσκουμε αρκετά όψιμα, σε χρονογραφικό έργο του μητροπολίτη Μονεμβασιάς Δωροθέου (16ος-17ος αι.), ο οποίος το έγραψε κατά το διάστημα 1620-1629 με πρώτη έκδοση το 1631.

Συγκεκριμένα, ο Δωρόθεος αναφέρεται στον λαό των εβραίων που ζητούσε τον θάνατο του Χριστού, και λέει:

«Καὶ ἐπειδὴ ἔμελλε διὰ τὴν παρανομίαν καὶ ἀσέβειαν, ὁποῦ ἔκαμαν καὶ έσταύρωσαν τὸν Κύριο Ἱησοῦν Χριστὸν, ἐσκλήρυνεν ὁ Θεὸς τὴν καρδίαν αὐτῶν, καὶ ἐμωράνθησαν διὰ νὰ ἐξολοθρευτοῦν ἀπὸ τὸ πρόσωπον τῆς γῆς, να λάβουν τὸ ἀνταπόδομα τῶν ἀμαρτιῶν αὐτῶν, καὶ νὰ πληρωθῆ ὁ λόγος τῆς θείας Γραφῆς εἰς αὐτοὺς. Μωραίνει Κύριος λαὸν, ὅν βούλεται ἀπολέσαι.», Βιβλίον Ἱστορικόν : Περιέχον ἐν συνόψει διαφόρους καὶ ἐξόχους ἱστορίας, Βενετία, 1631, σελ. 193.

Όπως βλέπουμε, διαφέρει από την εν λόγω φράση ως προς την λέξη λαὸν. Το ερώτημα όμως είναι, πού βρήκε τη φράση ο Δωρόθεος, καθώς η φράση δεν ανευρίσκεται, όπως είπαμε, ούτε στη Βίβλο ούτε σε αρχαίους πατέρες. Το πιθανότερο είναι ότι, επειδή νομίζει ότι η φράση είναι της Γραφής, όπως λέει, μπέρδεψε άλλες φράσεις της Παλαιάς Διαθήκης των οποίων το νόημα ήξερε από μνήμης, και που εκφράζουν την επελθούσα τιμωρία του Θεού για την εκτροπή του αρχαίου Ισραήλ σε ανομίες. Τέτοιες φράσεις είναι:

«ἡμάρτοσαν οὐκ αὐτῷ τέκνα μωμητά, γενεὰ σκολιὰ καὶ διεστραμμένη. ταῦτα Κυρίῳ ἀνταποδίδοτε; οὕτω λαὸς μωρὸς καὶ οὐχὶ σοφός; οὐκ αὐτὸς οὗτός σου πατὴρ ἐκτήσατό σε καὶ ἐποίησέ σε καὶ ἔπλασέ σε;», Δε 32:5-6.

«σύνετε δή, ἄφρονες ἐν τῷ λαῷ· καί, μωροί, ποτὲ φρονήσατε. ὁ φυτεύσας τὸ οὖς οὐχὶ ἀκούει; ἢ ὁ πλάσας τὸν ὀφθαλμὸν οὐχὶ κατανοεῖ; ὁ παιδεύων ἔθνη οὐχὶ ἐλέγξει; ὁ διδάσκων ἄνθρωπον γνῶσιν; Κύριος γινώσκει τοὺς διαλογισμοὺς τῶν ἀνθρώπων ὅτι εἰσὶ μάταιοι.», Ψλμ 93:8-11.

«ἀναγγείλατε ταῦτα εἰς τὸν οἶκον ᾿Ιακώβ, καὶ ἀκουσθήτω ἐν τῷ οἴκῳ ᾿Ιούδα. ἀκούσατε δὴ ταῦτα, λαὸς μωρὸς καὶ ἀκάρδιος, ὀφθαλμοὶ αὐτοῖς καὶ οὐ βλέπουσιν, ὦτα αὐτοῖς καὶ οὐκ ἀκούουσι. μὴ ἐμὲ οὐ φοβηθήσεσθε; λέγει Κύριος, ἢ ἀπὸ προσώπου μου οὐκ εὐλαβηθήσεσθε;», Ιερ 5:20-22.

Κι έτσι, μέσα απ’ το νόημα της τιμωρίας ενός μωρού λαού, ο Δωρόθεος κατά λάθος έπλασε την φράση του. Από κει και πέρα, η αντικατάσταση της λέξης λαὸν με την αντωνυμία ὅν (= τον οποίο) ήταν φυσικό επακόλουθο συνδυασμού δημώδους σοφίας και … συντομίας (λαὸν → ὅν), αφού ο μωρός λαός μπορεί άνετα να μεριστεί σε μωρούς ανθρώπους.

[2] Το ρήμα φυσιόω (= φουσκώνω από υπερηφάνεια) και τις μετοχές του πεφυσιωμένος και φυσιούμενος συναντάμε μόνο στην Καινή Διαθήκη στα λόγια του Παύλου (1 Κο 4:6, 18 και 19/5:2/8:2/13:4, 2 Κο 12:20, Κολ 2:18). Δεν υπάρχει πουθενά αλλού στην αρχαία ελληνική γραμματεία το ρήμα με αυτήν την έννοια. Υπάρχει μόνο με την κυριολεκτική έννοια φυσάω, δηλ. βγάζω αέρα (λεξικό LSK). Την μεταφορική και παθητική έννοια της λέξης εισάγει ο Παύλος. Τη λέξη αυτή θα τη σχολιάσουμε σε προσεχή δημοσίευση που θ’ αφορά την ποιότητα της μετάφρασης του Σιαμάκη.

[3] Όπου χρειάζεται ν’ αντιγράψω αποσπάσματα του Σιαμάκη (όπου δεν μπορώ να κάνω copy-paste), το κάνω με το μονοτονικό σύστημα. Θεωρώ ότι για να του κάνω κριτική, δεν χρειάζομαι το δικό του σύστημα στίξης και γραμματικής διότι τα σοβαρά λάθη του αποτελούν ενδεικτικές λυχνίες αλαζονείας που αναβοσβήνουν. Εκτός από τις λέξεις θηλυκού γένους τις οποίες γράφει με κατάληξη ι, και τα ρήματα με κατάληξη η (γ΄ ενικό πρόσωπο), για τα υπόλοιπα δεν μπαίνω στον κόπο. Εξαιρώ φυσικά τις αρχαίες λέξεις ή φράσεις που χρήζουν γραμματολογικής και λεξικολογικής εξέτασης, οπότε τις γράφω κι εγώ με πολυτονικό. Εδώ όμως, θα κάνω ένα επιπλέον σχόλιο για την υπεροψία του.

Δεν πειράζει το πολυτονικό σύστημα που χρησιμοποιεί διότι το κάνουν και αρκετοί άλλοι. Εκείνο όμως που θεωρώ σημάδι της επίμονης και αλαζονικής πρωτοτυπίας του, είναι τα γράμματα και σημεία στίξης που υιοθετεί αποκλειστικά και μόνο ο Σιαμάκης. Έτσι π.χ., δεν χρησιμοποιεί κεφαλαίο γράμμα στην αρχή μιας πρότασης, μετά από τελεία. Το κάνει μόνο στην αρχή παραγράφου. Κι αυτό διότι θεωρεί ότι δεν χρειάζεται.

Είδατε επίσης, στο μεγάλο απόσπασμα που παρέθεσα, ότι αντί για το διπλό γράμμα στ΄ ως δηλωτικό του αριθμού 6 ή του επιθέτου έκτος-η-ο χρησιμοποιεί το γράμμα που είναι το μικρό γράμμα του κεφαλαίου δίγαμμα F, και τ’ οποίο υπήρχε σε αρχαία ελληνικά αλφάβητα κυρίως αιολικής επίδρασης πριν το 400 π.Χ.. Αργότερα, και καθώς το ελληνικό αλφάβητο το πήρανε οι Λατίνοι, το δίγαμμα έγινε το έκτο γράμμα του λατινικού και άλλων δυτικο-ευρωπαϊκών αλφαβήτων. Όμως ο Σιαμάκης τί θέλει να δείξει με αυτήν την πρωτοτυπία; Ότι είναι αρχαιομαθής και πιστός τηρητής των αρχαίων ελληνικών αλφαβήτων;

Γενικά ισχύουν κάποιοι κανόνες μέσω των οποίων ο εκάστοτε υποψήφιος επιστήμονας-ερευνητής-συγγραφέας διατηρεί μια ομοιομορφία σε σχέση με το υπάρχον δημοσιευμένο υλικό. Και η ομοιομορφία αυτή δεν αποτελεί στοιχείο απλώς τάξης αλλά και διεθνή κώδικα αναγνώρισης. Οι πρωτοτυπίες τέτοιου είδους μπορεί να δημιουργήσουν προβλήματα στους ερευνητές και παρεμφερείς επιστήμονες που διαβάζουν και ερευνούν την βιβλιογραφία. Γι αυτό και δεν ενδείκνυνται οι γραμματικές πρωτοτυπίες.

Ο Σιαμάκης όμως θέλει να ξεχωρίζει, αφού όπως είδαμε να λέει, είναι ο καλύτερος μεταφραστής φιλόλογος, πολύ πεπειραμένος στ’ αρχαία ελληνικά κείμενα 30 αιώνων, και στα εβραϊκά και στα λατινικά! Τα συμπεράσματα δικά σας.

Αυτή ήταν μόνο εισαγωγή για την κριτική που κάνω στην νέα έκδοση του Σιαμάκη. Τώρα αρχίζει η γιορτή! Και η γιορτή έχει όνομα: «Ο εξευτελισμός της πολύτομης έκδοσης του Σιαμάκη». Μην τη χάσετε! Προτείνω λοιπόν στους αναγνώστες να επισκέπτονται την ιστοσελίδα μου 1 φορά το μήνα για να ελέγχουν για νέες δημοσιεύσεις.