ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΕΝΩΧ (ΜΕΡΟΣ Β΄) – ΤΑ ΕΠΙΒΛΑΒΗ ΑΠΟΚΡΥΦΑ & Η ΙΟΥΔΑΪΚΗ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ
THE BOOK OF ENOCH (PART II) - THE HARMFUL APOCRYPHA & THE JEWISH APOCALYPTIC LITERATURE
Θεσσαλονίκη 24-10-2020
Σε προηγούμενη σελίδα μας, δώσαμε πρώτα κάποια στοιχεία του αποκρύφου ψευδο-Ενώχ και την ιστορία του, για να πάρουν οι αναγνώστες μια δυνατή γεύση των μύθων, των κακοδοξιών και της ρίζας αυτών των στοιχείων του. Βλέπε,
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΕΝΩΧ (ΜΕΡΟΣ Α΄) – Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ .
Παρόλη όμως την ιστορία του παραμυθιού, θα δούμε και άλλες παραμέτρους που επεισέρχονται στην υπόθεση του ψευδο-Ενώχ, και δημιουργούν ολόκληρη την φιλολογία των αποκρύφων ως ένα πρόσκομμα και σκάνδαλο της θεολογίας, που έχει σκανδαλίσει και αποπροσανατολίσει πολλούς. Παράλληλα στην παρούσα σελίδα, συνεχίζουμε την έρευνα για την χρονολόγηση του ψευδο-Ενώχ.
Θα παραθέσουμε πριν απ’ όλα την γνώμη του μεγάλου πατέρα της εκκλησίας, του Μ. Αθανάσιου, που πάντα νοιαζόμενος για το ποίμνιο ως αληθινός του Χριστού διάκονος, προειδοποιεί του χριστιανούς για τ’ απόκρυφα βιβλία, όταν ξεχωρίζει και ονομάζει τα γνήσια βιβλία του Κανόνα της Αγίας Γραφής:
« Ἐπειδή πέρ τινες ἐπεχείρησαν ἀνατάξασθαι ἑαυτοῖς τὰ λεγόμενα ἀπόκρυφα καὶ μῖξαι ταῦτα τῇ θεοπνεύσθῳ γραφῇ, … οὐδαμοῦ τῶν ἀποκρύφων μνήμη, ἀλλὰ αἱρετικῶν ἐστιν ἐπίνοια, γραφόντων μὲν ὅτε θέλουσιν αὐτά, χαριζομένων δὲ καὶ προστιθέντων αὐτοῖς χρόνους, ἵνα ὡς παλαιὰ προφέροντες, πρόφασιν ἔχωσιν ἀπατᾶν ἐκ τούτου τοὺς ἀκεραίους.», Μ. Αθανάσιος, 39η Εορταστική ή Πασχάλια Επιστολή, PG 26,1436.
Πρόφαση για απάτη λοιπόν ως δήθεν παλαιὰ, είναι τ’ απόκρυφα, προϊόντα αιρετικών του χειρίστου είδους! Οι αιρετικοί θέλοντας να παραπλανήσουν τους χριστιανούς, γράψανε μυθοπλασίες για πρόσωπα και πράγματα της Αγίας Γραφής στα σημεία εκείνα που η Γραφή δεν αναφέρει, δείχνοντας έτσι ότι «καλύπτουν» αυτές τις «ελλιπείς» πληροφορίες και άρα πρέπει να λογαριαστούν απ’ τους χριστιανούς και αυτοί ως φορείς θεοπνευστίας. Αυτός είναι ο απώτερος σκοπός των αποκρυφογράφων. Και κατά συνέπεια, να περάσουν στις συνειδήσεις των χριστιανών ότι τ’ απόκρυφα κατασκευάσματά τους με τις ψευδείς διηγήσεις τους, αποτελούν πηγές πληροφόρησης σε γεγονότα που «παραλείπει» η Γραφή, και ότι κάποιοι θεόπνευστοι συγγραφείς στις διηγήσεις τους ή στις προφητείες τους χρησιμοποιούν ως πηγές τ’ απόκρυφα! Έτσι τ’ απόκρυφα ανεξαρτήτως χρονολογίας τους είναι φρικτές και ψευδείς απομιμήσεις της αληθινής θεοπνευστίας των γνήσιων βιβλίων της Γραφής!
Κι ενώ η Γραφή είναι γραμμένη απρόβλεπτα απ’ την θέληση του ανθρώπου γιατί είναι κατευθείαν απ’ τον Θεό, και πάντα εκτάκτως για να καταγράψει περιστατικά και προφητείες που έλαβαν χώρα προσφάτως, ή να καταγράψει την ιστορία μακρών περιόδων όταν αυτές τελειώσουν και ο Θεός κρίνει ότι πρέπει τότε αυτή να γραφτεί για να περάσει στην αιώνια ιστορία Του χωρίς ν’ αφήσει χρονικά κενά – αφού ο Θεός είναι ο τέλειος και αξεπέραστος ιστορικός –, τ’ απόκρυφα είναι μελετημένα και σχεδιασμένα απ’ τους αποκρυφογράφους με τέτοιο τρόπο, ώστε ν’ αρπάζονται από μια λεπτομέρεια για κάποιο ευσεβές πρόσωπο της Γραφής, κατόπιν να την συνδυάζουν με κάποιο αρχαίο θρύλο ή μύθο, και ν’ «αποδίδουν» έτσι το παραμύθι τους ως ανάπτυξη αυτού του θρύλου.
Έτσι, διακρίνονται πολύ καθαρά τα 2 στοιχεία που γίνονται αφετηρία των αποκρύφων:
1. Μια αλήθεια της Γραφής για ένα ευσεβές πρόσωπο, που γίνεται ο πρωταγωνιστής του αποκρύφου.
2. Μια θρύλική ιδιότητα του πρωταγωνιστού.
Κι αφού ο θρύλος έρχεται από αιώνες πίσω, δημιουργείται η εντύπωση ότι η διήγηση των αποκρύφων είναι αληθινή. Ενώ το μόνο αληθινό στοιχείο των αποκρύφων είναι ότι υπήρξε το πρόσωπο-πρωταγωνιστής αφού το αναφέρει πρώτη η Γραφή, ενώ όλα τ’ άλλα που «διηγείται» είναι ψέματα! Και όπως όλα τα παραμύθια, έτσι και τ’ απόκρυφα εξασκούν μια γοητεία διότι πληροφορούν με μεταφυσικό και εντυπωσιακό τρόπο για το «άγνωστο». Όμως η «πληροφόρηση» αυτή είναι τις περισσότερες φορές γελοία και παιδαριώδης!
Παρόλ’ αυτά όμως κάποιοι αδαείς ή με ασθενική πίστη χριστιανοί, μπορεί να νομίσουν ότι αυτά τα βιβλία-σκουπίδια λένε αλήθειες! Επειδή δεν μπορούν να καταλάβουν ότι ο Θεός δεν έβαλε στη Γραφή Του κάποιες πληροφορίες διότι απλά έκρινε ότι δεν είναι απαραίτητες για την σωτηρία μας. Επιπλέον όμως, ο Θεός παρέλειψε επίτηδες κάποια σημεία για να γίνουν αυτά πέτρα σκανδάλου (Μθ 13,21/18,7, Μκ 4,17, Λκ 17,1, Ρω 9,33/16,17, Α΄Κο 1,23, Α΄Πε 2,7, Α΄Ιω 2,10) για κάποιους που θέλουν να πιστεύουν σ’ εντυπωσιακά παραμύθια. Διότι ο Θεός γνώριζε απ’ την αρχή τις αιρέσεις που θα προκύψουν, και γι αυτό άλλωστε έστειλε τους αποστόλους Του να κηρύξουν και να καταγράψουν όχι μόνο την αλήθεια, αλλά και να προειδοποιήσουν τους χριστιανούς για το ψέμα. Έτσι, απ. Παύλος λέει χαρακτηριστικά:
«τοὺς δὲ βεβήλους καὶ γραώδεις μύθους παραιτοῦ», Α΄ Τιμ 4,7.
«ἔσται γὰρ καιρὸς ὅτε τῆς ὑγιαινούσης διδασκαλίας οὐκ ἀνέξονται, ἀλλὰ κατὰ τὰς ἐπιθυμίας τὰς ἰδίας ἑαυτοῖς ἐπισωρεύσουσι διδασκάλους κνηθόμενοι τὴν ἀκοήν, 4 καὶ ἀπὸ μὲν τῆς ἀληθείας τὴν ἀκοὴν ἀποστρέψουσιν, ἐπὶ δὲ τοὺς μύθους ἐκτραπήσονται.», Β΄ Τιμ 4,3-4.
Βλέπουμε πόσο αλύπητα ο Παύλος χτυπάει τα θρησκευτικά παραμύθια που εξ ορισμού είναι βέβηλα κι εχθρικά προς την χριστιανική πίστη και βάλλουν κατά της αλήθειας. Διότι αν αρχίσουμε να πιστεύουμε και να δογματίζουμε βάσει άλλων βιβλίων ή στοιχείων εκτός της Γραφής, ήδη τότε θα έχουμε ξεφύγει απ’ την υγιή διδασκαλία και θα πλανιόμαστε! Υπάρχουν όμως αυτοί που θα τα πιστεύουν, λέει ο Παύλος (!), αλλά τότε ήδη αυτοί θα έχουν εκτραπεί και στην αίρεση!
Ας δούμε τώρα και την γνώμη ενός πιο νεώτερου πατέρα για τ’ απόκρυφα, ενώ συγχρόνως εστιάζει περισσότερο στο απόκρυφο που εξετάζουμε. Και είναι βασικός παράγοντας στην χειρόγραφη παράδοση της ελληνικής μετάφρασής του.
Ο Γεώργιος Σύγγελος μοναχός και βυζαντινός χρονικογράφος (8ος-9ος αι.) παραθέτει εκτενή αποσπάσματα του ψευδο-Ενώχ στο έργο του Εκλογαί Χρονογραφικαί, και μετά λέει:
«εἰ καὶ μὴ τελείως χρὴ προσέχειν ἀποκρύφοις μάλιστα τοὺς ἁπλουστέρους διά τε τὸ περιττά τινα καὶ ἀτριβῆ τῆς ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως ἔχειν καὶ διὰ τὸ νενοθεῦσθαι αὐτὰ ὑπὸ Ἰουδαίων καὶ αἱρετικῶν.»
« … τῇ θείᾳ γραφῇ καὶ τῇ ἀληθείᾳ, ἧς ἐκπεπτώκασι κατὰ πάντα τρόπον, καὶ οὔτε ταῖς περὶ κατακλυσμοῦ μαρτυρίαις αὐτῶν πρὸς τὴν τῶν ἡμετέρων πίστωσιν προσέχειν χρὴ οὔτε ἄλλῃ τινὶ δαιμονιώδει αὐτῶν ἱστορίᾳ. σχεδὸν 35 γὰρ ἀπὸ ταύτης τῆς συγγραφῆς καθάπερ ἔκ τινος πηγῆς βορβορώδους καὶ τῶν παραπλησίων αὐτῇ πᾶσα μυθώδης Ἑλληνικὴ καὶ Μανιχαϊκὴ κακοδοξία ἀνέβλυσε, καὶ τῶν καθ' ἡμᾶς δὲ αἱρέσεων οὐκ ὀλίγαι τὰς ἀρχὰς ἐκ τοιούτων ἀπατηλῶν γραφῶν ἐσχήκασι τὰς ἀφορμάς.», Γεώργιος Σύγγελος μοναχός, Εκλογαί Χρονογραφικαί, 34-35.
Εξέπεσαν απ’ την θεία Γραφή και αλήθεια λοιπόν, αυτοί που γράφουν τέτοια μυθώδη εκ βορβωρώδους πηγής!
Το άξιον απορίας όμως είναι ότι κάποιοι εκκλησιαστικοί άνδρες με πλούσιο συγγραφικό, θεολογικό και ποιμαντικό έργο, δέχθηκαν ότι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης αντλούν πληροφορίες απ’ τα απόκρυφα. Κι αυτοί κυρίως ήταν δυτικοί.
Όλα τ’ απόκρυφα ανάγονται στην μετά Χριστόν εποχή καθώς χωρίζονται σε 2 κατηγορίες:
Είναι προϊόντα των επικίνδυνων αιρετικών γνωστικών συστημάτων που ταλαιπώρησαν την εκκλησία για αιώνες, αλλά υπάρχουν και σήμερα αρκετοί απ’ αυτούς.
Είναι προϊόντα του ιουδαϊσμού, ως αντίδραση στην διάσπασή του εξαιτίας του Χριστιανισμού, αφενός προσπάθησε ν’ ανακτήσει την χαμένη δόξα που είχε ανάμεσα στον κόσμο (πανανθρώπινη ηθική των Δέκα Εντολών), αφετέρου να τονώσει το εθνικό συναίσθημα των εβραίων ενάντια στους ρωμαίους κατακτητές. Έτσι, δημιουργεί ένα παραλήρημα «προφητικών βιβλίων», συνδυάζοντας το μεταφυσικό με το εθνικό στοιχείο!
Μερικά όμως οι ερευνητές τ’ ανάγουν στους τελευταίους αιώνες προ Χριστού, καθώς είναι καθαρή η ιουδαϊκή τους προέλευση, κι επιπλέον αναφέρονται σε πρόσωπα και γεγονότα που είναι αποκλειστικά της Παλαιάς Διαθήκης. Τί δουλειά θα μπορούσαν να έχουν λοιπόν με την μετά Χριστόν εποχή; Κι όμως, η απάντηση στο τελευταίο αυτό ερώτημα είναι θετική!
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα απ’ την αρχή. Από τότε δηλ. που ο αρχαίος Ισραήλ καθιερώσε την Παλαιά Διαθήκη ως το ιερό, θεόπνευστο και απαραβίαστο βιβλίο!
Τα ιερά και θεόπνευστα βιβλία των εβραίων
Ο Κανόνας των βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης έκλεισε με τα βιβλία των Νεεμία και Δανιήλ. Αν και ο Νεεμίας είναι το τελευταίο χρονικά βιβλίο διότι αφηγείται γεγονότα περίπου 50-70 χρόνια μετά τον θάνατο του Δανιήλ, αλλά συγκαταλέγουμε και τον Δανιήλ διότι είναι προφητικό βιβλίο. Κι έτσι, το τελευταίο ιστορικό, ο Νεεμίας, και το τελευταίο προφητικό, ο Δανιήλ, κλείνουν τον Κανόνα της Παλαιάς Διαθήκης. Έτσι, απ’ το 430 π.Χ. περίπου ο Ισραήλ και μέχρι τα χρόνια του Χριστού, έχει ολόκληρη την Παλαιά Διαθήκη (την μέχρι τότε Αγία Γραφή) που αποτελείται απ’ τα 3 ακόλουθα στοιχεία, που είναι ικανά και απαραίτητα για να την χαρακτηρίσουν θεόπνευστη και άρα μοναδική σε όλη την μέχρι τότε παγκόσμια γραμματεία:
1. Αυθεντική ιστορία.
2. Αυθεντική προφητεία.
3. Υγιής διδασκαλία για τον βίο των ανθρώπων μ’ εντολές δοσμένες κατευθείαν απ’ τον Θεό.
Το έτος 1 μ.Χ., ή καλύτερα να πούμε το έτος 30 μ.Χ. (έτος αρχής της επίγειας δράσης του Κυρίου σύμφωνα με την καθιερωμένη χρονολογική βάση «προ Χριστού & μετά Χριστόν») έρχεται ο Ιησούς Χριστός, και με την διδασκαλία Του και με τα γεγονότα της Σταύρωσης και Ανάστασής Του το 33 ή 34 μ.Χ. (ο Κύριος φαίνεται απ’ το Ευαγγέλιο του Ιωάννη ότι κατά το διάστημα της δράσης του πέρασε 4 Πάσχα και στο τελευταίο σταυρώθηκε) φέρνει μια συμπλήρωση στην θεόπνευστη Γραφή με την Καινή Διαθήκη Του, που διαδίδεται πρώτα ως προφορικό κήρυγμα, και λίγες δεκαετίες αργότερα ως γραπτό, προσφέροντας πλέον ως Θεός την ολοκλήρωση και τελείωση της Αγίας Του Γραφής.
Ο Ιησούς Χριστός δεν ήρθε μόνο ως Θεός για να επιφέρει μια αλλαγή στην θεόπνευστη Γραφή Του και κατ’ επέκταση στις εντολές Του χρησιμοποιώντας την εξουσία Του – που έτσι κι αλλιώς έχει και μπορεί αυθαίρετα να χρησιμοποιεί, αλλά δεν το κάνει ποτέ διότι είναι ειλικρινής στις σχέσεις του με τους ανθρώπους, και η αυθαιρεσία δεν συμβαδίζει ποτέ με την ειλικρίνεια σε μια σχέση –, αλλά ήρθε σχεδιασμένα και προγραμματισμένα ως ο αναμενόμενος Μεσσίας που έχει προφητευθεί στην Γραφή πάμπολλες φορές απ’ την εποχή του Αδάμ ακόμα (πρωτευαγγέλιο Γε 3,15).
Και δεν ήταν ακριβώς αλλαγή αυτό που έφερε ο Χριστός, αλλά συμπλήρωση και τονισμός του λόγου που ήδη υπάρχει στο Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης:
«καὶ οὐκ ἐκδικᾶταί σου ἡ χείρ, καὶ οὐ μηνιεῖς τοῖς υἱοῖς τοῦ λαοῦ σου, καὶ ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν· ἐγώ εἰμι Κύριος.», Λε 19,18.
Ο τονισμός σε αυτήν την αγάπη προς τον πλησίον, συνεπάγεται αυτομάτως την κατάργηση όλων των παλιών εντολών του τύπου «οφθαλμόν αντί οφθαλμού» και την συγχώρηση των αδικιών που ενδεχομένως θα κάνει ο πλησίον, ακόμα κι αν αυτός δεν μετανοεί (Μκ 11,25)! Και βέβαια, πρώτος ο Χριστός έκανε εφαρμογή αυτής της διδασκαλίας Του για την αγάπη, με το να αφεθεί ως πρόβατο στη σφαγή, αθώο και άμωμο, προσευχόμενος ταυτόχρονα για την συγχώρηση των εκτελεστών Του (Λκ 23,34), ενώ ήξερε ότι οι περισσότεροι απ’ αυτούς δεν θα μετανοήσουν!
Και μαζί με κάποιες επί μέρους ηθικές εντολές του μωσαϊκού Νόμου που άλλαξαν όπως είδαμε, καταργήθηκαν και όλα τα τυπικά στοιχεία του, όπως η περιτομή, οι θυσίες, οι καθαρμοί, τα οποία αποτελούν εξωτερικούς και διαδικαστικούς τύπους[1] που μπορούν να γίνουν και χωρίς πίστη, και γι αυτό δεν μπορούν να συμπεριληφθούν σε μια νέα (Καινή) και γνήσια πνευματική Διαθήκη. Έτσι, συμπληρωμένη και τελειωμένη η θεόπνευστη Γραφή με τα 3 χαρακτηριστικά και αυθεντικά στοιχεία που αναφέραμε (ιστορία, προφητεία, εντολές για βίο), διακρίνεται απ’ όλα τα βιβλία του κόσμου που γράφουν οι άνθρωποι, ακόμα και οι πιο μεγάλοι πατέρες και πιστοί χριστιανοί. Κι έχει συμπληρώσει ως σήμερα, 2000 σχεδόν χρόνια, και παραμένει αναλλοίωτη και απαράλλαχτη σαν αστείρευτη πηγή αιώνιων θησαυρών ζωής και σοφίας.
Και κανείς δεν τολμάει ν’ αλλάξει κάτι στη Γραφή, ή να προσθέσει ή ν’ αφαιρέσει, χωρίς να διατρέχει τον κίνδυνο να χαρακτηριστεί αιρετικός! Διότι χάρη στην αξιοπιστία του Θεού και στην αιώνια δύναμη του λόγου Του, υπάρχουν ακόμα χριστιανοί που πιστεύουν στην Αγία Του Γραφή και τηρούν το θέλημά Του:
«κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς.», Μθ 16,18.
Παρόμοια και πριν απ’ τον Χριστό, ο περιούσιος λαός του Θεού που είχε την Παλαιά Διαθήκη επί 1500 χρόνια (ο Μωυσής που έγραψε τα πρώτα βιβλία καθώς και όλη η ιστορία της εξόδου του Ισραήλ απ’ την Αίγυπτο μέχρι την Γη της Επαγγελίας, χρονολογείται στα 1500 π.Χ. περίπου)[2], καθώς και οι προσήλυτοι απ’ όλα τα έθνη που την διάβαζαν, είχαν κι εκείνοι την ίδια πίστη και πεποίθηση στον θεόπνευστο λόγο της, και δεν τολμούσε κανείς να προσθέσει ή ν’ αφαιρέσει κάτι απ’ αυτήν!
________________
[1] Τα μυστήρια που παραδόθηκαν απ’ τον Χριστό και τους αποστόλους είναι μεν εξωτερικές και χειροπιαστές διαδικασίες που συμβαίνουν στον πιστό, αλλά ξεχωρίζουν σημαντικά απ’ τα τυπικά στοιχεία της Παλαιάς Διαθήκης. Εδώ θ’ αναφέρουμε μόνο ενδεικτικά την σημασία της συμμετοχής του πιστού στο βάπτισμα και στην Θεία Ευχαριστία:
Τα μυστήρια δεν είναι σκέτη πράξη όπως ήταν εκείνα, π.χ. η περιτομή, που ήταν το τυπικό κόψιμο μιας σάρκινης άκρης. Έτσι, με το βάπτισμα ο άνθρωπος μπαίνει ολοκληρος κάτω απ’ το νερό και νιώθει την ταφή του αμαρτωλού σώματος, και κατόπιν την ανέγερσή του μ’ ένα νέο και αγιασμένο σώμα που πρέπει να διαφυλάξει καθαρό και αγνό στη νέα του ζωή (Κολ 2,11-13). Και με την Θεία Ευχαριστία ο πιστός δεν κάνει μια απλή πράξη φαγητού, αλλά τρώει την σάρκα και το αίμα του Κυρίου Του νιώθοντας την σταυρική Του θυσία και την επαγγελόμενη Δευτέρα Παρουσία Του, παραμένοντας συγχρόνως ένα με Αυτόν, και άρα πρέπει να φανεί αντάξιος του θελήματός Του (Α΄ Κο 11,26-32).
_______________
Μόνο οι φαρισαίοι διέδιδαν κι άλλη παράδοση που την ονόμαζαν «των πρεσβυτέρων» (προγόνων τους), αυτήν που χτυπάει και ο Χριστός ως περιττή και ανούσια, και τους κατηγορεί ότι δίνουν περισσότερη σημασία σ’ αυτήν παρά στον ίδιο τον θεόπνευστο Νόμο:
«Διατί οἱ μαθηταί σου παραβαίνουσι τὴν παράδοσιν τῶν πρεσβυτέρων; οὐ γὰρ νίπτονται τὰς χεῖρας αὐτῶν ὅταν ἄρτον ἐσθίωσιν. 3 ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτοῖς· Διατί καὶ ὑμεῖς παραβαίνετε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν παράδοσιν ὑμῶν; 4 ὁ γὰρ Θεὸς ἐνετείλατο λέγων· τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα· καί· ὁ κακολογῶν πατέρα ἢ μητέρα θανάτῳ τελευτάτω· 5 ὑμεῖς δὲ λέγετε· ὃς ἂν εἴπῃ τῷ πατρὶ ἢ τῇ μητρί, δῶρον ὃ ἐὰν ἐξ ἐμοῦ ὠφεληθῇς, καὶ οὐ μὴ τιμήσει τὸν πατέρα αὐτοῦ ἢ τὴν μητέρα αὐτοῦ· 6 καὶ ἠκυρώσατε τὴν ἐντολὴν τοῦ Θεοῦ διὰ τὴν παράδοσιν ὑμῶν. 7 ὑποκριταί!», Μθ 15,2-7, Μκ 7,1-13.
Βλέπουμε ότι ο Κύριος τους κατηγορεί όχι επειδή άλλαξαν τον Νόμο, αφού ο Νόμος υπάρχει και είναι αναλλοίωτος, αλλά γιατί δίπλα στον Νόμο έβαλαν κάποιες παραδόσεις μέσω των προγόνων τους πρεσβυτέρων, στις οποίες έδωσαν υπερβολική σημασία, με απώτερο στόχο να παραγκωνίσουν τον Νόμο τον οποίον κατά βάθος δεν ήθελαν να τηρήσουν! Γι αυτό τους χαρακτηρίζει υποκριτές! Το ίδιο υποκριτές υπήρξαν και οι πρόγονοι πρεσβύτεροί τους, τους οποίους επίσης ο Κύριος κατηγορεί ότι σκότωσαν τους προφήτες (Μθ 23,29-39)! Παρόλο δηλ. ότι οι πρόγονοι των φαρισαίων σκότωσαν τους προφήτες για να μπορούν ανενόχλητοι να παρρεκλίνουν απ’ το Νόμο του Θεού, οι φαρισαίοι εξακολουθούν να πιστεύουν και να τηρούν τις ανούσιες παραδόσεις εκείνων των προγόνων!
Ακόμα κι ο συγγραφέας της Σοφίας Σειράχ που χρονολογείται τον 2ο αι. π.Χ. σύμφωνα με αυτά που λέει στο προοίμιο (ενώ στην πραγματικότητα γράφτηκε μετά την Καινή Διαθήκη), και μιλάει συνεχώς για την σοφία και παιδεία του Θεού που οδηγεί σ’ ενάρετο βίο, τονίζει στο προοίμιο, ότι πέραν «τοῦ νόμου καὶ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἄλλων πατρίων βιβλίων ἀνάγνωσιν», βιβλία δηλ. που είναι γνωστά σε όλους, ο παππούς του Ιησούς που τα διάβασε, «ἐν τούτοις ἱκανὴν ἕξιν περιποιησάμενος, προήχθη καὶ αὐτὸς συγγράψαι τι τῶν εἰς παιδείαν καὶ σοφίαν ἀνηκόντων». Χωρίς επομένως ν’ αλλοιώσει ή ν’ αφαιρέσει, τον βλέπουμε δειλά δειλά να θέλει να προσθέσει κι αυτός κάτι που είναι ωφέλιμο, κάνοντας όμως την εξής παρατήρηση:
«συγγνώμην ἔχειν ἐφ᾿ οἷς ἂν δοκῶμεν τῶν κατὰ τὴν ἑρμηνείαν πεφιλοπονημένων τισὶ τῶν λέξεων ἀδυναμεῖν· οὐ γὰρ ἰσοδυναμεῖ αὐτὰ ἐν ἑαυτοῖς ἑβραϊστὶ λεγόμενα καὶ ὅταν μεταχθῇ εἰς ἑτέραν γλῶσσαν. οὐ μόνον δὲ ταῦτα, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς ὁ νόμος καὶ αἱ προφητεῖαι καὶ τὰ λοιπὰ τῶν βιβλίων οὐ μικρὰν ἔχει τὴν διαφορὰν ἐν ἑαυτοῖς λεγόμενα.», Σειράχ προίμιο.
Βλέπουμε τον Σειράχ να παραδέχεται την διαφορά που υπάρχει στην μετάφραση που έχει κάνει, διότι λέει ότι δεν μπορούν ν’ αποδοθούν ακριβώς τα νοήματα της αρχικής εβραϊκής σε άλλη γλώσσα! Προσθέτει κατόπιν ότι και των άλλων παραδεδομένων βιβλίων (Νόμος και προφήτες) η μετάφραση έχει διαφορά. Αλλά γίνεται φανερό ότι το τελευταίο το λέει επίτηδες για να καλύψει κάπως την ελάχιστη αξία του δικού του κατασκευάσματος μπροστά στην ανεκτίμητη αξία των θεοπνεύστων κειμένων. Επιπλέον, είναι και μια καμουφλαρισμένη επίθεση εναντίον της μετάφρασης των Ο΄, επίθεση στην οποία επιδόθηκαν με μανία οι εβραίοι μόλις άρχισε ο Χριστιανισμός να εξαπλώνεται.
Κανείς λοιπόν και τότε δεν τολμούσε να παραχαράξει την θεόπνευστη Γραφή, κι έμεινε αναλλοίωτη επί 1500 χρόνια.
Το μόνο που κάνανε οι αρχαίοι ιστορικοί και κυρίως οι ιουδαίοι στα έργα τους, ήταν να προσθέσουν λίγες «σάλτσες» στις βιβλικές ιστορίες, νομίζοντας ότι μ’ αυτόν τον τρόπο τις «εμπλουτίζουν» με περισσότερες αναλυτικές λεπτομέρειες για να γίνουν πιο «γοητευτικές». Έτσι έκαναν όπως είδαμε οι Ευπόλεμος και Αρτάπανος (βλέπε την σελίδα μας που αποτελεί προηγούμενη συνέχεια της ενότητάς μας,
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΕΝΩΧ (ΜΕΡΟΣ Α΄) – Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ ).
Το ίδιο κάνουν και οι γνωστοί εβραίοι συγγραφείς Φίλων ιουδαίος και Ιώσηπος. Ο μεν Φίλων «εμπλουτίζει» τις βιβλικές ιστορίες με μπόλικη αλληγορία ως δήθεν ερμηνεία, αλλά κατά βάθος πρόκειται για εξεζητημένη και ανεδαφική επέκταση ιδεών, ο δε Ιώσηπος τις «εμπλουτίζει» με λεπτομέρειες τύπου «σάλτσας» που πολλές φορές δανείζεται από παλιότερους θρύλους. Ως παράδειγμα τέτοιας «σάλτσας» του Ιώσηπου αναφέρουμε το εξής παράδειγμα:
Κατά την θυσία του Ισαάκ, λέει ο Ιώσηπος, ότι ο Ισαάκ ήταν τότε 25 ετών, και ο Αβραάμ για να τον πείσει να θυσιασθεί του εκφώνησε ένα λογίδριο που εν ολίγοις λέει: «παιδί μου πρέπει να θυσιαστείς αφού είναι θέλημα Θεού και η ψυχή σου θα πάει κοντά στο Θεό». Και ο Ισαάκ με αναπάντεχη πίστη αποκρίνεται: «δεν έπρεπε να γεννηθώ αν ήταν να μην υπακούσω στο θέλημα του Θεού». Και έτρεξε επάνω στον βωμό για να θυσιασθεί.», Ιώσηπος, Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, 1,225-232.
Αυτές είναι οι «σάλτσες» του Ιώσηπου που συνοδεύουν πολλές ιστορίες της Γραφής. Προσθέτει επίσης και μια δόση εθνικισμού σαν εκείνη που είδαμε με την στατιωτική και κατακτητική δραστηριότητα του Αβραάμ και των απογόνων του. Όμως προσπαθεί να παραμείνει στην συνισταμένη γραμμή της Γραφής πιστός! Γι αυτό και στο προοίμιο της Ιουδαϊκής Αρχαιολογίας του, λέει:
«Ἐπειδὴ δὲ πάντα σχεδὸν ἐκ τῆς τοῦ νομοθέτου σοφίας ἡμῖν ἀνήρτηται Μωυσέος, … », Ιώσηπος, Ιουδ. Αρχαιολογία, 1,18.
Με το «σχεδὸν», προσπαθεί να μην απομακρυνθεί πολύ απ’ τα νοήματα της Γραφής. Όσο κι αν ο ίδιος πρόδωσε το έθνος του αυτομολήσας στους ρωμαίους κατά τον πρώτο ή μεγάλο Ιουδαϊκό Πόλεμο (66-73 μ.Χ.), θέλει να δίνει την εικόνα του ιστορικού που σέβεται την αλήθεια, και του ιουδαίου που εξακολουθεί να σέβεται την πατροπαράδοτη κι εθνική πίστη του.
Γι αυτό και σε άλλο έργο του (Κατά Απίωνος), απαριθμεί τα 22 ιερά βιβλία των εβραίων, τα χαρακτηρίζει ως «παλαιότατα κατὰ τὴν ἐπίπνοιαν τὴν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ μαθόντων», και τα ταξινομεί σε κατηγορίες: «πέντε μέν ἐστι Μωυσέως, ἃ τούς τε νόμους περιέχει καὶ τὴν ἀπ᾽ ἀνθρωπογονίας παράδοσιν», «προφῆται τὰ κατ᾽ αὐτοὺς πραχθέντα συνέγραψαν ἐν τρισὶ καὶ δέκα βιβλίοις», και τέλος, «αἱ δὲ λοιπαὶ τέσσαρες ὕμνους εἰς τὸν θεὸν καὶ τοῖς ἀνθρώποις ὑποθήκας τοῦ βίου περιέχουσιν.». Κατόπιν λέει με θρησκευτικό δέος:
«δῆλον δ᾽ ἐστὶν ἔργῳ, πῶς ἡμεῖς πρόσιμεν τοῖς ἰδίοις γράμμασι· τοσούτου γὰρ αἰῶνος ἤδη παρῳχηκότος οὔτε προσθεῖναί τις οὐδὲν οὔτε ἀφελεῖν αὐτῶν οὔτε μεταθεῖναι τετόλμηκεν, πᾶσι δὲ σύμφυτόν ἐστιν εὐθὺς ἐκ πρώτης γενέσεως Ἰουδαίοις τὸ νομίζειν αὐτὰ Θεοῦ δόγματα καὶ τούτοις ἐμμένειν καὶ ὑπὲρ αὐτῶν, εἰ δέοι, θνήσκειν ἡδέως.», Ιώσηπος, Κατά Απίωνος, 1,37-42.
Βλέπουμε λοιπόν το θρησκευτικό δέος του Ιώσηπου με τ’ οποίο χαρακτηρίζει τα ιερά βιβλία των εβραίων, ως Θεοῦ δόγματα και από την ἐπίπνοιαν τὴν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ (θεόπνευστα).
Έτσι, παρόλες τις προσθήκες-σάλτσες του Ιώσηπου ή τις φιλοσοφικές και αλληγορικές ερμηνείες του Φίλωνα ή τους μύθους άλλων ιουδαίων ιστορικών, κανείς τους δεν προβάλλει την αξίωση ότι παραδίδει διορθωμένη την Γραφή ή ότι βελτιώνει την βιβλική θεοπνευστία ή γενικά φέρνει μια τροποποίηση της Γραφής ή ότι θα πρέπει στο εξής οι ιουδαίοι να διαβάζουν την δική του θεόπνευστη ιστορία και όχι την παραδεδομένη Γραφή!
Απεναντίας τ’ απόκρυφα κείμενα προβάλλονται σαφώς ως θρησκευτική προπαγάνδα νέας θεόπνευστης οδηγίας, και απαιτούν την εξάπλωση και το σεβασμό των πιστών. Χωρίς να καταφέρονται ευθέως ενάντια στην Γραφή, όμως την υπονομεύουν αφού της επιτίθενται με πλάγιο τρόπο προσπαθώντας σιωπηλά και συνομωτικά μεν, σθεναρά δε, να την υποκαταστήσουν.
Έτσι, ανακατεύουν τις βιβλικές ιστορίες της Παλαιάς Διαθήκης μαζί με θρύλους και μύθους από προηγούμενα έργα, και προσθέτοντας αρκετή δόση φαντασίας, φτιάχνουν το έργο τους σαν ένα μίγμα … μαγειρικής αλλά βλάσφημης τέχνης! Αυτά είναι τ’ απόκρυφα = παραμύθια ψευδοπροφητών!
__________________
[2] Ο Νόμος που δόθηκε στο όρος Σινά είναι σύγχρονος με τα γεγονότα εκείνα της Εξόδου. Το ίδιο και τα 3 βιβλία, Λευιτικό, Αριθμοί, Δευτερονόμιο που περιέχουν πολλά συμπληρώματα του Νόμου και αφηγήσεις της πορείας προς την Γη της Επαγγελίας. Αλλά και η Γένεση που αφηγείται την ιστορία του κόσμου απ’ την δημιουργία μέχρι τα γεγονότα εκείνα, γράφτηκε τότε. Ο Μωυσής έγραψε αυτά τα 5 βιβλία, που έμειναν γνωστά ως ένα ενιαίο σώμα με τίτλο Πεντάτευχος.
___________________
Ας συνεχίσουμε τώρα με την χρονολόγηση του ψευδο-Ενώχ. Για να εντοπίσουμε ακριβώς το διάστημα συγγραφής του, είναι απαραίτητο να παραθέσουμε μερικές περικοπές από τους ιουδαίους Φίλωνα και Ιώσηπο:
«6 „Ἰδόντες δὲ οἱ ἄγγελοι τοῦ θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο“ (Gen. 6, 2). οὓς ἄλλοι φιλόσοφοι δαίμονας, ἀγγέλους Μωυσῆς εἴωθεν ὀνομάζειν· ψυχαὶ δ´ εἰσὶ κατὰ τὸν ἀέρα πετόμεναι. 7 καὶ μηδεὶς ὑπολάβῃ μῦθον εἶναι τὸ εἰρημένον· ἀνάγκη γὰρ ὅλον δι´ ὅλων τὸν κόσμον ἐψυχῶσθαι, τῶν πρώτων καὶ στοιχειωδῶν μερῶν ἑκάστου τὰ οἰκεῖα καὶ πρόσφορα ζῷα περιέχοντος, γῆς μὲν τὰ χερσαῖα, θαλάττης δὲ καὶ ποταμῶν τὰ ἔνυδρα, πυρὸς δὲ τὰ πυρίγονα — λόγος δὲ ἔχει ταῦτα κατὰ Μακεδονίαν μάλιστα γίνεσθαι —, οὐρανοῦ δὲ τοὺς ἀστέρας.», Φίλων ο ιουδαίος, Περί Γιγάντων, 6-7.
«17 μαρτυρεῖ δέ μου τῷ λόγῳ τὸ παρὰ τῷ ὑμνογράφῳ εἰρημένον ἐν ᾄσματι τούτῳ· „ἐξαπέστειλεν εἰς αὐτοὺς ὀργὴν θυμοῦ αὐτοῦ, θυμὸν καὶ ὀργὴν καὶ θλῖψιν, ἀποστολὴν δι´ ἀγγέλων πονηρῶν“ (Ψα 77,49). οὗτοί εἰσιν οἱ πονηροὶ τὸ ἀγγέλων ὄνομα ὑποδυόμενοι, τὰς μὲν ὀρθοῦ λόγου θυγατέρας, ἐπιστήμας καὶ ἀρετάς, οὐκ εἰδότες, τὰς δὲ τῶν ἀνθρώπων θνητὰς θνητῶν ἀπογόνους ἡδονὰς μετερχόμενοι γνήσιον μὲν οὐδὲν ἐπιφερομένας κάλλος, ὃ διανοίᾳ μόνῃ θεωρεῖται, νόθον δὲ εὐμορφίαν, δι´ ἧς ἡ αἴσθησις ἀπατᾶται. 18 λαμβάνουσι δὲ οὐ πάσας ἅπαντες τὰς θυγατέρας, ἀλλ´ ἔνιοι ἐνίας ἐκ μυρίων ὅσων ἐπελέξαντο ἑαυτοῖς, οἱ μὲν τὰς δι´ ὄψεως, ἕτεροι δὲ τὰς δι´ ἀκοῆς, τὰς δ´ αὖ διὰ γεύσεως καὶ γαστρὸς ἄλλοι, τινὲς δὲ τὰς μετὰ γαστέρα, πολλοὶ δὲ καὶ τῶν πορρωτάτω διῳκισμένων ἀντελάβοντο τὰς μηκίστας ἐν ἑαυτοῖς τείνοντες ἐπιθυμίας· ποικίλαι γὰρ ἐξ ἀνάγκης αἱ ποικίλων ἡδονῶν αἱρέσεις, ἄλλων ᾠκειωμένων ἄλλαις.», Φίλων ο Ιουδαίος, Περί Γιγάντων, 17-18.
Να λοιπόν, οι ἄγγελοι τοῦ θεοῦ που περάστηκαν και σε μερικά χειρόγραφα! Αλλά βλέπουμε ότι ο Φίλων κατά τον γνωστό του πεισματικό τρόπο θα λέγαμε, τ’ ανάγει όλα σε αλληγορική ερμηνεία, δίνοντας ψυχή σε όλα τα ζώα και αντικείμενα (!) κι έτσι οι πονηροί άγγελοι που είναι ψυχές πετόμενες μετατρέπονται και αντιπροσωπεύουν όλες τις σαρκικές επιθυμίες, δηλ. της όρασης, της ακοής, της κοιλίας (του φαγητού), και γενικά όλες τις κακές επιθυμίες των ηδονών που είναι θυγατέρες της σάρκας! Αυτές λοιπόν οι σαρκικές επιθυμίες είναι κατά τον Φίλωνα οι «θυγατέρες των ανθρώπων»!
Το σπουδαιότερο όμως στον Φίλωνα είναι, ότι δεν κάνει την παραμικρή νύξη για τον ψευδο-Ενώχ, ούτε για μίξη αγγέλων με γυναίκες, ούτε για γίγαντες που γεννήθηκαν από τέτοια μίξη, και μάλιστα σε βιβλίο του που έχει θέμα τους γίγαντες! Και παρόλο που δεχόταν κι αυτός, όπως είδαμε πολύ παραπάνω, τα θρυλούμενα για τις αστρολογικές γνώσεις του Αβραάμ, ούτε κι εκεί κάνει νύξη για τον ψευδο-Ενώχ και τα υποτιθέμενα ουράνια ταξίδια του Ενώχ!
Και καθώς ο Φίλων είναι γνώστης όλων των ιουδαϊκών πραγμάτων – θα δούμε ότι μιλάει και για τους Εσσαίους πολύ αναλυτικά –, πιστεύουμε ότι ότι αν ο Φίλων γνώριζε τον ψευδο-Ενώχ ή κάποια απ’ τις δοξασίες του, θα έκανε κάποια σχετική αναφορά. Και δεν κάνει, επειδή απλούστατα … το βιβλίο δεν υπάρχει στην εποχή του! Ο Φίλων πεθαίνει το αργότερο το 50 μ.Χ., και άρα το χρονικό αυτό σημείο είναι το κατώτερο χρονολογικό όριο της χρονολόγησης του Ενώχ!
Το γενικότερο επίσης συμπέρασμα που αφορά την δοξασία περί πονηρών αγγέλων που επιθύμησαν τις θυγατέρες των ανθρώπων, είναι ότι η δοξασία αυτή δεν υπάρχει πριν τον Φίλωνα (!) αφού αυτός σημειώνει ότι οι άγγελοι αυτοί «τὰς μὲν ὀρθοῦ λόγου θυγατέρας, ἐπιστήμας καὶ ἀρετάς, οὐκ εἰδότες». Δεν είναι λοιπόν οι πονηροί άγγελοι (που υποδύονται τ’ όνομα του Θεού), όπως λέει, κάτοχοι επιστημών, αλλά ψυχές πετόμενες μετερχόμενες σε ηδονές θνητών!
Εντυπωσιασμένος απ’ την αλληγορία αυτή του Φίλωνος μένει κι ο Ωριγένης – όπως θα περίμενε κανείς αφού είναι κι αυτός πεισματικός αλληγοριστής –, κι ενώ τον αναφέρει διακριτικά χωρίς να τον ονομάζει, σαφώς όμως τον φωτογραφίζει, αφού αναφέρει τις «ψυχές» και τις «σωματικές επιθυμίες» ως ερμήνευμα για τις «θυγατέρες των ανθρώπων»:
«καὶ τῶν πρὸ ἡμῶν τις ταῦτα ἀνήγαγεν εἰς τὸν περὶ ψυχῶν λόγον͵ ἐν ἐπιθυμίᾳ γενομένων τοῦ ἐν σώματι ἀνθρώπων βίου͵ ἅπερ τροπολογῶν ἔφασκε λελέχθαι θυγατέρας ἀνθρώπων.», Ωριγένης, 001 5.55.6-9 (παραπομπή απ’ το TLG).
Κι ενώ γνωρίζει ο Ωριγένης την ύπαρξη του ψευδο-Ενώχ, δεν τον συνδέει όμως με τον Φίλωνα! Έτσι, επιβεβαιώνεται ότι όλες οι δοξασίες και κακοδοξίες του ψευδο-Ενώχ είναι καθαρά κατασκεύασματα του αποκρυφογράφου του, που το έχει γράψει μετά τον Φίλωνα, δηλ. μετά το 50 μ.Χ.!
Πάμε να δούμε τώρα τον Ιώσηπο που λέει:
«Καὶ οὗτοι μὲν ἑπτὰ γενεὰς διέμειναν θεὸν ἡγούμενοι δεσπότην εἶναι τῶν ὅλων καὶ πάντα πρὸς ἀρετὴν ἀποβλέποντες, εἶτα προϊόντος χρόνου μεταβάλλονται πρὸς τὸ χεῖρον … [73] πολλοὶ γὰρ ἄγγελοι θεοῦ γυναιξὶ συνιόντες ὑβριστὰς ἐγέννησαν παῖδας καὶ παντὸς ὑπερόπτας καλοῦ διὰ τὴν ἐπὶ τῇ δυνάμει πεποίθησιν· ὅμοια τοῖς ὑπὸ γιγάντων τετολμῆσθαι λεγομένοις ὑφ᾽ Ἑλλήνων καὶ οὗτοι δράσαι παραδίδονται. [74] Νῶχος δὲ τοῖς πραττομένοις ὑπ᾽ αὐτῶν δυσχεραίνων καὶ τοῖς βουλεύμασιν ἀηδῶς ἔχων … ἐξεχώρησε τῆς γῆς. [75] Ὁ δὲ θεὸς τοῦτον μὲν τῆς δικαιοσύνης ἠγάπησε, κατεδίκαζε δ᾽ οὐκ ἐκείνων μόνων τῆς κακίας, ἀλλὰ καὶ πᾶν ὅσον ἦν ἀνθρώπινον τότε δόξαν αὐτῷ διαφθεῖραι … εἰς θάλασσαν τὴν ἤπειρον μετέβαλε. [76] καὶ οἱ μὲν οὕτως ἀφανίζονται πάντες, Νῶχος (Νώε) δὲ σώζεται μόνος ὑποθεμένου μηχανὴν αὐτῷ καὶ πόρον πρὸς σωτηρίαν τοῦ θεοῦ τοιαύτην·», Ιώσηπος, Ιουδ. Αρχαιολογία, 1,72-76.
Βλέπουμε ότι ο Ιώσηπος παραδέχεται:
1. Την δοξασία περί αγγέλων που έσμιξαν με γυναίκες (ἄγγελοι θεοῦ γυναιξὶ συνιόντες).
2. Ότι απ’ αυτήν την μίξη γεννήθηκαν ὑπερόπτες καλοῦ διὰ τὴν ἐπὶ τῇ δυνάμει πεποίθησιν. Όμως δεν τους ονομάζει γίγαντες, αλλά τους συγκρίνει με τους γίγαντες των ελληνικών μύθων (γιγάντων τετολμῆσθαι λεγομένοις ὑφ᾽ Ἑλλήνων).
3. Επίτηδες βάλαμε τα επόμενα λόγια του Ιώσηπου για τον κατακλυσμό του Νώε, για να φανεί ότι ο Ιώσηπος δεν κάνει λόγο για τα εγκλήματα των γιγάντων που έχει ο ψευδο-Ενώχ, ως αιτία του κατακλυσμού.
Φαίνεται ότι ο Ιώσηπος αναγκάζεται να δεχθεί την δοξασία για τους πονηρούς αγγέλους επειδή υιοθετεί την λανθασμένη γραφή των χειρογράφων «οι άγγελοι του Θεού», που προέρχεται απ’ τον Φίλωνα! Δεν κάνει όμως λόγο για ύπαρξη του ψευδο-Ενώχ, όπως και γενικότερα δεν μιλάει γι απόκρυφα ή άλλου είδους βιβλία θεόπνευστα ή προφητικά, όπως είδαμε παραπάνω στην αρίθμηση και ταξινόμηση των 22 βιβλίων της θεόπνευστης Γραφής των εβραίων που μας παραδίνει. Έτσι, κι αν ακόμα γνωρίζει τον ψευδο-Ενώχ και παίρνει την δοξασία απ’ αυτόν για να την ταιριάξει με την λανθασμένη γραφή των χειρογράφων «οι άγγελοι του Θεού» που προέρχεται απ’ τον Φίλωνα, που είναι μάλλον ο πιο πιθανός συνδυασμός, αρνείται να παραδεχθεί το απόκρυφο αλλά το απορρίπτει ως ψευδές βιβλίο! Κι αυτός είναι ο λόγος που δεν αναφέρει καθόλου τον ψευδο-Ενώχ.
Άρα, θεωρούμε ως ανώτατο χρονικό όριο της συγγραφής του ψευδο-Ενώχ την εποχή της συγγραφής της Ιουδαίκής Αρχαιολογίας του Ιωσήπου, δηλ. το διάστημα 90-93 μ.Χ.. Έτσι, ο ψευδο-Ενώχ γράφτηκε στο διάστημα 50-90 μ.Χ.. Ένας επιπλέον λόγος γι αυτό, βγαίνει απ’ τα χειρόγραφα της Νεκράς Θάλασσας ή του Κουμράν, που θα δούμε παρακάτω.
Ο πρώτος εκκλησιαστικός που αναφέρει τον ψευδο-Ενώχ είναι ο Ιουστίνος (100-165). Συγκεκριμένα δεν τον αναφέρει ονομαστί ως απόκρυφο βιβλίο, αλλά δέχεται την ιστορία των αποστατών αγγέλων (Παρατηρητών), διότι γράφει:
«οἱ δ' ἄγγελοι, παραβάντες τήνδε τὴν τάξιν, γυναικῶν μίξεσιν ἡττήθησαν καὶ παῖδας ἐτέκνωσαν, οἵ εἰσιν οἱ λεγόμενοι δαίμονες. καὶ προσέτι λοιπὸν τὸ ἀνθρώπειον γένος ἑαυτοῖς ἐδούλωσαν· τὰ μὲν διὰ μαγικῶν γραφῶν, τὰ δὲ διὰ φόβων καὶ τιμωριῶν, ὧν ἐπέφερον, τὰ δὲ διὰ διδαχῆς θυμάτων καὶ θυμιαμάτων καὶ σπονδῶν, ὧν ἐνδεεῖς γε γόνασι μετὰ τὸ πάθεσιν ἐπιθυμιῶν δουλωθῆναι· καὶ εἰς ἀνθρώπους φόνους, πολέμους, μοιχείας, ἀκολασίας καὶ πᾶσαν κακίαν ἔσπειραν. ὅθεν καὶ ποιηταὶ καὶ μυθολόγοι, ἀγνοοῦντες τοὺς ἀγγέλους καὶ τοὺς ἐξ αὐτῶν γεννηθέντας δαίμονας ταῦτα πρᾶξαι εἰς ἄρρενας καὶ θηλείας καὶ πόλεις καὶ ἔθνη, ἅπερ συνέγραψαν, εἰς αὐτὸν τὸν θεὸν καὶ τοὺς ὡς ἀπ' αὐτοῦ σπορᾷ γενομένους υἱοὺς καὶ τῶν λεχθέντων ἐκείνου ἀδελφῶν καὶ τέκνων ὁμοίως τῶν ἀπ' ἐκείνων, Ποσειδῶνος καὶ Πλούτωνος, ἀνήνεγκαν.»,
Ιουστίνος, Απολογία για τους Χριστιανούς Δεύτερη, PG 6,452B-453A.
Βλέπουμε δυστυχώς τον Ιουστίνο, παρόλο που υπήρξε μάρτυς, να παραδέχεται αυτήν την κακοδοξία περί αγγέλων. Κατηγορεί μάλιστα, τους αρχαίους ποιητές των ελλήνων που έγραψαν στις μυθολογίες τους για τους απογόνους που γέννησε ο Θεός με σπορά, όπως τον Ποσειδώνα και τον Πλούτωνα, και τους ανήγαγαν σε θεούς!
Μεγαλύτερη βέβαια η θρησκευτική πλάνη των αρχαίων ποιητών και ελλήνων που πιστεύουν σε τέτοιους μύθους, αλλά κι ο Ιουστίνος δεν αντιλαμβάνεται, ότι και ο ίδιος έχει πέσει θύμα σ’ ένα κλάσμα παρόμοιων μύθων. Βγαίνει λοιπόν το συμπέρασμα, ότι η πίστη του ανθρώπου δεν είναι κάτι σταθερό στην ποιότητα και στην ποσότητα, αλλά κάτι που επιδέχεται πρόοδο και βελτίωση, μέχρι να φτάσει στον τέλειο βαθμό. Άλλωστε αυτό επιβεβαιώνει και ο απ. Παύλος:
«μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τὴν ἑνότητα τῆς πίστεως καὶ τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, εἰς ἄνδρα τέλειον, εἰς μέτρον ἡλικίας τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ, 14 ἵνα μηκέτι ὦμεν νήπιοι, κλυδωνιζόμενοι καὶ περιφερόμενοι παντὶ ἀνέμῳ τῆς διδασκαλίας, ἐν τῇ κυβείᾳ τῶν ἀνθρώπων, ἐν πανουργίᾳ πρὸς τὴν μεθοδείαν τῆς πλάνης, 15 ἀληθεύοντες δὲ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτὸν τὰ πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός,», Εφ 4,13,15.
Μπορεί όμως κάποιος να μαρτυρήσει κι ας μην έχει την τέλεια πίστη, κι αυτό πιστεύουμε, είναι εκείνο που μετράει για τον Θεό!
Ο επόμενος που μαρτυρεί για τον ψευδο-Ενώχ είναι ο Κλήμης Αλεξανδρέας (150-215):
«"Εὐλογημένος εἶ ὁ βλέπων ἀβύσσους, καθήμενος ἐπὶ Χερουβίμ", ὁ ∆ανιὴλ λέγει, ὁμοδοξῶν τῷ Ἐνὼχ τῷ εἰρηκότι· "καὶ εἶδον τὰς ὕλας πάσας."», 2,1-2.
«ἤδη δὲ καὶ Ἐνώχ φησιν τοὺς παραβάντας ἀγγέλους διδάξαι τοὺς ἀνθρώπους ἀστρονομίαν καὶ μαντικὴν καὶ τὰς ἄλλας τέχνας.», 53,4.
Εκλογαί προφητικαί, που συνέγραψε ο Κλήμης γύρω στα τέλη του 2ου-αρχές 3ου αι. μ.Χ..
Απ’ τα λεγόμενά του Κλήμη καταλαβαίνουμε, ότι κι αυτός δίνει βάση σε μερικές «πληροφορίες» του ψευδο-Ενώχ, αφού πιστεύει στα «ουράνια ταξίδια» του Ενώχ, και ακόμα χειρότερα παραδέχεται την θεωρία περί «αγγέλων του Θεού» που κατέβηκαν στους ανθρώπους και δίδαξαν αστρονομία και μαντική!
Ο δε Ωριγένης (184-253) που υπήρξε μαθητής του Κλήμη, στο έργο του Κατά Κέλσου μιλάει για βιβλία του Ενώχ που δεν γίνονται δεκτά απ’ την Εκκλησία:
«Πολλῶ δὲ πλέον οὐ προσήσεται “ἅπερ” ἔοικε παρακούσας ἀπὸ τῶν τοῦ Ἐνὼχ γεγραμμένων τεθεικέναι ὁ Κέλσος. … Πάνυ δὲ συγκεχυμένως ἐν τῆ περὶ “τῶν ἐληλυθότων πρὸς ἀνθρώπους ἀγγέλων” ἐξετάσει τίθησι τὰ ἀτρανώτως ἐλθόντα εἰς αὐτὸν ἀπὸ τῶν έν τῶ Ἐνώχ γεγραμμένων. ἅτινα οὐδ΄ αὐτὰ φαίνεται ἀναγνοὺς (ο Κέλσος) οὐδὲ γνωρίσας ὅτι ἐν ταῖς ἐκκλησίαις οὐ πάνυ φέρεται ὡς θεῖα τὰ ἐπιγεγραμμένα τοῦ Ἐνὼχ βιβλία·», Ωριγένης, Κατά Κέλσου, PG 11,1265Β—1268Α.
Απορεί κανείς με την ορθή θεολογική θέση που έχει στο θέμα αυτό, ο κατά τ’ άλλα αιρετικός και τρομερός αλληγοριστής Ωριγένης! Μακάρι ως αποκλειστικά θεία να θεωρούσαν και οι σημερινοί θεολόγοι, τα βιβλία της Γραφής!
Ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία
Θα αφήσουμε τους αναγνώστες να διαβάσουν πρώτα όσα λέγονται απ’ τους νεώτερους θεολόγους για την Ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραματεία, έλληνες και ξένους, και μετά θα προσθέσουμε και τα δικά μας λίγα σχόλια.
Παραθέτουμε τα βασικά στοιχεία για την γραμματεία αυτή απ’ το βιβλίο του καθ. Θεολογίας Πανεπιστημίου Θεσ/νίκης Δ. Καϊμάκη, Η Ιουδαϊκή Αποκαλυπτική Γραμματεία και η Θεολογία της, 2007:
«Η Ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραματεία είναι ένα γραμματειακό είδος, το οποίο αναπτύχθηκε κυρίως στην περίοδο 200 π.Χ. με 100 μ.Χ. Στα κείμενα αυτά διαβάζουμε οράσεις για το μέλλον της ανθρωπότητας, αποκαλύψεις οι οποίες δίνονται από το Θεό μέσω του οραματιστή. … Στο βιβλίο του Δανιήλ έχει ήδη πολλά από τα χαρακτηριστικά αυτού του γραμματειακού είδους. Ως περισσότερο αντιπροσωπευτικό ωστόσο του είδους θεωρείται το βιβλίο του Ενώχ, το οποίο γράφεται περίπου την ίδια εποχή.»
«Έχουν διατυπωθεί διάφορες υποθέσεις για τις αιτίες που οδήγησαν στη γένεση αυτού του είδους καθώς και τους φορείς τέτοιων παραδόσεων (π.χ. σοφοί στη Βαβυλώνα ή Παλαιστίνη, Εσσαίοι, ευσεβείς της εποχής των Μακκαβαίων, Φαρισαίοι, ζηλωτές κτλ.). Είναι πιθανόν οι συγγραφείς τέτοιων κειμένων να ζούσαν σε ταραγμένες εποχές κι επιζητούσαν τη λύτρωση. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι οι αποκαλύψεις δεν περιορίζονται στον ιουδαϊκό χώρο κι ότι, όσον αφορά στο περιεχόμενό της, συνδέεται και με τη σοφιολογική γραμματεία.[3]», Δ. Καϊμάκης, Η Ιουδαϊκή Αποκαλυπτική Γραμματεία και η Θεολογία της, 2007, απ’ τον πρόλογο σελ. 9 και σελ. 13-14.
Απ’ τον πρόλογο επίσης του βιβλίου του μπορεί να βρει κάποιος αποσπάσματα και στις παρακάτω ιστοσελίδες:
https://www.taxiarhes-moschato.gr/2011/04/blog-post_07-4.html ,
http://theologikadromena.theo.auth.gr/?p=1026 .
Περίπου τα ίδια στοιχεία με περισσότερο βάρος στην ελευθέρωση και αποκατάσταση των δικαίων που αποτελούσαν τον περιούσιο λαό του Ισραήλ, μας δίνουν οι διαφάνειες που είναι αναρτημένες στην ηλεκτρονική σελίδα του Τμήματος Θεολογίας του πανεπιστημίου Αθηνών:
«Ο αποκαλυπτισμός είναι το κυρίαρχο φιλολογικό είδος της εποχής του Δεύτερου Ναού. Είναι φιλολογικό είδος, το οποίο εντυπώνει συγκεκριμένο τρόπο θρησκευτικής εμπειρίας. Ανάγκη απάντησης στα δεινά του έθνους και κυρίως των δικαίων. Διέπεται από την ελπίδα για μια καινούργια κατάσταση για τον άνθρωπο. Επιρροή σε όλα σχεδόν τα απελευθερωτικά κινήματα.»
Οι διαφάνειες αυτές έχουν πάλι το βιβλίο του Ενώχ πρώτο και κυριότερο στον κατάλογο, και στηρίζονται στη βιβλιογραφία διάσημων ερευνητών του είδους, ελλήνων και ξένων:
Αγουρίδης Χρ. Σ., Τα Απόκρυφα Κείμενα της Παλαιάς Διαθήκης, τομ. 1 & 2, Έννοια, Αθήνα 2004.
Ζάρρας Θ. Κ., Το Γεν. 5,21-24 και η μορφή του Ενώχ σε μεταγενέστερα ιουδαϊκά κείμενα, ΕΕΘΣΠΑ 38 (2003), Ιστορία της Εποχής της Καινής Διαθήκης, τομ. 1, Έννοια, Αθήνα 2005, Λαοί και Πολιτισμοί της Περιόδου του Δεύτερου Ναού, Έννοια, Αθήνα 2008.
Charlesworth H. J. (ed.), The Old Testament Pseudepigrapha, τομ. 1 & 2, Doubleday, N. York 1985.
Vanderkam C. J., Enoch. A Man for All Generations, University of South Carolina Press 1995.
Εισαγωγή στην αποκαλυπτική γραμματεία – eClass
Αξιόλογοι έλληνες θεολόγοι με το ορθό δόγμα – Το βιβλίο του Δανιήλ
Υπάρχουν όμως και άλλοι δικοί μας θεολόγοι ερευνητές που εκπονούν αξιόλογο έργο και συμπεράσματα που δεν συμφωνούν με τις θεωρίες των παραπάνω καθηγητών περί αποκαλυπτικής γραμματείας, η οποία δεν έχει σχέση με την βιβλική γιατί είναι απόκρυφη. Έτσι, ο Ιωάννης Στεφούλης στην διδακτορική του διατριβή, Το βιβλίο του Δανιήλ και η προφητεία (Θεσ/νίκη, 2000, https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/13501 ), ξεχωρίζει καθαρά την βιβλική προφητεία και αποκάλυψη απ’ εκείνη την δήθεν αποκαλυπτική των αποκρύφων:
«Καμμία παράδοση και καμμία ομάδα δεν μπορεί να αναγνωρισθεί στις βιβλικές πηγές, η οποία να έχει καλλιεργήσει αυτόν τον τύπο της θεωρητικής “επιστημονικής” σοφίας», σελ. 14.
Αλλού πάλι επισημαίνει την διαφωνία των ερευνητών πάνω στο θέμα της αποκαλυπτικής:
«δεν στάθηκε δυνατό να επιτευχθεί μια γενικότερη συμφωνία για έναν κοινώς αποδεκτό ορισμό της αποκαλυπτικής, και προσδιορισμό των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της.», σελ. 22.
Ειδικά για το βιβλίο του ψευδο-Ενώχ ο Στεφούλης λέει τα εξής, στιγματίζοντας την ψευδο-αυθεντία που σερβίρει, ακόμα και ενάντια στον θεόδοτο μωσαϊκό νόμο:
«Για τον Ενώχ, η μωσαϊκή αποκάλυψη είναι ανεπαρκής, έτσι ώστε να υπάρχει η ανάγκη για μια υψηλότερη αγγελική αποκάλυψη, όπου παρέχονται καινούργιες πληροφορίες, τις οποίες μόνον ο Ενώχ θα πρέπει να δει.»!, σελ. 14.
«Είναι σημαντικό ότι αυτές οι αποκαλύψεις δίνονται σε ένα πρόσωπο αρχαιότερο από τον Μωυσή, αρχαιότερο ακόμη και από τον ίδιο τον Ισραηλιτικό λαό, ενώ κάποιες διαθηκικές νύξεις τοποθετούνται πλέον σε μια νέα συνάφεια ενός κοσμικού παρά ενός δευτερονομιστικού Νόμου», σελ. 14. Παραπέμπει και στους: J J Collins. The Place of Apocalypticism in the Religion of Israel, στον τιμ. τόμ. για τον F.M. Cross, Ρ. D. Miller, Ancient Israelite Religion, Philadelphia 1987, σσ. 548-556 (σημ. 58).
Απ’ την άλλη μεριά ο Στεφούλης επισημαίνει την τάση των νεώτερων ερευνητών να μην παραδέχονται τον Δανιήλ ως αποκαλυπτικό, σελ. 14-15. Συνεχίζοντας λέει ότι η ιταλική σχολή με κύριο εκπρόσωπο τον P. Sacchi δεν παραδέχεται τον Δανιήλ ως αποκαλυπτικό βιβλίο, ενώ απεναντίας θεωρεί το Ενώχ ως το γνήσιο αποκαλυπτικό (σελ. 26)!
Ο Στεφούλης αποστομώνει όλους τους ξένους των νεώτερων ερμηνευτικών σχολών που αμφισβητούν τον Δανιήλ και θέλουν να τον υποβιβάσουν ως βιβλίο έναντι του ψευδο-Ενώχ, διακρίνοντας τον σύνδεσμο που έχει με τ’ άλλα βιβλικά προφητικά βιβλία, ξεχωρίζοντάς τον έτσι απ’ τον ψευδο-Ενώχ με τον καθαρό φιλολογικό του χαρακτήρα του είδους της Σοφιολογικής γραμματείας[3], και προβάλλοντας την βιβλική και θεόπνευστη προέλευση του Δανιήλ:
«Καταρχήν, οι συγγραφείς των κειμένων αυτών δείχνουν έντονο ενδιαφέρον για ένα είδος σοφίας που είναι ανεύρετο στη βιβλική παράδοση της Παλαιάς Διαθήκης, την λεγόμενη κατ’ αυτούς “επιστημονική” σοφία, που ως αντικείμενο της έχει το φυσικό κόσμο και τις λειτουργίες του, τα “μυστικά” του, τα οποία και προσπαθεί να αποκαλύψει. Επίσης, φιλολογικώς τα απόκρυφα αποκαλυπτικά έργα εμφανίζουν μια ιδιότυπη ανάμειξη μορφών από διάφορα λογοτεχνικά είδη, ενω το βιβλίο του Δανιήλ εμφανίζει τη δομή ενός προφητικού έργου στην πιο πλήρη συμμετρία του, ενώ τα επιμέρους είδη του, οι αφηγήσεις και τα οράματα, έχουν τα ίδια χαρακτηριστικά με εκείνα της προγενέστερης βιβλικής παράδοσης. Ακόμη, είναι ενδεικτική η αδιαφορία του Ενώχ για το μωσαϊκό Νόμο και την αποκάλυψή του. Αντίθετα, ο συγγραφέας του Δανιήλ, συνεχίζοντας στη μεταιχμαλωσιακή παράδοση, δίνει στο Μωυσή και το Νόμο του, αλλά και στην ίδια τη Διαθήκη, μια εξέχουσα θέση», σελ. 131.
Επιβεβαιώνει επίσης ο Στεφούλης την θέση μας για τα βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης (εδώ των προφητών) που θεωρούνταν Αγία Γραφή λίγο μετά που γράφονταν:
«Τα προφητικά βιβλία είχαν ηδη γίνει Αγία Γραφή στα βιβλικά χρόνια, πολύ πριν κλείσει ο Κανόνας της Παλαιάς Διαθήκης.», σελ. 59-60.
Βλέπουμε λοιπόν το μένος που έχουν οι «νεώτεροι θεολόγοι ερευνητές» να εξυψώνουν από την μια μεριά το βιβλίο του Ενώχ ως αποκαλυπτικό (μαζί και με άλλα απόκρυφα), και απ’ την άλλη να υποβιβάζουν τον Δανιήλ ως μη αποκαλυπτικό! Κι όσο για το αλαλούμ που υπάρχει στην έλλειψη συμφωνίας των ερευνητών για ένα συστηματικό πλαίσιο και χαρακτήρα των έργων της αποκαλυπτικής γραμματείας, οφείλεται γιατί θέλουν πεισματικά να εντάξουν και να προσομοιάσουν μέσα στην θολή και δήθεν επιστημονική «μαντική» των απόκρυφων, την προφητική αλήθεια των βιβλικών κειμένων!
Όμως το μένος εναντίον του Δανιήλ δεν είναι ούτε τυχαίο, ούτε νέο. Είναι αρκετά αρχαίο αφού συναντάμε τον Θεοδώρητο Κύρου (393-457) να υπερασπίζεται σθεναρά τον Δανιήλ έναντι της αμφισβήτησης που προέρχεται αρχικά απ’ τους Ιουδαίους (!):
«Ἔπειτα δὲ ἡμᾶς ἡ Ἰουδαίων ἄνοιά τε καὶ ἀναίδεια παρασκευάζει τοὺς μὲν ἄλλους ἐν τῷ παρόντι καταλιπεῖν, τὰς δὲ τούτου προῤῥήσεις γυμνοῦν, καὶ δήλας ποιεῖν· εἰς γὰρ τοσαύτην ἀναισχυντίαν ἤλασαν, ὡς καὶ τοῦ χοροῦ τῶν προφητῶν τοῦτον [τον Δανιήλ] ἀποσχοινίζειν, καὶ αὐτῆς αὐτὸν τῆς προφητικῆς προσηγορίας ἀποστερεῖν. Ἔστι δὲ αὐτῶν ἀναιδὲς μὲν, οὐκ ἀπὸ σκοποῦ δὲ τὸ τέχνασμα· ἐπειδὴ γὰρ τῶν ἄλλων ἁπάντων πολλῷ σαφέστερον τὴν τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ προεθέσπισε παρουσίαν, οὐ μόνον ἃ ποιήσει προαγορεύσας, ἀλλὰ καὶ τὸν χρόνον προειρηκὼς, καὶ τὸν μέχρι τῆς αὐτοῦ παρουσίας τῶν ἐτῶν ἐντεθεικὼς ἀριθμὸν, καὶ ἅπαν τα σαφῶς καταλέξας τὰ τούτους αὐτοὺς μετὰ τὴν ἀπιστίαν καταληψόμενα λυπηρὰ, εἰκότως, ἅτε δὴ θεομισεῖς καὶ τῆς ἀληθείας ἐχθροὶ, τολμῶσιν ἀναιδῶς λέγειν ὡς οὐκ ἔστι προφήτης ὁ ταῦτα καὶ μυρία ἕτερα χρησμολογήσας, ἀποχρῆν ἡγούμενοι τὴν οἰκείαν ἀπόφασιν εἰς τὴν τοῦ ψεύδους βεβαίωσιν.», Θεοδώρητος, Υπόμνημα στον Δανιήλ, PG 81,1260.
Βλέπουμε τον Θεοδώρητο να χτυπάει τους Ιουδαίους εκεί που πονάνε. Αυτοί έφτασαν ν’ αρνούνται τον Δανιήλ ενώ τον είχαν για μεγάλο προφήτη ανάμεσα στους 4 μεγάλους (Ησαΐα, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ), γιατί λέει ότι ο Δανιήλ χρησμολόγησε όχι μόνο την δράση του Χριστού, αλλά και τον ακριβή χρόνο της παρουσίας Του! [Πράγματι ο Δανιήλ τα λέει αυτά στο κεφ. 9, αλλ’ αυτό θα το διαπραγματευτούμε σε άλλη σελίδα μας και συνέχεια στην ίδια αυτή ενότητα.]
Οι εβραίοι στο τέλος, επειδή δεν μπορούσαν να πετάξουν απ’ τον κανόνα τους ένα τόσο μεγάλο βιβλίο όπως έκαναν με το μικρό βιβλίο του Βαρούχ, αναγκάστηκαν να κατατάξουν τον Δανιήλ εκ νέου, και τον ενέταξαν στα … Αγιόγραφά τους, και όχι στα Προφητικά! Όλες αυτές οι παλινδρομήσεις τους όμως δείχνουν πόσο ψεύτες και αμετανόητοι είναι!
Όμως οι εβραίοι και οι μεγάλοι ηγέτες και διδάσκαλοι του Ιουδαϊσμού δεν είχαν κανένα λόγο στην προ Χριστού εποχή να φτιάξουν αποκαλυπτική γραμματεία με μυθολογούμενα κατασκευάσματα που στο νόημα όχι δεν μόνο δεν έχουν σχέση με την Γραφή, αλλά επιπλέον περιέχουν ιδέες αντίθετες με αυτήν. Κι επειδή τέτοια «αποκαλυπτικά κατασκευάσματα» δεν μπορούν να φτάσουν το πνευματικό ύψος της θεόπνευστης Γραφής, κανείς δεν θα τους έδινε σημασία. Εξάλλου, τέτοια παραχάραξη της Γραφής δεν τόλμησε ποτέ κανείς όπως είδαμε, ούτε αυτός ο τρομερός αλληγοριστής Φίλων. Και οι παραδόσεις των πρεσβυτέρων που είδαμε να κατηγορούνται απ’ τον Χριστό ως ανούσιες, δεν ήταν παρά τυπικές διατάξεις καθημερινότητας και ποτέ «αποκαλύψεις»!
Γιατί όμως οι ιουδαίοι να φτιάξουν «αποκαλύψεις» στην μετά Χριστόν εποχή;
Απάντηση: Διότι ο Χριστός ήταν που έφερε τα πάνω κάτω στον Ιουδαϊσμό, και «έσπασε» το ψέμα και τον φθόνο σε πολλά κομμάτια. Κι ενώ πολλά απ’ τα ψευδή και φθονερά κομμάτια έγιναν αιρέσεις του Χριστιανισμού με μίξη ιουδαϊκών και άλλων στοιχείων (γνωστικοί, ιουδαΐζοντες), άλλα ψευδή κομμάτια τους δημιούργησαν επαναστατικές ιδέες με προκάλυμμα κάποιες «θεϊκές αποκαλύψεις». Ένα τέτοιο κομμάτι απ’ τα πολλά που ξεχώρισε για την ιδιαίτερη οργάνωση και τον ασκητισμό του, καθώς και άλλα στοιχεία που έμοιαζαν πολύ με των χριστιανών, ήταν οι Εσσαίοι. Θα τους δούμε σ’ επόμενη σελίδα μας στην ίδια ενότητα.
Στην προ Χριστού εποχή έχουμε βέβαια την επανάσταση των Μακκαβαίων που υποτίθεται ότι εξιστορούν τα Μακκαβαϊκά βιβλία, αλλά η αληθινή χρονολόγησή των Μακκαβαϊκών πηγαίνει στον 2ο αι. μ.Χ..
Και όλη η ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία μορφώθηκε ως αντίπαλο δέος προς τον Χριστιανισμό από φθόνο, με μια υποκατηγορία της που έτρεφε ιδαίτερα τις επαναστατικές ιδέες για την αποτίναξη των ρωμαίων κατακτητών!
Αλλά λόγω της κατώτατης πνευματικής στάθμης των «αποκαλυπτικών» αυτών βιβλίων, ποτέ οι ιουδαίοι ραββίνοι δεν τα ενέταξαν στον κανόνα των γνήσιων βιβλίων τους!
Υποσημείωση
[3] Σοφιολογική γραμματεία ονομάστηκε το είδος των αρχαίων ιουδαϊκών κειμένων που περιέχει σοφά λόγια για τον βίο των ανθρώπων ώστε να τον διάγουν μέσω αρετής και υπακοής στον Θεό. Έτσι στην σοφιολογική γραμματεία κατατάσσουν τα βιβλικά έργα του Σολομώντα και άλλα κομμάτια βιβλικά, καθώς και τα δευτεροκανονικά βιβλία, Σοφία Σολομώντος (αυτό είναι και ψευδεπίγραφο) και Σοφία Σειράχ, και άλλες ιουδαϊκές παραδόσεις του ίδιου είδους που υποτίθεται ότι υπήρχαν τους τελευταίους αιώνες π.Χ..
Πρόκειται δηλ. γι άλλο ένα τέχνασμα υποβιβασμού των βιβλικών και θεοπνεύστων βιβλίων, ώστε αυτά κάτω απ’ τον τίτλο σοφιολογικά, να εξισωθούν με λόγους ανθρώπων που αδιαφορούν για την αληθινή ηθική που θέλει ο Θεός, και πλάθουν μια ηθική που μόνο κατά το εξωτερικό κάλυμμα μοιάζει με του Θεού! Ας δώσουμε λίγα παραδείγματα απ’ την Σοφία Σειράχ:
1. «τέκνα σοί ἐστι, παίδευσον αὐτά, καὶ κάμψον ἐκ νεότητος τὸν τράχηλον αὐτῶν. 24 θυγατέρες σοί εἰσι, πρόσεχε τῷ σώματι αὐτῶν (;), καὶ μὴ ἱλαρώσῃς πρὸς αὐτὰς τὸ πρόσωπόν σου.», Σειράχ 7,23-24.
Εδώ βλέπουμε αφενός την καλή συμβουλή που δίνεται στον γονέα με το ρήμα παίδευσον προς τα τέκνα, αλλά στον επόμενο στίχο που μιλάει μόνο για θυγατέρες, προτρέπει τον γονέα να μην ιλαρώσει προς αυτές, δηλ. να μην φανεί γλυκός ή με χαμόγελο! Κάτι που φυσικά δεν συνάδει με το πνεύμα της Γραφής! Διότι πουθενά στη Γραφή δεν φαίνεται μια τέτοια αυστηρή συμπεριφορά γονιών προς θυγατέρες. Απεναντίας φαίνεται η γλυκιά συμπεριφορά του Βαθουήλ προς την κόρη του Ρεβέκκα όταν της δίνει απόλυτη ελευθερία να διαλέξει αν θέλει να πάει νύφη ή όχι σ’ ένα μακρινό μέρος, και σ’ έναν γαμπρό που δεν τον ξέρει (τον Ισαάκ, Γε 24,57-61)!
Και τί σημαίνει η φράση «πρόσεχε τῷ σώματι αὐτῶν»; Τί ακριβώς πρέπει να προσέχει ένας γονέας στο σώμα των θυγατέρων του που δεν χρειάζεται να προσέχει στο σώμα των γιων του; Αρκετά μυστηριώδης κι αινιγματική φράση που μάλλον παραπέμπει σε αυστηρή επιτήρηση των νεαρών κοριτσιών που μόλις αρχίσουν ν’ αποκτούν καμπύλες, περιορίζονται οι έξοδοί τους απ’ το σπίτι για την παρθενική τους προστασία και υπόληψη. Τέτοιου είδους περιορισμοί όμως δεν φαίνονται αλλού στην Γραφή, ούτε και σ’ αυτόν ακόμα τον μωσαϊκό νόμο! Ο περιορισμός αυτός μας θυμίζει την νεαρή κοπέλα του Άσματος των Ασμάτων που λέει με παράπονο:
«5 μέλαινά εἰμι ἐγὼ καὶ καλή, θυγατέρες ῾Ιερουσαλήμ, … υἱοὶ μητρός μου ἐμαχέσαντο ἐν ἐμοί, ἔθεντό με φυλάκισσαν ἐν ἀμπελῶσιν·», Άσμα 1,5-6.
«8 ἀδελφὴ ἡμῶν μικρὰ καὶ μαστοὺς οὐκ ἔχει· τί ποιήσωμεν τῇ ἀδελφῇ ἡμῶν ἐν ἡμέρᾳ, ᾗ ἐὰν λαληθῇ ἐν αὐτῇ;», Άσμα 8,8.
Στους πρώτους στίχους που παραθέσαμε μιλάει η νεαρή κοπέλα που παραπονιέται ότι επειδή είναι όμορφη, οι αδερφοί της την φυλάκισαν σ’ έναν αμπελώνα (εννοείται στο κτίσμα του αμπελώνα), ενώ στον δεύτερο (8,8) μιλάνε οι αδερφοί της που θέλουν να πάρουν μέτρα για να την περιορίσουν όταν θα … μεγαλώσει και θα φανεί η ήβη της.
Ας δούμε τώρα κάτι άλλο που είναι άξιο προσοχής στο εν λόγω χωρίο του Σειράχ: το ρήμα ιλαρώσεις. Αυτή η μορφή του ρήματος συναντάται άλλες 2 φορές στον Σειράχ (35,8 & 43,22) και είναι οι μοναδικές σ’ όλη την ελληνική γραμματεία, γι αυτό και το λεξικό LSK έχει μόνο αυτήν την παραπομπή! Ενώ η μορφή ιλαρύνεις συναντάται στους Ο΄ (Εβδομήκοντα, Ψα 103,15) και λίγες φορές σ’ εκκλησιαστικούς συγγραφείς. Το γεγονός ότι καμία απ’ τις 2 μορφές του ρήματος δεν συναντάται στους θύραθεν αρχαιους συγγραφείς, μας δείχνει ότι δεν υπήρχε το ρήμα στην ελληνική γλώσσα αλλά μόνο το ουσιαστικό ιλαρός. Και το ρήμα είναι πρωτοτυπία των Ο΄. Όμως, το ότι ο Σειράχ παραδίδει διαφορετική μορφή του ρήματος απ’ τους Ο΄, δείχνει μια γλωσσική ανεξαρτησία κι ένα μικρό σημάδι ότι δεν συνδέεται με τους Ο΄ που μας έχουν δώσει την θεόπνευστη Μετάφραση της Παλαιάς Διαθήης στα ελληνικά. [Υπάρχουν και άλλα πολλά γλωσσικά σημάδια αυτής της διαφοροποίησης των δευτεροκανονικών απ’ τους Ο΄ που μας δείχνουν ότι τα δευτεροκανονικά δεν ανήκουν στην μετάφραση των Ο΄, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος να το εξετάσουμε. Αν μας αξιώσει ο Θεός θα το κάνουμε στο μέλλον.]
2. « ΜΗ διαμάχου μετὰ ἀνθρώπου δυνάστου, μήποτε ἐμπέσῃς εἰς τὰς χεῖρας αὐτοῦ.», Σειράχ 8,1.
Εδώ, το χωρίο συγκρούεται με την θεόπνευστη Γραφή καθώς αυτή αφηγείται την ελεγκτική συμπεριφορά διαφόρων προφητών σε άνομους βασιλείς, όπως ο (), ο Ηλίας στον Αχαάβ, και ο Ιωάννης Βαπτιστής στον Ηρώδη (). Ο έλεγχος των προφητών προς τους άρχοντες και βασιλείς, ήταν σύνηθες φαινόμενο στις μακρές εποχές αποστασίας του Ισραήλ αφού ο βασιλιάς ήταν συχνά ο πρωταίτιος και το υπόδειγμα της αποστασίας. Κι ο κάθε προφήτης μπροστά στην ανομία και ασέβεια, αψήφιζε με θάρρος τα οποιαδήποτε αντίποινα με τα οποία θ’ αντιδρούσε ο άρχοντας εναντίον του. Και φυσικά οι περισσότεροι προφήτες υπέμειναν σκληρά αντίποινα μέχρι και θάνατο. Αρκεί να θυμηθούμε την «κεφαλή επί πίνακι» του Ιωάννη Βαπτιστή.
3. «βάρος ὑπὲρ σὲ μὴ ἄρῃς, καὶ ἰσχυροτέρῳ σου καὶ πλουσιωτέρῳ μὴ κοινώνει. τί κοινωνήσει χύτρα πρὸς λέβητα; αὕτη προσκρούσει, καὶ αὕτη συντριβήσεται.», Σειράχ 13,2.
Εδώ πάλι έχουμε κάτι σχεδόν αντίστροφο απ’ το προηγούμενο. Ο Σειράχ προτρέπει την μη κοινωνία με τους πλούσιους και ισχυρούς. Όμως, ξέρουμε ότι ο προφήτης Νάθαν ήταν φίλος με τον Δαβίδ που ήταν βασιλιάς, και πολλές φορές έτρωγε μαζί του!
Αυτά τα 3 παραδείγματα αρκούν για την ώρα, προκειμένου να δώσουμε μια εικόνα της άνοστης και γεμάτης λάθη Σοφιολογικής γραμματείας. Τα βιβλικά κομμάτια απ’ τα βιβλία των Ψαλμών, Ιώβ και προφητών, και τα βιβλία του Σολομώντα (Παροιμίες & Εκκλησιαστής) είναι θεοπνεύστως σοφά λόγια γιατί είναι του Θεού! Και δεν έχουν σχέση ούτε με τα προϊόντα της ιουδαϊκής και ραββινικής φιλολογίας με τα «ωραία λόγια» όπως η Σοφία Σειράχ, ούτε με τ’ απόκρυφα των ιουδαίων ή των γνωστικών συστημάτων της ψευδώνυμης σοφίας!