Η ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙA & Ο ΚΑΥΧΗΣΙΑΡΗΣ ΣΙΑΜΑΚΗΣ

lion and lion wall art
lion and lion wall art
THE LETTER OF JEREMIAH & THE BOASTFUL SIAMAKIS

                                                                                     Θεσσαλονίκη  22-10-2016 (αρχική δημοσίευση) 6-10-2021 (πρόσφατη δημοσίευση με προσθήκες)

Ο Σιαμάκης στις Μελέτες 1 (2008) και στο άρθρο «Ο Βιβλικός Κανών της Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας» και στα σχόλια που έχει στο τέλος (βλέπε την ιστοσελίδα του, http://philologus.gr/4/68-2010-01-01-01-22-30/88-2009-02-01-20-33-58 ), γράφει για μια σπουδαία βιβλική “ανακάλυψή” του:

«Και ως Ιερεμίου Επιστολήν εννοεί (ο Μ.Αθανάσιος στον κανόνα των θεοπνεύστων βιβλίων που παραδίδει) όπως ανακάλυψα, το κείμενο το οποίο στις έντυπες εκδόσεις φέρεται ως Ιερεμίου κεφάλαια 36-38, και το οποίο είναι ανεξάρτητο βιβλίο του προφήτου Ιερεμίου, η Επιστολή του, σφηνωμένη μεταγενεστέρως στη θέση που βρίσκεται. Στην ανακάλυψή μου αυτή με οδήγησαν αφ’ ενός η πίστη μου στην Βίβλο και αφ’ ετέρου η εμπιστοσύνη μου στην ιερά παράδοση της εκκλησίας, … το συμπέρασμά μου είναι συμπέρασμα γραμματολογικό και ιστορικό, βγαλμένο με τον τρόπο που συμπέραναν ο Μ. Αθανάσιος, και οι άλλοι τέτοιοι εκκλησιαστικοί συγγραφείς, …».

Ο κάθε απονήρευτος αναγνώστης που διαβάζει τα παραπάνω (όπως κι εγώ τότε που ήμουν μαθητής του), βγάζει το συμπέρασμα ότι ο Σιαμάκης επειδή είναι πολύ καλός φιλόλογος και γνωρίζει πολύ καλά την παράδοση της εκκλησίας και τα κείμενα των εκκλησιαστικών συγγραφέων, είναι ικανός να κάνει ανακαλύψεις και να προσδιορίζει έτσι το σωστό κείμενο της Βίβλου. Και τον θαυμάζει σαν ένα πολύ πιστό άνθρωπο και υπέρμαχο της ορθοδοξίας. Ένας προσεκτικός αναγνώστης όμως που μελετάει συχνά την Βίβλο και γνωρίζει το πνεύμα της και το ύφος των βιβλίων της, μόλις διαβάσει την φερόμενη Επιστολή Ιερεμίου που ήδη έχει επισημανθεί από τον Ι. Γιαννακόπουλο ως δευτεροκανονική (θα δούμε τα στοιχεία που παρουσιάζει παρακάτω) αλλά και από άλλους (Α. Χαστούπη, καθηγητή Θεολογικής Σχολής Θεσ/νίκης, Η Παλαιά Διαθήκη, κείμενο και ερμηνευτική παράφραση, Αθήνα, 1960), καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί να είναι γνήσια για τους παρακάτω λόγους:

1) Δίνει σαν διάρκεια της βαβυλωνίου αιχμαλωσίας 7 γενιές, (στίχος 2, όλη η Επιστολή είναι 72 στίχοι). Την στιγμή που έχουμε 5 χωρία της Π. Διαθήκης, απ’ τα οποία μάλιστα τα 2 είναι του Ιερεμία, όπου δίνεται η διάρκεια της αιχμαλωσίας σε 70 έτη: Ιερ 25,11-12 και 36,10, Β΄Πα 36,21, Ζα 7,5, Δα 9,2.

2) Το ύφος της είναι μαλακό και αδύναμο, έναντι όλων των προφητών (και χωρίς εξαίρεση φυσικά του Ιερεμία) που είναι πολύ δυνατό και τσουχτερά ελεγκτικό.

3) Ως προς το θέμα που εξετάζει είναι εξαιρετικά φτωχό αφού ασχολείται μόνο με τα είδωλα (ξύλινα και μεταλλικά, επίχρυσα κι επάργυρα) των βαβυλωνίων απαριθμώντας τα μειονεκτήματα τους, και πολύ συχνά καταλήγει στην ερώτηση-συμπέρασμα: «Πώς ουν νομιστέον ή κλητέον (ή ενδεκτέον) ως θεούς αυτούς υπάρχειν;» (στίχοι 29, 39, 44, 51, 56), σαν να δημιουργεί μια μαθηματική μέθοδο σκέψης που οδηγεί μέσω της λογικής στην εις άτοπο απαγωγή. Το κείμενο όμως της Γραφής δεν παρέχει πουθενά τέτοιου είδους σκεπτικό, κι ούτε φαίνεται να ενδιαφέρεται για τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι λύνουν προβλήματα λογικής. Διότι για τον Θεό η λογική στον άνθρωπο είναι δεδομένη, αφού αυτός την δημιούργησε, κι έτσι η Γραφή θεωρεί την πίστη στον αληθινό στον Θεό ως αυτονόητη.

4) Η γλώσσα της παρουσιάζει απ’ τη μια αττικισμούς και απ’ την άλλη συντακτικά λάθη και λέξεις που δείχνουν όχι και πολύ καλή γνώση της αρχαίας ελληνικής και τάση προς την κοινή ελληνιστική των πρώτων αιώνων μ.Χ..

Έτσι, τα επίθετα περίχρυσος και περιάργυρος που αναφέρει συχνά για τα είδωλα (στ. 7, 38, 50, 54, 56, 69, 70) και τα ρηματικά επίθετα νομιστέον και κλητέον που είδαμε πριν, είναι αρκετά πρώιμα και χρησιμοποιούνται από πολύ αρχαίους συγγραφείς όπως οι Πλάτων, Αριστοτέλης και Επίκουρος και από πολύ αρχαίες επιγραφές (βλέπε λεξικό LSK). Ο συγγραφέας χρησιμοποιεί αυτές τις λέξεις για να δώσει την εντύπωση ότι η Επιστολή είναι πολύ αρχαία, δηλ. μερικούς αιώνες προ Χριστού. Όμως παρακάτω θα δούμε άλλα στοιχεία που φανερώνουν την προσποίησή του.

Η δε λέξη ενδεκτέον (στ. 56), δεν συναντάται πουθενά στους προ Χριστού συγγραφείς παρά μόνο αργότερα στον Ωριγένη (βλέπε λεξικό LSK) και στον Απολλώνιο Δύσκολο, γραμματικό του 2ου αι. μ.Χ. (ένδεκτον, βλέπε τον θησαυρό TLG) και σημαίνει πάντα κάτι που ενδέχεται να υπάρχει ή να γίνει. Δηλ. η λέξη ενδεκτέον δείχνει την πιθανότητα ή το ενδεχόμενο (όπως λέμε σήμερα) να συμβαίνει κάτι, και άρα ο συγγραφέας της Επιστολής την χρησιμοποιεί με λάθος έννοια. Γενικότερα οι λέξεις νομιστέον, κλητέον και ενδεκτέον δεν συναντώνται πουθενά στο κείμενο των Εβδομήκοντα, κι ούτε φυσικά στον Ιερεμία.

Άλλη λέξη που ενισχύει το νόθο της Επιστολής είναι η λέξη περίδειπνο (στ. 31). Αυτή σημαίνει το τραπέζι που γίνεται στο θάνατο κάποιου και μας θυμίζει τον καφέ και το κουλουράκι που κερνούν οι συγγενείς του θανόντος μετά την κηδεία του. Και βέβαια θυμίζει και το τραπέζι με φαγητό σε μετέπειτα μνημόσυνο (σαρανταήμερο ή ετήσιο). Για όλ’ αυτά όμως η Παλαιά Διαθήκη δεν κάνει καμιά αναφορά πέρα απ’ το απλό θάψιμο του νεκρού. Τέτοιου είδους νεκρικά έθιμα με τραπέζια και με κόλλυβα είχαν οι αρχαίοι έλληνες, οι οποίοι μάλιστα άφηναν και φαγητά στους τάφους και σε σταυροδρόμια με την ιδέα ότι θα βγουν οι νεκροί να τα φάνε. Βλέπε και Λεξικό του Φωτίου που εξηγεί την φράση: «Οὐκ ἐπαινεθείης, οὐδ’ ἐν περιδείπνῳ», R. Porson, Φωτίου τοῦ πατριάρχου λέξεων συναγωγή, pts. 1-2, Cambridge, Cambridge University Press, 1822, σελ. 359 (TLG).

Το επίθετο φιλόκοσμος που σημαίνει αυτόν που του αρέσει να φοράει κοσμήματα και το χρησιμοποιεί η Επιστολή για τα είδωλα (στ. 8), δεν συναντάται παρά μόνο στη μετά Χριστόν εποχή, στον Χαρίτωνα Αφροδισιέα (μυθιστοριογράφο, 1ος-2ος αι. μ.Χ.) και στον Κλαύδιο Αλιανό (ρήτορα, 175-235 μ.Χ.), και σ’ εκκλησιαστικούς συγγραφείς (TLG).

Το ρηματικό επίθετο καθιδρυμένος χρησιμοποιεί η Επιστολή για τα είδωλα που τοποθετούνται μέσα στα σπίτια (στ. 15), αλλά δεν χρησιμοποιείται στην αρχαία ελληνική και δείχνει την τάση του συγγραφέα προς την κοινή ελληνιστική γλώσσα και στον εκδημοτικισμό.

Παρόμοια τάση φαίνεται και στη χρήση του ρηματικού επίθετου αφομοιωμένος για να δείξει ότι τα είδωλα δεν έχουν δυνάμεις ουρανίων φαινομένων (λάμψη αστέρων, αστραπές και κεραυνοί) και δημιουργεί ασυνταξία: «ταῦτα δὲ οὔτε ταῖς ἰδέαις οὔτε ταῖς δυνάμεσιν αὐτῶν ἀφωμοιωμένα ἐστίν.», στ. 62 .

Η αναφορά στις «πόρνες επί του στέγους» (στ. 9) ανευρίσκεται στους θύραθεν μόνο στον Μανέθωνα (LSK), αιγύπτιο ιστορικό του 3ου π.Χ. αι. Πρόκειται για τις πόρνες που κάθονταν σε στεγασμένο πορνείο σε αντιδιαστολή μ’ εκείνες του δρόμου, και στέκονταν σε υπερυψωμένο σημείο (λίγο κάτω απ’ τη στέγη), σε παράθυρο ή μπαλκόνι για να βρίσκονται σε κοινή θέα απ’ τους διερχόμενους. Στην Επιστολή χρησιμοποιούνται ως παραλήπτες των πολυτίμων μετάλλων χρυσού και αργύρου που δίνουν σ’ αυτές οι ιερείς των ειδώλων αφού κρατήσουν αυτοί πρώτα το μερίδιό τους, κλέβοντάς το απ’ τα ίδια τα είδωλα. Εφόσον μόνο ο Μανέθων εισάγει την εν λόγω φράση, αυτή είναι πολύ ενδεικτική του τόπου του συγγραφέα της Επιστολής.

Τέλος, υπάρχει στην Επιστολή μια αναφορά που δεν έχει άμεση σχέση με το θέμα της. Πρόκειται πάλι για πόρνες αλλ’ αυτή τη φορά αναφέρονται ως του δρόμου (στ. 42-43), και περιγράφονται ως ιέρειες (ιερόδουλες) που «θυμιατίζουν τα πίτυρα» ενώ παράλληλα «κάνουν πιάτσα» περιμένοντας πελάτη. Έχουν τυλιγμένο σχοινί στη μέση τους τ’ οποίο τραβάει ο δυνητικός πελάτης και λύνει. Κατόπιν αυτή που υπέστη ένα τουλάχιστον τέτοιο λύσιμο, καυχιέται για την επιτυχία της και κοροϊδεύει την άλλη πόρνη-ιέρεια που δεν αξιώθηκε ακόμα το λύσιμο του σχοινιού της. Ίσως αυτό να γίνεται σε μια συγκεκριμένη γιορτή του ειδωλικού θεού ή πάλι να γίνεται καθ’ όλο το έτος σαν λατρεία ενός συγκεκριμένου θεού. Πέρα απ’ την γνωστή σε πολλά σημεία αναφορά της Παλαιάς Διαθήκης στην τελεστική πορνεία των ειδώλων της αρχαιότητας που είχαν όλα τα έθνη, η αναφορά αυτή δεν συνδέεται άμεσα με το θέμα της Επιστολής και τ’ οποίο είναι ότι ο συγγραφέας προσπαθεί ν’ αποδείξει με λογικό και μαθηματικό τρόπο την απραξία των ειδώλων, ώστε να τα βγάλει ανάξια λόγου και σεβασμού.

5) Έχει πολλές γελοιότητες και θ’ αναφέρω μόνο 3: α) εκτός από μια φορά που συμβουλεύει τους πάροικους εβραίους (που υποτίθεται ότι είναι οι παραλήπτες της Επιστολής) να μην προσκυνούν τα είδωλα των βαβυλωνίων, δίνει 6 φορές την συμβουλή να μην τα φοβούνται (στίχοι 4, 14, 22, 28, 64 και 68)! Μα ποτέ οι ειδωλολάτρες δεν φοβούνταν τα είδωλα, αλλά τα έφτιαχναν για να δείχνουν τον σεβασμό τους (σεβάσματα τ’ αποκαλεί και ο απ. Παύλος, Πρξ 17,23), επειδή φοβόταν τους υποτιθέμενους θεούς, όχι τα υλικά αντίγραφά τους. β) Λέει ότι τα είδωλα κρατάνε σκήπτρο σαν δικαστές, αλλά ποτέ δεν σκοτώνουν μ’ αυτό τους αμαρτάνοντες (στ. 12), λες κι αν ήταν πραγματικοί θεοί έπρεπε να σκοτώνουν τον ένοχο στην 1η αμαρτία και μάλιστα χτυπώντας τον με το σκήπτρο! γ) Λέει ότι οι τεχνίτες των ειδώλων δεν ζουν πολλά χρόνια, και άρα τα είδωλα δεν είναι θεοί (στ. 46)!

Καταλαβαίνει λοιπόν εύκολα ο κάθε σοβαρός αναγνώστης της Βίβλου ότι η Επιστολή δεν είναι γνήσια και είναι ανάξια λόγου, όπως είναι και όλα τα δευτεροκανονικά βιβλία που ήδη είναι στιγματισμένα από αρκετούς θεολόγους και χωρίς την βοήθεια του Σιαμάκη.

Ο Ι. Γιαννακόπουλος που υπομνημάτισε την Παλαιά Διαθήκη μαζί με τα δευτεροκανονικά βιβλία (β΄ έκδοση Β. Ρηγόπουλου, Θεσ/νίκη, 1976, Κείμενο, Ερμηνευτική παράφραση, Σχόλια-προβλήματα, Χάρτες) έκανε αξιόλογη έρευνα, και στην εισαγωγή του στην Επιστολή δίνει τα εξής στοιχεία παρόλο που ο ίδιος δεν αμφιβάλλει για την γνησιότητά της:

Απ’ την αρχή ακόμα την χαρακτηρίζει ως δευτεροκανονική, και στη συνέχεια προσπαθεί ν’ αναιρέσει, όπως λέει, «την αμφισβήτηση της γνησιότητάς της υπό των ορθολογιστών». Και αμέσως απαριθμεί τα στοιχεία της αμφισβήτησης προκειμένου να τ’ αναιρέσει κατόπιν: 1) την καθαρότητα της γλώσσας της Επιστολής, 2) την αντίφαση για την διάρκεια της βαβυλώνιας αιχμαλωσίας για την οποία η Επιστολή λέει ότι είναι 7 γενιές (στίχος 2), ενώ στο βιβλίο του Ιερεμία λέει ότι είναι 70 χρόνια (Ιερ 25,11 & 36,10), και 3) την μεγάλη διαφορά του ήσυχου ύφους της Επιστολής σε σύγκριση με το ζωηρό κι ελεγκτικό ύφος των προφητικών βιβλίων.

Όπως παρατηρούμε, τα (2) και (3) στοιχεία της αμφισβήτησης τα έχουμε ήδη εντοπίσει παραπάνω. Διαφωνούμε ως προς το (1) καθώς όπως αναφέραμε η γλώσσα της Επιστολής φαίνεται κομψή και αττικίζουσα, αλλά με προσεκτικότερη εξέταση οι γλωσσικές ατέλειες βγαίνουν στην επιφάνεια και προδίδουν άλλα στοιχεία πιο ενδιαφέροντα για μια ακριβέστερη εκτίμηση της χρονολογίας της Επιστολής και της γνησιότητάς της. Αυτά τα στοιχεία είναι ιστορικά και λογοτεχνικά (literary) και μας λένε για τον συγγραφέα της Επιστολής τα εξής:

Ήταν εβραίος που ζούσε στην Αίγυπτο, στην εκεί μεγάλη παροικία των εβραίων, με καλή γνώση της αρχαίας ελληνικής, αλλά όχι τέλεια. Κάνει αξιόλογη προσπάθεια να φανεί αττικιστής και να νομιστεί έτσι η Επιστολή ως αρκετά αρχαία, αλλά τα λίγα γλωσσικά λάθη και μερικές λέξεις του είναι χαρακτηριστικά και τον προδίδουν. Το βασικότερο στοιχείο της Επιστολής είναι το διάχυτο σκεπτικό με τ’ οποίο προσπαθεί ν’ αποδείξει την μηδενική αξία των ειδώλων. Αυτό από μόνο του δεν είναι κακό καθώς το κάνουν και άλλοι προφήτες ειδικά ο Ησαΐας. Το κακό είναι τα επιχειρήματα που χρησιμοποιεί και γίνεται έτσι παιδαριώδης μέχρι γελοίος. Το δε ύφος της Επιστολής δεν έχει καμιά σχέση με τον πλούτο των άλλων στοιχείων των προφητικών κειμένων της Γραφής: ζωντάνια, ζωηράδα, έλεγχο, αλλά και στοργή που υπόσχεται χαρά κι ευημερία στο μετανοημένο λαό και επαγγέλλεται το χαρμόσυνο μήνυμα της εν Χριστώ σωτηρίας.

Η μικρονοϊκότητα του εβραίου αυτού συγγραφέα είναι χαρακτηριστική, τόσο ως προς τα επιχειρήματα όσο και ως προς το ότι προσπαθεί να φανεί αττικιστής, αλλά δεν καταλαβαίνει τα γλωσσικά λάθη που κάνει κι έτσι προδίδεται. Συμπεραίνουμε έτσι ότι την έγραψε γύρω στο διάστημα 1ου-2ου αι. μ.Χ., και σίγουρα μετά την Καινή Διαθήκη, δηλ. μετά το 65 μ.Χ., καθώς έχουμε επισημάνει και σε άλλες σελίδες μας, ότι η νόθος ιουδαϊκή γραμματεία που περιέχει όλα τα δευτεροκανονικά βιβλία, μέρος της οποίας είναι και η λεγόμενη αποκαλυπτική της τέτοια (π.χ. το βιβλίο του ψευδο-Ενώχ), αποτελεί μόνο προϊόν φθόνου στην εξάπλωση του Χριστιανισμού και στην προφητική αποκάλυψη του χριστιανικού κηρύγματος, δηλ. στην Καινή Διαθήκη. Ειδικά η Επιστολή αυτή είναι προϊόν φθόνου στα πολλά και σοβαρά επιχειρήματα των χριστιανών εναντίον των ειδώλων που δεν έχουν να προσφέρουν κάποιο μήνυμα αγάπης, δικαιοσύνης και σωτηρίας.

Όσο για την γνήσια Επιστολή του Ιερεμία, αν διαβάσει κάποιος το βιβλίο του προφήτη, μόλις φτάσει στο κεφάλαιο 36 θα πέσει πάνω της αφού το κεφάλαιο αρχίζει:

«ΚΑΙ οὗτοι οἱ λόγοι τῆς βίβλου, οὓς ἀπέστειλεν ῾Ιερεμίας ἐξ ῾Ιερουσαλὴμ πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἀποικίας καὶ πρὸς τοὺς ἱερεῖς καὶ πρὸς τοὺς ψευδοπροφήτας, ἐπιστολὴν εἰς Βαβυλῶνα τῇ ἀποικίᾳ καὶ πρὸς ἅπαντα τὸν λαόν,», Ιερ 36,1.

Και είναι εύκολο ο αναγνώστης να δει ότι η Επιστολή τελειώνει στο τέλος του κεφαλαίου 38 με προφητεία για τον χριστιανισμό και με την φράση:

«οὐ μὴ καθαιρεθῇ (η πόλη του Κυρίου) ἕως τοῦ αἰῶνος.».

Και απ’ το επόμενο 39 κεφάλαιο αρχίζει άλλη προφητεία που λέει ότι έγινε κατά την πολιορκία της Ιερουσαλήμ επί βασιλιά Σεδεκία, δηλαδή σε διαφορετικό χρόνο απ’ αυτόν που είναι γραμμένη η επιστολή.

Επομένως ο κάθε τακτικός αναγνώστης της Βίβλου μπορεί να βρει για την Επιστολή Ιερεμία αυτά που βρήκε ο Σιαμάκης χωρίς να κάνει την φιγούρα της “ανακάλυψης”, και του “γραμματολογικού και ιστορικού συμπεράσματος”, και κυρίως χωρίς την βδελυκτή απ’ τον Θεό καυχησιολογία του για πίστη στην Βίβλο. Όποιος πιστεύει στην Βίβλο το δείχνει με τα έργα του, και τα έργα του Σιαμάκη που δεν μπορεί να τα κρύψει, δείχνουν το εντελώς αντίθετο. Αν θέλει πραγματικά να πιστέψει στην Βίβλο, τότε να δει το χωρίο «ὃς ἀποβάλλεται πατέρα ἢ μητέρα, καὶ δοκεῖ μὴ ἁμαρτάνειν, οὗτος κοινωνός ἐστιν ἀνδρὸς ἀσεβοῦς.» (Πρμ 28,24), και να σταματήσει να είναι ασεβής παρασέρνοντας νεαρά παιδιά εναντίον των πατεράδων τους. Ας ξεκινήσει απ’ αυτό και μετά να σταματήσει και τα υπόλοιπα βδελυρά παραπτώματά του.

Μια που μιλάμε για τον Σιαμάκη και το βιβλίο του Ιερεμία πρέπει να σας διηγηθώ και το εξής:

Υπάρχουν και μερικά ακόμα σημεία στο κείμενο του Ιερεμία όπου φαίνεται ότι οι προφητείες μαζί με τα γεγονότα που τις συνοδεύουν, είναι χρονολογικά μπερδεμένα. Έτσι ο Σιαμάκης βρήκε την ευκαιρία να μας κάνει κι εδώ φιγούρα, δίνοντας μια καταπληκτική εξήγηση. Μας έλεγε λοιπόν στα μαθήματα ότι το βιβλίο του Ιερεμία όταν κάποια στιγμή αντιγράφονταν από χειρόγραφο σε χειρόγραφο, έπεσε κάτω και σκορπίστηκαν τα φύλλα του, κι ο αντιγραφέας δεν θυμόταν την σωστή σειρά, κι έτσι μπερδεύτηκαν! Αν συνέβαινε όμως αυτό, τα νοήματα θα κόβονταν πριν ολοκληρωθούν και θα συνέχιζαν σε άλλο σημείο, κάτι που όμως δεν συμβαίνει όπως μπορεί να διαπιστώσει ο καθένας. Διότι τα χρονολογικά μπερδεμένα κομμάτια έχουν το καθένα το δικό του ξεχωριστό και ολοκληρωμένο θέμα με την αντίστοιχη προφητεία, και υπάρχει τελείως διακριτή σειρά ολοκληρωμένων νοημάτων. Επιπλέον τα προφητικά βιβλία έχουν σαν σκοπό ν’ αποδώσουν τις προφητείες, και όχι την κατά χρονική σειρά εξιστόρηση γεγονότων όπως κάνουν τα ιστορικά. Άλλωστε μην ξεχνάμε την προφητεία του Χριστού όπου χρονικά μπερδεύονται: οι διωγμοί των χριστιανών, η εμφάνιση αντιχρίστων, η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, και η τελική κρίση. Έτσι δεν είναι αναγκαίο οι προφητείες σ’ ένα προφητικό βιβλίο, να έχουν χρονολογική σειρά. Η αλαζονεία του Σιαμάκη που τον τυφλώνει για ν’ “ανακαλύπτει” στην Βίβλο πράγματα που δεν υπάρχουν για να κάνει φιγούρα, είναι απίστευτη!

Ο Σιαμάκης καλά θα κάνει ν’ αφήσει ήσυχη την Βίβλο και να μην ασχολείται μαζί της κάνοντας αλαζονική φιγούρα πάνω στο κείμενό της, ο βδελυκτός φαρισαίος, και να μην την διαστρεβλώνει, ο παραχαράκτης, που άλλα έλεγε κάποτε και άλλα τώρα, ο προδότης, να μην καυχιέται σαν μεγάλος φυσικός και αστρονόμος διότι δεν κατέχει τα στοιχειώδη απ’ αυτά, ο άφρονας αλαζόνας, να μην βρίζει και ειρωνεύεται στ’ όνομα του Χριστού, ο βλάσφημος αιρετικός και καταφρονητής, να μην σκορπάει τους μαθητές, ο εκβιαστής και προβατόσχημος λύκος, να σταματήσει να παριστάνει τον παιδαγωγό που λέει σε γονείς να διώχνουν τα παιδιά τους, ο σκληρός και επικίνδυνος, να σταματήσει να γράφει “παιδαγωγικά” βιβλία με φυλετικές διακρίσεις για τις γυναίκες και γι άλλους λαούς, ο ρατσιστής, να σταματήσει να επηρεάζει γυναίκες για να τους χωρίζει απ’ τους άντρες τους, ο ύπουλος ανδραποδιστής και μοιχός, να σταματήσει να επηρεάζει νεαρά παιδιά για να τα κάνει ψευδομάρτυρες πατροδιώκτες, ο υιός του διαβόλου και ασεβής, και να μην διαλύει οικογένειες που είναι κατ’ οίκον εκκλησίες, ο αντίχριστος Σιαμάκης.

Καλά θα κάνει λοιπόν ο Σιαμάκης να μετανοήσει για τα εγκλήματά του που είναι πολλά, διότι ο Θεός δεν θα αρκεστεί μόνο να τον τυφλώνει για να κάνει τεράστια λάθη όπως με τον Κάρμηλο, τα δευτερόλεπτα και τις αστρονομικές θεωρίες του, αλλά θα τον τιμωρήσει παραδειγματικά. Κι επειδή δεν θα βραδύνει ο Κύριος αλλά μακροθυμεί, ας ευχόμαστε κι ας προσευχόμαστε να μετανοήσει.

Κι αν δεν μετανοήσει, τότε ο Θεός να μας γλιτώσει από τον πονηρό (= διαβολικό) και άτοπο (= παράλογο, αλλόκοτο, παρά φύσιν αηδή, λεξικό Lidell-Scott) αυτόν άνθρωπο (Β΄Θε 3,2).