«ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν βιάζεται, καὶ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν», Μθ 11,12
“the kingdom of heaven is subject to violence, and the violent grab it”, Mth 11:12
Θεσσαλονίκη 25-9-2016
Την παραπάνω ευαγγελική φράση ερμηνεύει ο Σιαμάκης στο βιβλίο του Οι Τελώναι (1968) που έχει εκδοθεί με τ’ όνομα του Σάκκου, και όπου κάνει μια εξαντλητική έρευνα για το θέμα των τελωνών στην αρχαιότητα, και καυχιέται στον πρόλογο ακόμα, για το «πλούσιο πηγαίο υλικό» που χρησιμοποίησε για την συγγραφή του.
Είχε δίκιο ο αδερφός του πατήρ Αθανάσιος που είπε γι αστείο σε ανύποπτο χρόνο παλιότερα, ότι ο Κώστας θεωρεί τα συγγράμματά του σαν παιδιά του. Περήφανος ήταν λοιπόν ο Κώστας Σιαμάκης για τα συγγράμματά του και καμάρωνε γι αυτά, κι ας λέει δήθεν στ’ Aπομνημονεύματά του ότι τα έγραφε για τον Θεό και όχι για τον Σάκκο. Ας αφήσει τις ψευτιές. Αν τα έγραφε για τον Θεό, δεν θα καυχιόταν αλλά θα κρατούσε το προφίλ του χαμηλά, όπως λέει ο Παύλος για τους καυχηματίες και αυτούς που αυτοσυστήνονται ως καλοί :
«οὐ γὰρ ὁ ἑαυτὸν συνιστῶν, ἐκεῖνός ἐστι δόκιμος, ἀλλ' ὃν ὁ Κύριος συνίστησιν.», Β΄ Κο 10,18.
Η καυχησιολογία του Σιαμάκη όμως ενώ στην αρχή ήταν λίγη, τις τελευταίες δεκαετίες έγινε ανεξέλεγκτη όπως φαίνεται στις Μελέτες του, και τον οδήγησε όχι μόνο σε ψέματα, ψευδείς και διαστρεβλωμένες ερμηνείες και συκοφαντίες, αλλά σε ακόμη πιο εγκληματικές πράξεις.
Έπρεπε να γνωρίζει ο Σιαμάκης από τότε ακόμα, ότι η διερεύνηση και εξεύρεση της αλήθειας και αληθινής ερμηνείας των Γραφών δεν έγκειται στην εξάντληση όλων ανεξαιρέτως των πηγών, αλλά μόνο ενός μικρού αριθμού δειγμάτων των κειμένων που θεωρούνται αξιόπιστα, τόσο των εκκλησιαστικών συγγραφέων, όσο και των θύραθεν. Δεν βρίσκει κανείς την αλήθεια ψάχνοντας σε όλα τα στοιχεία, αλλά σ΄ εκείνα που είναι κρίσιμα για την αλήθεια και μπορεί να είναι λίγα ή ένα μόνο. Και βέβαια θα πρέπει να τηρείται πάντα η αρχή του Χρυσοστόμου: «Η Γραφή ερμηνεύεται δια της Γραφής».
Διότι δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κάποιος, ότι ο Θεός που δίνει την γνώση και την επίγνωση της σωτήριας αλήθειας, δεν θα δώσει αυτήν την γνώση που πηγάζει απ’ το ζωντανή του Γραφή στον οποιοδήποτε και μάλιστα σ’ έναν αλαζόνα φαρισαίο που απεχθάνεται (=βδελύσσεται), διότι ο Κύριος λέει στους φαρισαίους:
«υμεῖς ἐστε οἱ δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, ὁ δὲ Θεὸς γινώσκει τὰς καρδίας ὑμῶν· ὅτι τὸ ἐν ἀνθρώποις ὑψηλὸν βδέλυγμα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ», Λκ 16,15),
Και θα την δώσει μόνο σ’ αυτόν που ψάχνει την Γραφή με ταπεινόφρονα πίστη, αφού λέει
«ὁ Θεὸς ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται, ταπεινοῖς δὲ δίδωσι χάριν» (Ια 4,6, Α΄ Πε 5,5, Πρμ 3,34).
Κι αν νομίζει κάποιος ότι μπορεί να προσπελάσει την Γραφή με επιστημονική και μεθοδική έρευνα όπως νομίζει ο Σιαμάκης, ή με άλλες δεξιότητες και δεν του αρκεί η διδασκαλία της Γραφής που μιλάει για υπερηφάνους και ταπεινούς, καλά θα κάνει να διαβάσει την εκκλησιαστική ιστορία για να δει ποιος ήταν ο μεγαλύτερος ερμηνευτής της Γραφής. Ήταν ο Ιωάννης Χρυσόστομος που η ταπεινοφροσύνη του αποδεικνύεται από την όλη ζωή του: απομόνωση με προσευχή και νηστεία, διακονία στο κήρυγμα με την Γραφή στο χέρι, με το ζόρι επίσκοπος Κων/πολης, διωγμένος κι εξόριστος επειδή δεν χαριζόταν και δεν συμβιβαζόταν ώστε να κάνει τα στραβά μάτια στη διαφθορά της εκκλησίας και του παλατιού, διωγμένος απ’ τους ίδιους τους επισκόπους, χωρίς ν’ αντιδράσει ποτέ – παρόλο που ο λαός της Κων/πολης του ήταν πολύ πιστός –, και που πέθανε από τις κακουχίες στην εξορία. Και κανένας άλλος άγιος δεν κυνηγήθηκε τόσο όσο ο Χρυσόστομος, και κανένας άλλος δεν ερμήνευσε την Γραφή καλύτερα και εκτενέστερα όσο ο Χρυσόστομος ώστε οι μεταγενέστεροι ν’ αντιγράφουν τις ερμηνείες του. Και χαρακτηρίστηκε ως «ο καθηγητής των ερμηνευτών» ομόφωνα απ’ όλους τους θεολογικούς κύκλους.
Στην διερεύνηση λοιπόν της Γραφής εκείνο που μετράει για τον Θεό που δίνει και την φώτιση, είναι η ταπεινόφρων πίστη, και όχι η αλαζονική φαρισαϊκή κι εξωτερική πίστη του Σιαμάκη που τελικά δεν είναι πίστη.
Στην προκειμένη περίπτωση ο αλαζόνας Σιαμάκης έπεσε σ’ ερμηνευτικό λάθος, προσπαθώντας να ερμηνεύσει το χωρίο:
«Η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν», Μθ 11,12.
Ο Σιαμάκης δίνει την ερμηνεία του χωρίου αυτού στο σύγγραμμά του Οι Τελώναι σελ. 174-177, και την επαναλαμβάνει στο σύγγραμμά του Περί της μεταφράσεως της Κ. Διαθήκης, σελ. 24-27.
Γράφει λοιπόν ο Σιαμάκης : Οι λατινικές λέξεις cogere και coactor σημαίνουν εισπράττειν και εισπράκτωρ αντίστοιχα, αλλά σημαίνουν επίσης και βιάζειν και βιαστής αντίστοιχα, σελ. 73. Επίσης στην σελ. 130 αναφέρει και την αραμαϊκή λέξη mokhes που σημαίνει επίσης και τον τελώνη και τον βιαστή ή εκβιαστή (γενικά καταπιεστή). Έτσι στην σελ. 177 βγάζει το συμπέρασμα ότι αφού λοιπόν οι λέξεις coactor – mokhes – βιαστής – τελώνης είναι ταυτόσημες, άρα ο Χριστός με το βιασταί εννοεί τους τελώνες, παρ’ όλο που ο ίδιος ομολογεί στην ίδια σελίδα, την αδυναμία εύρεσης τέτοιας σημασίας για τα βιάζειν και βιαστής στην ελληνική γλώσσα λέγοντας:
«Ουδόλως απίθανον να ελέγετο βιαστής ο τελώνης και από των Ελλήνων ή Ελληνιστών των ρωμαϊκών χρόνων.»!
Κοιτάξτε πώς πάει να μπαλώσει την έλλειψη στοιχείων ο μεγάλος φιλόλογος. Μιμείται ακριβώς την επιστημονική μέθοδο των δαρβινιστών που λένε:
«Στην αλυσίδα της εξέλιξης του πιθήκου σε άνθρωπο, μας λείπει ο ενδιάμεσος κρίκος δηλ. απολίθωμα οστού ή κρανίου που να φέρει χαρακτηριστικά και ανθρώπου και πιθήκου (γνωστό στην διεθνή εξελικτική βιβλιογραφία ως the missing link = ο ελλείπων κρίκος), αλλά δεν μας πειράζει. Κάποτε μπορεί να βρεθεί».
Κατά την ίδια μέθοδο κι ο Σιαμάκης που ξεψαχνίζει όλα τ’ αρχαία κείμενα, δεν ενοχλείται απ’ το γεγονός ότι δεν βρήκε πουθενά στην ελληνική γλώσσα την σημασία του βιαστής = τελώνης, και συνεχίζει ακάθεκτος στο συμπέρασμά του. Και αφού «μαγειρέψει» με πρωτοτυπία την ερμηνεία του, προσθέτοντας γεύση από λατινικά και αραμαϊκά όπως είδαμε, τη σερβίρει γεμάτος καμάρι!
Μ’ αυτήν όμως την «πρωτοτυπία» του πέφτει και σπάει τα μούτρα του. Διότι δεν σκέφτηκε ο μεγάλος φιλόλογος Σιαμάκης κάτι το οποίο είναι τόσο απλό που μπορεί να το καταλάβει κι ένας μαθητής του Δημοτικού: ότι όταν μία λέξη έχει 2 (ή περισσότερες) έννοιες, τότε σε μια πρόταση η λέξη αυτή θα έχει ή την μια έννοια ή την άλλη, όσο κι αν αυτές τείνουν να συγγενεύουν στην σημασία τους, και δεν είναι ποτέ δυνατόν η λέξη αυτή να έχει ταυτόχρονα και τις 2 (ή περισσότερες) έννοιες. Πάρτε για παράδειγμα την λέξη στρώμα με την οποία εννοείται το στρώμα του κρεββατιού, αλλά και το γεωλογικό στρώμα των πετρωμάτων: Οι 2 έννοιες συγγενεύουν στην επιπεδότητα του σχήματός τους, όμως δεν είναι ποτέ δυνατόν να υπάρξει πρόταση με την μια λέξη στρώμα που να περιέχει και τις 2 έννοιες, εκτός κι αν πείσουμε κάποιον ότι μπορεί να κοιμηθεί αναπαυτικά πάνω στο στρώμα του πετρώματος!
Ο Σιαμάκης νόμισε ότι βρήκε αυτό που δεν βρήκαν όλοι οι άλλοι ερμηνευτές. Και πιστεύει πως οι άλλοι δεν το βρήκαν επειδή ούτε φιλόλογοι ήταν σαν αυτόν, ούτε ήταν λατινομαθείς σαν αυτόν, ούτε είχαν γνώση της αραμαϊκής σαν αυτόν, για να βρουν τα coactor και mokhes και να τα συνδέσουν με τα βιαστής και τελώνης. Κι έτσι μεθυσμένος από την εγωιστική «πρωτοτυπία» του, πέφτει στην φιλολογική γκάφα που ανέφερα παραπάνω ότι ποτέ δεν χρησιμοποιείται μια λέξη με 2 έννοιες ταυτόχρονα.
Όμως η πωρωμένη επιμονή του να πρωτοτυπήσει φαίνεται ακόμη περισσότερο αν διαβάσει κάποιος στην ίδια σελ. 177, την υποσημείωση που έχει βάλει για την ερμηνεία του Χρυσοστόμου που λέει ότι, βιαστές είναι όλοι όσοι πιστεύουν και ακολουθούν τον Χριστό:
«Ότι γαρ εγώ ειμί, δήλον και εκ του τους προφήτας στήναι και εκ των καθ’ εκάστην αρπαζόντων την ημέραν την πίστιν την εις εμέ. ούτω γαρ δήλη εστί και σαφής, ως και πολλούς αρπάζειν αυτήν. Και τις ήρπασεν, ειπέ μοι; πάντες οι μετά σπουδής προσιόντες.», Εις Ματθ. Ομ. 37, 3 PG 57, 422.
Μ’ αυτήν την απλή και συντομότατη ερμηνεία ο Χρυσόστομος ερμηνεύει το παρόν χωρίο! Γιατί όμως είναι τόσο απλός και σύντομος σ’ ένα χωρίο που μιλάει παράξενα για βιαστές, οι οποίοι αρπάζουν την βασιλεία των ουρανών; Είναι αυτή αντικείμενο αρπαγής και βιασμού (= εξαναγκασμού για την παράδοσή της);
Η απορία λύνεται αμέσως αν σκεφτεί κάποιος την κεραυνοβόλα απήχηση που είχε το χριστιανικό μήνυμα στην οικουμένη. Κι αν θυμηθεί επίσης την βία που κυριολεκτικά χρησιμοποίησε η αιμορροούσα γυνή, όταν αδιαφορώντας για το πλήθος που συνέκλεινε τον Χριστό, εκείνη πέρασε στριμωχνόμενη ανάμεσά τους με την πεποίθηση ότι πάει να βρει την υγειά της, και τίποτα στον κόσμο δεν μπορεί να την εμποδίσει, και ότι δεν χρειάζεται ν’ ακουμπήσει τον ίδιο τον Χριστό αλλά μόνο λίγο απ’ το ρούχο Του. Έτσι πίστευε ότι θα γιατρευτεί. Και όχι μόνο απέσπασε την γιατριά της έτσι με το ζόρι, δηλ. χωρίς να το διατάξει ο Χριστός, αλλά πήρε και τον έπαινο απ’ Αυτόν για την πίστη της, Μρ 5,25-34.
Το μήνυμα του Χριστού για την βασιλεία των ουρανών διεγείρει άμεσα τους ανθρώπους που δέχονται το μήνυμα, δηλ. αυτούς που πιστεύουν. Κι αν αυτοί είναι αμαρτωλοί, τους συντρίβει την καρδιά και τότε τρέχουν προς Αυτόν δηλώνοντας έτσι αυτόματα και σιωπηλά την μετάνοιά τους. Κι αφού όλοι τελικά είμαστε αμαρτωλοί, αυτό ισχύει για κάθε άνθρωπο που θα ενδώσει στο μήνυμα, και όχι μόνο για τους τελώνες και τις πόρνες. Αυτούς λοιπόν που θα πιστέψουν, τους κάνει να βιαστούν δηλ. να τρέξουν, να βιάσουν το εαυτό τους αρπάζοντας τα λόγια του Χριστού που αντανακλούν την βασιλεία των ουρανών. Γι αυτό και ο ευαγγελιστής Λουκάς λέει στο παράλληλο χωρίο:
«Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται καὶ πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται.», Λκ 16,6.
Βλέπουμε εδώ τον Λουκά να λέει πας (= ο κάθε ένας) και άρα όχι μόνο οι τελώνες αλλά όλοι. Και το «πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται», σημαίνει «αυτός που θέλει να μπει στην βασιλεία του Θεού, βιάζει τον εαυτό του, τρέχει.».
Έτσι λοιπόν, η αιμορροούσα αποτελεί το κυριολεκτικό παράδειγμα του βιαστή, και οι σιωπηλοί και πιστοί ακόλουθοι του Χριστού αποτελούν το μεταφορικό παράδειγμα, αφού άφησαν τις δουλειές τους και τα σπίτια τους και πήγαιναν μαζί Του.
Απλώς επειδή οι τελώνες και οι πόρνες ήταν οι αμαρτωλότεροι των ανθρώπων και γνωστοί γι αυτό εξ επαγγέλματος, και άρα ήταν δυσκολότερο να μετανοήσουν, γι αυτό και όταν μετανοούν, γίνονται για τον Χριστό παράδειγμα και υπόδειγμα, κατά την παραβολή των 2 οφειλετών (Λκ 7,41-47) που την είπε για να συγκρίνει τον φαρισαίο Σίμωνα που τον φιλοξενούσε, με την πόρνη που του άλειψε μύρο στα πόδια. Και αμέσως μετά την παραβολή ο Κύριος καταλήγει:
«οὗ χάριν λέγω σοι, ἀφέωνται αἱ ἁμαρτίαι αὐτῆς αἱ πολλαί, ὅτι ἠγάπησε πολύ· ᾧ δὲ ὀλίγον ἀφίεται, ὀλίγον ἀγαπᾷ.»
Γι αυτό και ο Κύριος τους πολύ αμαρτωλούς, με μοναδικό κριτήριο το παράδειγμα της ειλικρινούς μετάνοιάς τους που το ταυτίζει με την αγάπη τους, τούς θεωρεί ως πρωτοπόρους, ως οδηγούς στον δρόμο για την βασιλεία Του:
«Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑμᾶς εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ.», Μθ 21,31.
Την τελευταία αυτή φράση την είπε ο Χριστός προς τους αρχιερείς και πρεσβυτέρους του λαού, οι οποίοι μαζί με τους γραμματείς και φαρισαίους και νομικούς (= μελετητές του νόμου), αποτελούσαν για τον λαό την αφρόκρεμα της ευσέβειας, αλλά ο καρδιογνώστης Χριστός τους ήλεγξε για την βδελυκτή (= απεχθή) υποκρισία τους. Γι αυτό και τονίζει το «προάγουσιν ὑμᾶς = αυτοί σας οδηγούν». Είναι σαν να τους λέει: «μην νομίζετε ότι με την υποκρισία σας θα κερδίσετε την βασιλεία του Θεού. Αν δεν μετανοήσετε με ειλικρινή συντριβή καρδιάς όπως αυτοί, οι τελώνες και οι πόρνες, πάτε χαμένοι. Επομένως, αν θέλετε να σωθείτε, ακολουθήστε το παράδειγμά τους.».
Θεωρούμε καλό εδώ να προσθέσουμε μερικά αποσπάσματα του Χρυσοστόμου για το θέμα του «βιασμού της βασιλείας των ουρανών» από την ΝΔ΄ Ομιλία του στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο:
«Καλὸν τὸ ἁρπάζειν, ἀλλ' οὐχὶ τὰ ἀπολλύμενα, ἀλλὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Βιασταὶ γὰρ, φησὶν, ἁρπάζουσιν αὐτήν. Οὐκ ἄρα μετὰ ῥᾳθυμίας ἔστιν ἐπιτυχεῖν αὐτῆς, ἀλλὰ μετὰ σπουδῆς. Τί δέ ἐστι, Βιασταί; Βίας χρεία πολλῆς (στενὴ γὰρ ἡ ὁδὸς), καὶ νεανικῆς δεῖ ψυχῆς καὶ γενναίας. Οἱ ἁρπάζοντες πάντας βούλονται προλαβεῖν· πρὸς οὐδὲν ὁρῶσιν, οὐ πρὸς κατάγνωσιν, οὐ πρὸς κατηγορίαν, οὐ πρὸς τιμωρίαν· ἀλλ' ἑνὸς γίνονται μόνου, τοῦ λαβεῖν ἅπερ βούλονται ἁρπάσαι, καὶ πάντας τοὺς ἔμπροσθεν παρατρέχουσιν.»
Μετάφραση. Καλό είναι ν’ αρπάζεις αλλ’ όχι αυτά που είναι προς απώλεια, αλλά (ν’ αρπάζεις) την βασιλεία των ουρανών. Διότι λέει, βιαστές την αρπάζουν. Άρα, η κατάκτησή της δεν γίνεται με απροθυμία, αλλά με θέληση μεγάλη. Και τί σημαίνει Βιαστές; Με προσπάθεια πολλή (διότι είναι στενή η οδός), που χρειάζεται από ψυχή νεανική και γενναία. Αυτοί που αρπάζουν θέλουν να προλάβουν όλους τους άλλους. Δεν κοιτάζουν τίποτ’ άλλο, όχι επειδή θα κατηγορηθούν, ή θα τιμωρηθούν. Αλλά μόνο και μόνο για να πάρουν αυτά που θέλουν ν’ αρπάξουν, προσπερνώντας όλους τους προπορευόμενους.
«Ἁρπάσωμεν τοίνυν τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. Οὐ γὰρ ἔστιν ἐνταῦθα ἔγκλημα τὸ ἁρπάσαι, ἀλλ' ἔπαινος· ἔγκλημα δὲ, τὸ μὴ ἁρπάσαι. Ἐνταῦθα οὐ τῆς ἑτέρου ζημίας ὁ ἡμέτερος γίνεται πλοῦτος. Σπουδάσωμεν οὖν αὐτὴν ἁρπάσαι· κἂν ἐνοχλῇ θυμὸς, κἂν ἐνοχλῇ ἐπιθυμία, βιασώμεθα τὴν φύσιν· ἡμερώτεροι γενώμεθα· κάμωμεν ὀλίγον, ἵνα ἀναπαυσώμεθα διηνεκῶς. Μὴ ἁρπάσῃς χρυσὸν, ἀλλὰ ἅρπασον πλοῦτον, τὸν βόρβορον δεικνύντα τὸν χρυσόν.»
Μετάφραση. Έτσι λοιπόν ας αρπάξουμε την βασιλεία των ουρανών. Διότι δεν είναι έγκλημα αυτή η αρπαγή, αλλά έπαινος. Έγκλημα είναι το να μην αρπάξεις. (Διότι) δεν είναι κάποιου άλλου ζημιά το να γίνει αυτός ο πλούτος δικός μας. Ας θελήσουμε λοιπόν να την αρπάξουμε (την βασιλεία). Κι αν μας ενοχλεί θυμός, κι αν μας ενοχλεί επιθυμία (κακή), ας βιάσουμε την φύση μας. Θα γίνουμε ημερώτεροι. Λίγο βιασμό να κάνουμε, για ν’ αναπαυθούμε οριστικά. Μην αρπάζεις χρυσό, αλλ’ άρπαξε τον πλούτο εκείνον που αποδεικνύει τον χρυσό βρώμικο.
«Εἰπὲ γάρ μοι· εἰ προύκειτο μόλυβδος καὶ χρυσὸς, τί ἂν ἥρπασας; 59.302 οὐκ εὔδηλον ὅτι τὸν χρυσόν; Εἶτα ἔνθα μὲν ὁ ἁρπάζων κολάζεται, τὸ μεῖζον τιμᾷς· ἔνθα δὲ ὁ ἁρπάζων τιμᾶται, προδίδως τὸ μεῖζον; Εἰ γὰρ ἀμφοτέρωθεν κόλασις ἦν, οὐκ ἂν ἐπὶ τοῦτο μᾶλλον ἦλθες; Ἐνταῦθα δὲ οὐδὲν τοιοῦτόν ἐστιν, ἀλλὰ καὶ μακαρισμός. Καὶ πῶς ἔστιν ἁρπάσαι, φησί; Ῥίψον τὰ ὄντα ἐν χερσίν. Ἕως γὰρ ἂν αὐτὰ κατέχῃς, ἐκεῖνα ἁρπάσαι οὐ δυνήσῃ.»
Μετάφραση. Διότι πες μου. Αν επρόκειτο για μόλυβδο και χρυσό, τί θ’ άρπαζες; Δεν είναι ευνόητο ότι τον χρυσό (θ’ άρπαζες); Εδώ λοιπόν κατακρίνεται ο αρπαγέας, επειδή τίμησε το αντικείμενο της μεγαλύτερης αξίας. Εκεί όμως που τιμάται ο αρπαγέας, δεν προδίδει το αντικείμενο της μεγαλύτερης αξίας; Αν λοιπόν και για τα 2 υπήρχε κατάκριση και καταδίκη, τότε δεν θα ερχόσουν εδώ. (Αφού λοιπόν ήρθες) εδώ δεν υπάρχει κατάκριση αλλά μακαρισμός. Και πώς μπορείς ν’ αρπάξεις, λέει; Με το να ρίξεις αυτά που έχεις στα χέρια σου. Διότι μέχρι να ρίξεις αυτά που έχεις, δεν μπορείς ν’ αρπάξεις εκείνα (την βασιλεία των ουρανών).
«Ἐννόησον γάρ μοι ἄνδρα ἀργυρίου τὰς χεῖρας πεπληρωμένας ἔχοντα· μὴ δυνήσεται, ἕως ἂν κατέχῃ τοῦτο, ἁρπάσαι χρυσίον, ἐὰν μὴ ῥίψῃ αὐτὸ καὶ εὔλυτος γένηται; Τὸν γὰρ ἁρπάζοντα εὔζωνον εἶναι δεῖ, ὥστε μὴ κατασχεθῆναι. Καὶ γὰρ καὶ νῦν εἰσιν ἐναντίαι δυνάμεις κατατρέχουσαι ἡμῶν, ἵνα ἀφέλωνται. Ἀλλὰ φεύγωμεν αὐτὰς, φεύγωμεν, μηδεμίαν ἐπισυρόμενοι λαβὴν ἔξωθεν. Διατέμωμεν τὰ σχοινία, γυμνοὶ γενώμεθα τῶν βιωτικῶν. Τίς χρεία τῶν σηρικῶν ἱματίων; μέχρι πότε τὸν γέλωτα τοῦτον ἀνελίττομεν; μέχρι πότε τὸ χρυσίον κατορύττομεν;»
Μετάφραση. Διότι φαντάσου κάποιον με τα χέρια γεμάτα αργύρια. Μήπως μπορεί έχοντας αυτά, ν’ αρπάξει χρυσάφι, εάν πρώτα δεν ρίξει αυτά κι ελευθερώσει τα χέρια του; Διότι ο αρπαγέας πρέπει να είναι έτοιμοπόλεμος ώστε να μην μπορεί κανείς να του ανακόψει τον δρόμο. Έτσι και τώρα για μας, υπάρχουν ενάντιες δυνάμεις που μας κατατρέχουν, για να μας αφαιρέσουν την βασιλεία. Αλλά πρέπει να τις αποφύγουμε, να τις αποφύγουμε, χωρίς να τις δίνουμε καμιά λαβή. Ας κόψουμε τα σχοινιά, να γίνουμε γυμνοί απ’ τα βιωτικά. Ποια η ανάγκη των μεταξωτών ρούχων; Μέχρι πότε θα περιστρεφόμαστε κάτω απ’ το γελοίο αυτό κάλυμμα; Μέχρι πότε θα κρύβουμε τον χρυσό θάβοντάς τον;
«Ἐβουλόμην παύσασθαι ταῦτα λέγων ἀεί· ἀλλ' ὑμεῖς οὐκ ἐᾶτε, ἀεί μοι παρέχοντες ἀφορμὰς καὶ ὑποθέσεις. Ἀλλὰ νῦν γοῦν ἀποστῶμεν, ἵνα καὶ ἑτέρους διὰ τοῦ βίου παιδεύσαντες, τύχωμεν τῶν ἐπηγγελμένων ἀγαθῶν, χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι' οὗ καὶ μεθ' οὗ τῷ Πατρὶ ἡ δόξα, ἅμα τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.»
Μετάφραση. Θα ήθελα να πάψω να σας λέω συνεχώς αυτά. Αλλ’ εσείς δεν σταματάτε να μου φέρνετε συνεχώς αφορμές και προβλήματα. Αλλ’ ας απομακρυνθούμε απ’ τα βιωτικά, για να γίνουμε και σε άλλους παράδειγμα παιδαγωγίας, και να τύχουμε των υποσχόμενων αγαθών, με την χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, μέσω του οποίου και μαζί με τον Πατέρα θα μας δοθεί η δόξα που τους ανήκει, και με το Άγιο Πνεύμα, και τώρα και πάντα, και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Δεν του έφθανε λοιπόν του Σιαμάκη η ερμηνεία του Χρυσοστόμου και ήθελε να πει κάτι παραπάνω για να πρωτοτυπήσει. Να φανεί έτσι ότι είναι καλύτερος απ’ τους άλλους ερμηνευτές. Και ιδού το λάθος της ερμηνείας του και της αλαζονείας του. Καλά θα κάνει να μετανοήσει κατά το παράδειγμα των τελωνών για τους οποίους έγραψε το βιβλίο. Αλλιώς αλίμονό του απ’ τον Θεό.