ΤΟ ΕΛΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ & Ο ΣΤΥΓΝΟΣ ΚΑΙ ΑΝΕΛΕΗΤΟΣ ΣΙΑΜΑΚΗΣ

tree field at golden hour panoramic photography
tree field at golden hour panoramic photography

THE MERCY OF GOD AND THE COLD-BLOODED AND MERCILESS SIAMAKIS

Θεσσαλονίκη 30-10-2017 (αρχική δημοσίευση)
24-10-2021 (δημοσίευση με προσθήκες)
Έλεος και ελεημοσύνη

Η λέξη έλεος είναι μια απ’ τις λίγες εκείνες λέξεις που σημαδεύουν την ζωή μας, και μας δείχνουν ποιά είναι εκείνα τα λίγα και απλά πράγματα που υψώνονται σαν απάντηση στην υπαρξιακή ερώτηση που αναρωτιούνται πολλοί άνθρωποι: Τί ήρθαμε να κάνουμε σ’ αυτόν τον κόσμο;

Η απάντηση που δίνεται πολλές φορές στην Αγία Γραφή, στην Παλαιά Διαθήκη εκφράζεται με την φράση που συχνά φωνάζουν οι προφήτες εκ μέρους του Θεού:

«Έλεος θέλω και όχι θυσία», Ωσ 6,6, κι επαναλαμβάνει ο Κύριος προς τους φαρισαίους, Μθ 9,13/12,7.

Η λέξη έλεος σημαίνει συμπάθεια, ευσπλαχνία, οίκτο, και δίνει το παράγωγο ρήμα ελεέω, και το ουσιαστικό ελεημοσύνη.

Αρχικά και φαινομενικά η φράση αυτή των προφητών, έρχεται σε αντίθεση με τις συνεχείς καθιερωμένες θυσίες του μωσαϊκού νόμου, ή αλλιώς θυσίες ενδελεχισμού (= θυσίες αδιάκοπες, Εξ 29,38, Δα 11,31, και θυμίαμα ενδελεχισμού Εξ 30,8), για να μην αναφέρουμε και τις έκτακτες θυσίες που γίνονταν κατά παραγγελία ή κατ’ ανάγκη των πολιτών, όπως οι θυσίες περί αμαρτίας. Οι θυσίες λοιπόν στον θεοκρατικό Ισραήλ ήταν απαραίτητο στοιχείο όχι μόνο της λατρευτικής ζωής, αλλά και πολλών τακτικών ή έκτακτων συμβάντων, όπως οι θυσίες των πρωτογεννημάτων ή σοδειών και ο σαραντισμός της λεχώνας σε γέννηση αγοριού όπως έκαναν οι γονείς του μικρού Ιησού (Λκ 2,22-24).

Ο Θεός όμως που έβαλε το σύστημα των θυσιών για να μην υστερούν οι εβραίοι έναντι των άλλων εθνών στην θρησκευτική λατρεία τους, έδωσε και τις ηθικές εντολές που αφορούν την στάση τους προς τον συνάνθρωπό τους. Και είναι οι δεύτερες αυτές που τον ενδιαφέρουν για το αν τηρούνται ή όχι. Βλέπετε, τις αιματηρές ή αναίμακτες θυσίες που παραγγέλλει απ’ τους πολίτες, μπορούν να τις κάνουν όλοι ακόμα και οι φτωχοί γιατί αυτό είναι εύκολο. Ενώ το να δείξουν καλοσύνη και έλεος προς τους ανθρώπους, πολλές φορές είναι ενάντια στα συμφέροντά τους, κι έτσι αυτό γίνεται δύσκολο.

Επομένως ο αληθινός Θεός του δικαίου που δεν ξεγελιέται αφού είναι καρδιογνώστης, με την παραπάνω φράση των προφητών, θέλει να δείξει αυτό που είναι και ευνόητο, ότι «δεν έχει νόημα να μου προσφέρετε θυσίες ή είναι άκυρες οι θυσίες σας προς εμένα, αν δεν τηρείτε τις ηθικές εντολές». Και μάλιστα ο Θεός δίνει μια ζωηρότερη εικόνα για την απαξίωση τέτοιων θυσιών – που δεν περιέχουν το ηθικό αντίκρισμα του ελέους προς τον πλησίον –, λέγοντας μέσω των προφητών:

«Οι θυσίες των ασεβών είναι βδέλυγμα (= σίχαμα) για τον Kύριο», Πρμ 15,8.

«Μίσησα, απώθησα τις γιορτές σας, και δεν θα οσφρανθώ θυσίες στα πανηγύρια σας. Διότι αν μου προσφέρετε ολοκαυτώματα και θυσίες δεν θα τα δεχθώ. … Πάρε από μπροστά μου τον ήχο των ύμνων σου, και τον ψαλμό με τα μουσικά σου όργανα δεν θ’ ακούσω», Αμώς 5,21-24.

Βλέπουμε ότι ο Θεός δείχνει μίσος και σιχασιά, και στην κυριολεξία απεχθάνεται τις θυσίες όταν είναι μόνο τυπικές, αφού απουσιάζει το ενδιαφέρον προς τον πλησίον. Συνεπώς η τυπολατρία είναι καταδικαστέα και στην Παλαιά Διαθήκη, γιατί η υποκρισία ήταν περισσότερο μάστιγα τότε. Διότι όσο περισσότερα τυπικά πράγματα απαιτούνται σε μια θρησκεία, τόσο περισσότερο ευάλωτη είναι στην υποκρισία των μελών της.

Ερχόμαστε τώρα στον Σιαμάκη. Δεν είναι μόνο αυτά που τον κατηγορούμε σε άλλες σελίδες για το διώξιμο των μαθητών του, και για την γενικότερη προδοσία του προς αυτούς. Είναι και κάτι ακόμα που δεν είχαμε αντιληφθεί και που θ’ αναφέρω στην συνέχεια.

Μας διηγούνταν πολλές φορές ότι το διάστημα που ήταν με τον Σάκκο και του έγραφε τα συγγράμματα, ο Σάκκος τον πίεζε για ένα διάστημα να «γράψει» κι ένα σύγγραμμα με θέμα την ελεημοσύνη. Αλλ’ ο Σιαμάκης αρνούνταν με την δικαιολογία ότι η ελεημοσύνη δεν αποτελεί αντικείμενο έρευνας. Γράφει σχετικά στο βιβλίο του Απομνημονεύματα (Θεσ/νίκη, 1985):

«Μάταια προσπαθοῦσα νὰ τὸν πείσω (τον Σάκκο) ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι μὲν μέγα χριστιανικὸ ἔργο καὶ κατ’ ἐξοχὴν ἔκφρασι τῆς μεγίστης ἀρετῆς, τῆς ἀγάπης, ὕλη ὅμως γιὰ σύγγραμμα δὲν μπορεῖ νὰ δώσῃ, γιὰ τὸν ἁπλούστατο λόγο ὅτι ἡ ἀξία της εἶναι ἀναμφισβήτητη καὶ πανθομολογούμενη, ἡ ἐκτέλεσί της ἁπλούστατη, καὶ δὲν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ἐρεύνης οὔτε πρᾶγμα ποὺ χρειάζεται ν’ ἀποδειχτῇ μὲ πολλὰ ἐπιχειρήματα ἢ ποὺ ἐνδέχεται γι’ αὐτὸ νὰ φέρῃ κανεὶς σὲ φῶς νέα συμπεράσματα. Αὐτὸς ἐπέμενε. Ἐν τέλει δὲν ἔγραψα ποτὲ τέτοιο βιβλίο.», σελ. 51.

Τότε εγώ φυσικά, ακούγοντας την παραπάνω δικαιολογία του Σιαμάκη, συμφώνησα μαζί του σκεπτόμενος, «Σωστά, τί μπορεί να γράψει κάποιος για την ελεημοσύνη, εκτός απ’ το ότι είναι καλό να γίνεται.»! Δεν κάθισα επίσης ποτέ να σκεφτώ, ότι σε όλη την 38χρονη πορεία μου με τον Σιαμάκη, δεν μας μίλησε ούτε μια φορά για την ελεημοσύνη, παρά μόνο όταν διάβαζε τα σχετικά χωρία της Καινής Διαθήκης ως απλή μετάφραση! Ποτέ άλλοτε δεν έκανε την παραμικρή νύξη ή κουβέντα για την ελεημοσύνη, σ’ όλες τις θεολογικές συζητήσεις που είχαμε, και που σ’ όλα αυτά τα χρόνια ήταν αμέτρητες. Και μάλιστα συνέβαινε και το εξής. Κάποιοι μαθητές του έπαιρναν την πρωτοβουλία σε μέρες Χριστουγέννων να προσφέρουν ελεημοσύνη σε φτωχούς, και ζητούσαν την γνώμη του γι αυτό, κι ο Σιαμάκης το μόνο που απαντούσε ήταν: «Ναι, ναι, να το κάνετε». Κανένα άλλο σχόλιο, ούτε εκ των υστέρων κάποιο έπαινο για τους μαθητές του για την καλή και θεάρεστη πράξη τους – όπως πολλές φορές επαινεί τους χριστιανούς ο Παύλος στα καλά τους έργα γενικότερα – είχε ο Σιαμάκης να πει!

Σήμερα όμως, έχοντας βγάλει και πετάξει τα βρώμικα και θολά από σκληρότητα «γυαλιά» που μ’ έπεισε ο Σιαμάκης να φοράω, κι έχοντας πλέον προσέξει καλύτερα την Βίβλο και ειδικότερα την Καινή Διαθήκη, κι έχοντας επίσης διαβάσει πολλές σελίδες του μεγάλου ερμηνευτή της Βίβλου Ιωάννη Χρυσόστομου, μπορώ να πω τα εξής.

Η ελεημοσύνη στην Αγία Γραφή

Την Κυριακή 8-10-2017 και σήμερα 24-10-2021 στην εκκλησία διαβάστηκε ο απόστολος Β΄ Κο 9,6-11, όπου ο θεόπνευστος Παύλος μιλάει για την ελεημοσύνη. Αλλά και σε όλο το κεφ. 9 της Επιστολής, ο Παύλος μιλάει διαπραγματευόμενος την ελεημοσύνη, και σαν μεγάλος σχολικός δάσκαλος και παιδαγωγός, δημιουργεί μια υπέροχη έκθεση ιδεών που την χωρίζει σε 3 μέρη, τον πρόλογο, το κυρίως θέμα, και τον επίλογο. Ξεκινάει λοιπόν μ’ έναν ωραίο κι έξυπνο παιδαγωγικό πρόλογο, με τον οποίο χωρίς να προσποιείται, προσπαθεί να προκαλέσει την αγάπη και την ελεημοσύνη των Κορινθίων για τους εν Χριστώ αδερφούς των Ιεροσολύμων που έχουν ανάγκη.

Παραθέτουμε με συντομία αυτόν τον πρόλογο του Παύλου, προσθέτοντας και αυτά που τους έχει ήδη επισημάνει στην Α΄ Επιστολή του (Α΄ Κο 16,1-4):

«Αφού γνωρίζω την προθυμία σας για την βοήθεια προς τους φτωχούς αδερφούς σας, ας είναι έτοιμη η δωρεά απ’ τον καθένα σας – ως ευλογία και όχι ως πλεονεξία –, ώστε όταν έρθω, να ξεκινήσουν και οι δικοί σας για να την προσκομίσουν στα Ιεροσόλυμα», Β΄ Κο 9,1-5.

Κατόπιν ο Παύλος, μπαίνει στο κυρίως θέμα αναλύοντας την αρετή της ελεημοσύνης με την αποστολική περικοπή που διαβάστηκε στην εκκλησία, την οποία όμως θα δούμε σκόπιμα μετά.

Ας δούμε τώρα τον επίσης παιδαγωγικό αλλά και θαυμαστό από υψηλά νοήματα επίλογο που κάνει ο σοφός Παύλος, στους τελευταίους στίχους του κεφ. 9, όπου τελειώνει το θέμα της ελεημοσύνης θέτοντάς την ως θεμέλιο λίθο του χριστιανικού ιδεώδους. Περιληπτικά λοιπόν ο Παύλος λέει:

«Η υπηρεσία αυτής της φιλανθρωπίας, δεν είναι μόνο κάτι που ωφελεί τους παραλήπτες, αλλά κυρίως είναι ευχαριστίες και δόξα προς τον Θεό, μέσω της ομολογίας σας ότι έτσι υποτάσσεσθε στο ευαγγέλιο του Χριστού. Κι αυτή η υποταγή σας, αντανακλά την ανεκδιήγητη δωρεά και χάρη του Θεού πάνω σας.», Β΄ Κο 9,12-15.

Άρα σύμφωνα με τα λόγια του Παύλου, αυτοί που προσφέρουν ελεημοσύνη γίνονται η ζωντανή απόδειξη της άπειρης χάρης του Θεού, που γι αυτό δέχεται ευχαριστίες απ’ όλους και δοξάζεται Εκείνος. Επόμενο είναι λοιπόν αυτοί να βρίσκονται μέσα στην ευλογία και εύνοια του Θεού, επιβεβαιώνοντας τα λόγια του ίδιου Κυρίου μας, που λένε:

«Μακάριοι οι ελεήμονες, διότι αυτοί είναι που θα ελεηθούν.», Μθ 5,7.

«Μην θησαυρίζετε θησαυρούς γήινους, οι οποίοι φθείρονται απ’ τα σκουλήκια και την σαπίλα, και προσβάλλονται και κλέβονται από κλέφτες, αλλά να θησαυρίζετε θησαυρούς ουράνιους, τους οποίους ούτε τα σκουλήκια, ούτε η σαπίλα μπορεί ν’ αφανίσει, και ούτε οι κλέφτες μπορούν να προσβάλλουν και να κλέψουν. Διότι όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί είναι και η καρδιά σας.», Μθ 6,19-21.

Τα τελευταία λόγια Του για τους θησαυρούς, ο Κύριος τα είπε μαζί με άλλες 2 παραβολές. Την παραβολή των ματιών του σώματος που αποτελούν τον λύχνο του που πρέπει να είναι φωτεινός και όχι σκοτεινός (Μθ 6,22-23), και την παραβολή των 2 αφεντικών (Μθ 6,24), απ’ τα οποία ο δούλος τον έναν θα μισήσει και τον άλλο θ’ αγαπήσει. Τα 3 λοιπόν αυτά αντικείμενα, οι θησαυροί, ο λύχνος του σώματος, και τα 2 αφεντικά, ο Κύριος τα χρησιμοποιεί, για να επισφραγίσει το άλλο τρίπτυχο που ανέπτυξε στα αμέσως προηγούμενα, και είναι οι βασικές αρετές της ελεημοσύνης, της προσευχής και της νηστείας. Αναπτύσσει λοιπόν αυτά τα 3 τελευταία, τόσο για την σπουδαιότητά τους, όσο και για να χτυπήσει την υποκρισία των φαρισαίων, την οποία ο Κύριος σιχαίνεται. Και την χτυπάει αναλύοντάς τα, αλλά θα τ’ αποδώσουμε πάλι περιληπτικά:

«Μην κάνετε ελεημοσύνες, προσευχές και νηστείες, με τον τρόπο που κάνουν οι υποκριτές, δηλ. φανερά, γιατί αυτοί παίρνουν τον μισθό τους απ’ τους ανθρώπους που τους βλέπουν. Αλλά να τα κάνετε αυτά κρυφά, για να πάρετε τον μισθό σας απ’ τον Θεό.», Μθ 6,1-18.

Γι αυτό και ακριβώς μετά αναφέρεται στους ουράνιους θησαυρούς, που θα έχουν αποταμιεύσει οι πιστοί κάνοντας κρυφά και άρα άδολα, αυτά τα 3 βασικά στοιχεία της χριστιανικής ζωής, την ελεημοσύνη, την προσευχή και την νηστεία.

Ο δε ευαγγελιστής Λουκάς σε μια πιο περιεκτική φράση που μιλάει μόνο για την ελεημοσύνη, λέει:

«Πουλήστε τα υπάρχοντά σας και δώστε ελεημοσύνη, κάντε για τον εαυτό σας πορτοφόλια που δεν παλιώνουν, θησαυρό ανεξάλειπτο στους ουρανούς, όπου κλέπτης δεν πλησιάζει, ούτε η σαπίλα φθείρει.», Λκ 12,33.

Ας δούμε τώρα την ίδια αποστολική περικοπή που διαβάστηκε στην εκκλησία (και διαβάζεται κάθε στ΄ Κυριακή του Λουκά) και αποτελεί όπως είπαμε το κυρίως θέμα της έκθεσης (αιώνιων) ιδεών του Παύλου, ή αλλιώς της έκθεσης που οδηγεί στην αιωνιότητα, αφού θησαυρίζει ουράνιους θησαυρούς.

Η αποστολική αυτή περικοπή είναι πολύ σπουδαία για 2 λόγους: 1.     Διότι δείχνει την αδιάρρηκτη σύνδεση μεταξύ Παλαιάς και Καινής Διαθήκης. 2.     Διότι δείχνει την ταύτιση των 2 Διαθηκών πάνω σε θεμελιώδεις ηθικές εντολές όπως είναι η ελεημοσύνη.

Και αυτά τα 2 που αναφέραμε, η περικοπή τα πετυχαίνει διότι μέσα σε μόλις 5 στίχους, φέρνει 2 χωρία της Παλαιάς Διαθήκης που έχουν θέμα την ελεημοσύνη. Κι αυτά τα χωρία είναι τα παρακάτω (με βελάκι παραπέμπουμε στ’ αντίστοιχα της Π. Διαθήκης):

«ἱλαρὸν δότην ἀγαπᾷ ὁ Θεός = », Β΄ Κο 9,7 => Πρμ 22,8.

«ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν, ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα.», Β΄ Κο 9,9 => Ψα 111,9.

Ας δούμε λίγο καλύτερα το νόημα των παραπάνω χωρίων:

Ιλαρός = εύθυμος, πλήρης χαράς, περιχαρής στην όψη (λεξικό Liddell-Scott, αναφέρει και την παραπομπή του Ξενοφώντα, «αντί σκυθρωπών ιλαροί», Ξεν. Απομνημονεύματα, 2,7,12).

Επομένως δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι, ο ιλαρός δότης είναι αυτός που χαρίζει πρόθυμα κι ευχάριστα. Ή με άλλα λόγια, αυτός που ευχαριστιέται να δίνει.

Πένης = φτωχός, και άρα αυτό που κάνει εντύπωση στο 2ο χωρίο, είναι ότι το να σκορπίζει κάποιος στους φτωχούς, ισοδυναμεί με την αιώνια δικαιοσύνη του Θεού.

Να λοιπόν πόσο κοντά στον Θεό βρίσκεται ο ελεήμων, ο ποιών έλεος σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη. Γίνεται ένα με τον Θεό. Και να λοιπόν τί ήρθαμε να κάνουμε σ’ αυτόν τον κόσμο. Να δείξουμε έλεος στους ανθρώπους που το χρειάζονται! Και την περικοπή κλείνει ο Παύλος, προσφέροντας γι άλλη  μια φορά, την δόξα και την τιμή στον Θεό:

«Αυτός που χορηγεί τον σπόρο σ’ αυτόν που σπέρνει, και το ψωμί για να φάμε, αυτός να σας χορηγήσει και να πληθύνει τον πνευματικό σας σπόρο, και ν’ αυξήσει τα γεννήματα της δικαιοσύνης σας. Ώστε να πλουτίζετε σε κάθε απλότητα, η οποία κατεργάζεται ευχαριστία στο Θεό.», Α΄ Κο 9,10-11.

Βλέπουμε την δύναμη και χάρη του Θεού πως επιδράει ακόμα και στους ήδη καλούς χριστιανούς με το να τους κάνει καλύτερους, ν’ αυξάνει δηλ. την δικαιοσύνη τους. Άρα το μόνο που περιμένει από μας, είναι μόνο μια μικρή σπίθα. Και κατόπιν ο Θεός προσθέτει καύσιμη ύλη, κι έτσι μπορεί να την κάνει τεράστια φωτιά αγάπης, που στο πέρασμά της προκαλεί πάλι την ευχαριστία και δοξολογία στον Θεό. Όλα λοιπόν ξεκινούν απ’ τον Θεό, και καταλήγουν στον Θεό.    

Αυτό κάνει συνεχώς ο Παύλος, αλλά και όλοι οι απόστολοι στις Επιστολές τους και στα κηρύγματά τους. Να δίνουν την δόξα και την τιμή στον Θεό. Κι όχι όπως ο καυχησιάρης Σιαμάκης που την δίνει στον εαυτό του.

Και το έλεος λοιπόν έχει αφετηρία τον Θεό, ο οποίος πολύ συχνά στην Γραφή μας παραγγέλλει να του μοιάζουμε, να δείχνουμε τις ίδιες αρετές μ’ Αυτόν, αφού ο ίδιος είναι οικτίρμων και ελεήμων, όπως επαναλαμβάνουν οι προφήτες:

«καὶ σύ, Κύριε ὁ Θεός μου, οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ ἀληθινός.», Ψα 85,15/102,8/144,8, Εξ 34,6, Νε 9,17, Ιωήλ 2,13, Ιωνάς 4,2.

Η πλούσια λοιπόν αγάπη και δωρεά του Θεού που εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως και στην επί γης ζωή μας, αποτελεί το έλεος του Θεού, όπως πολύ συχνά το λένε οι προφήτες και οι άγιοι της Παλαιάς Διαθήκης, με αντιπροσωπευτικές τις φράσεις του ψαλμωδού που ακούμε συχνά στην Θεία Λειτουργία:

«ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἀγαθός, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· Αλληλούϊα.», Ψα 135,1.

«τῷ ποιήσαντι θαυμάσια μεγάλα μόνῳ, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα τὸ ἔλεος αὐτοῦ· Αλληλούϊα.», Ψα 135,4.

 Μεγαλύτερο έλεος του Θεού όμως είναι αυτό που απολαμβάνουμε στην Καινή Διαθήκη, γνωρίζοντας την απαράμιλλη θυσία του Χριστού για μας, και κατά συνέπεια την παρηγοριά που μας δίνει ο Κύριος στις δυσκολίες και θλίψεις, και ταυτόχρονα την ελπίδα για την οριστική βασιλεία των ουρανών. Γι αυτό και οι απόστολοι λένε:

«Όχι απ’ τα έργα της δικαιοσύνης που κάναμε εμείς, αλλά σύμφωνα με το δικό του έλεος μας έσωσε, διαμέσου του λουτρού της αναγεννήσεως και ανακαινίσεως με το Πνεύμα το Άγιο», Ττ 3,5.

«Ας πλησιάσουμε λοιπόν με θάρρος τον θρόνο της χάρης του, για να λάβουμε έλεος και να βρούμε χάρη που θα χρησιμεύσει ως βοήθεια σε εύκαιρη στιγμή.», Εβ 4,16.

«Τηρείστε τους εαυτούς σας στην αγάπη του Θεού, προσδεχόμενοι το έλεος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού για την αιώνια ζωή.», Ιδ 21.

Ο Ιωάννης Χρυσόστομος και η ελεημοσύνη

Ο Ιωάννης Χρυσόστομος τώρα, δεν παραλείπει ποτέ ν’ αναφερθεί στην ελεημοσύνη σε όλα σχεδόν τα έργα του, και όχι μόνο μια φορά αλλά πολλές, πέρα από 4 ανεξάρτητες μικρές ομιλίες για την ελεημοσύνη που σώζονται (PG 60,707/60,747/62,769 και 64,433). Οι αναφορές του αυτές είναι τόσο συχνές, ώστε αν κάναμε τον πιο φειδωλό υπολογισμό για να βρούμε το ποσοστό του τεράστιου έργου του Χρυσοστόμου που μιλάει για την ελεημοσύνη, θα βλέπαμε ότι είναι τουλάχιστον το 2%. Ακολούθως αν αυτό το ποσοστό το ξεχωρίζαμε ως ξεχωριστό σύγγραμμα, και αφαιρώντας τις επαναλήψεις, θα βρίσκαμε ότι φτάνει τουλάχιστον τις 200 σημερινές σελίδες Α4. Για να φανταστούμε πόσο συχνά ο Χρυσόστομος αναφέρει την ελεημοσύνη, αρκεί να δούμε ότι και ο ίδιος αισθάνεται άβολα που επαναλαμβάνει το θέμα αυτό ξανά και ξανά, γι αυτό και λέει:

«Καὶ γὰρ ἐγὼ λοιπὸν αἰσχύνομαι περὶ ἐλεημοσύνης διαλεγόμενος, διὰ τὸ πολλάκις περὶ ταύτης τῆς ὑποθέσεως εἰπὼν = Διότι εγώ ντρέπομαι λοιπόν να σας μιλώ περί ελεημοσύνης, επειδή πολλές φορές σας έχω μιλήσει γι αυτό το θέμα», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 58,630.

Μιλώντας ο Χρυσόστομος για την υπενθύμιση της φιλανθρωπίας που κάνει ο απ. Παύλος στις Επιστολές του, λέει:

«Οὕτω καὶ Παῦλος, … τοῖς δὲ ἐλεεῖν δυναμένοις· “Ὑμεῖς δὲ τὸ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐκκακήσητε” (Β΄ Θε 3,13), ἵνα αὐτοὺς εἰς ἐλεημοσύνην ἀγάγῃ. … Μὴ τοίνυν εἰς ὠμότητα ἐκπέσωμεν, ἀλλ' ἀκούσωμεν Παύλου λέγοντος· “Τὸ καλὸν ποιοῦντες μὴ ἐκκακεῖτε” (Γα 6,9)· ἀκούσωμεν τοῦ Δεσπότου λέγοντος· “Παντὶ τῷ αἰτοῦντί σε δίδου”· καὶ, “Γίνεσθε οἰκτίρμονες ὡς ὁ Πατὴρ ὑμῶν”. Καίτοι πολλὰ εἰπὼν, οὐδαμοῦ τοῦτο τέθεικεν, ἀλλ' ἐπὶ τῶν οἰκτιρμῶν μόνον. Οὐδὲν γὰρ ἡμᾶς ἴσους Θεῷ ποιεῖ, ὡς τὸ εὐεργετεῖν.», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 57,411.

Μετάφραση: «Έτσι και ο Παύλος, … σ’ αυτούς που μπορούν να ελεήσουν, λέει, “Εσείς λοιπόν μην αποκάμνετε κάνοντας το καλό” (Β΄ Θε 3,13), ώστε να τους παρορμήσει στην ελεημοσύνη. … Ας μην πέσουμε λοιπόν σε ωμότητα, αλλ’ ας ακούσουμε τον Παύλο που λέει. “Κάνοντας το καλό μην αποκάμνετε” (Γα 6,9). Ας ακούσουμε τον Δεσπότη που λέει, “Στον καθένα που σου ζητάει, δίνε” (Μθ 5,42, Λκ 6,30). Και, “Να είστε οικτίρμονες όπως και ο Πατέρας σας” (Λκ 6,36). Παρόλο που είπε πολλά (ο Χριστός), πουθενά αλλού δεν το είπε αυτό (για την ελεημοσύνη), παρά μόνο στους οικτιρμούς. Διότι τίποτα δεν μας κάνει ίσους με τον Θεό, όπως το να ευεργετούμε

Να λοιπόν, και το συμπέρασμα του Χρυσοστόμου που μιλάει για την ελεημοσύνη ότι μας κάνει ίσους με τον Θεό! Αλλού πάλι λέει:

«Πῶς οὖν ἔστι σωθῆναι; φησί. Τὰ ἀντίῤῥοπα τούτων φάρμακα ἐπιτιθέντας, ἐλεημοσύνην, εὐχὰς, κατάνυξιν, μετάνοιαν, ταπεινοφροσύνην, συντετριμμένην καρδίαν, … Οὕτω γὰρ δυνησόμεθα καὶ συγγνώμης ἐπὶ τοῖς πεπλημμελημένοις τυχεῖν, καὶ τῶν ἐπηγγελμένων ἐπιτυχεῖν ἀγαθῶν·», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 57,451-452.

Μετάφραση: «Πώς λοιπόν γίνεται να σωθούμε; Λέει. Με το να θέσουμε σ’ εφαρμογή τ’ αντίρροπα φάρμακα, ελεημοσύνη, προσευχές, βαθιά επίγνωση των αμαρτημάτων, μετάνοια, ταπεινοφροσύνη, συντετριμμένη καρδιά, … Διότι έτσι θα μπορέσουμε και συγγνώμη να πετύχουμε για τα πλημμελήματα, και να πετύχουμε τα επαγγελλόμενα αγαθά.»

Βλέπουμε ότι ο Χρυσόστομος την ελεημοσύνη την βάζει πρώτη αρετή απαραίτητη για την σωτηρία.

Και αλλού δηλώνει την υπεροχή της ελεημοσύνης έναντι άλλων αρετών:

            «Καὶ βλέπε τὸ μέγεθος τῆς ἐλεημοσύνης, ὅτι οὐδεμία ἀρετὴ ἐγκρίνεται αὐτῆς. Οὐκ εἶπεν γὰρ, ὅτι “Παρθενίαν δι' ἐμὲ ἐφυλάξατε”· οὐδὲν τούτων εἶπεν. “Ἐπείνασακαὶ ἐδώκατέ μοι φαγεῖν” (Μθ 25,35). Μεγάλη καὶ ἡ παρθενία, καὶ ἡ νηστεία, καὶ αἱ λοιπαὶ ἀρεταί· ἀλλὰ τῆς ἐλεημοσύνης ἔλαττον τυγχάνουσαι.»,

            Μετάφραση:  «Και βλέπε το μέγεθος της ελεημοσύνης, διότι καμιά αρετή δεν συγκρίνεται μ’ αυτήν. Διότι δεν είπε (ο Κύριος στους δικαίους), “Παρθενία τηρήσατε για μένα”. Δεν είπε τίποτα τέτοιο. Αλλ’ είπε, Πείνασα και μου δώσατε να φάω (Μθ 25,35). Μεγάλη είναι και η παρθενία, και η νηστεία, και οι λοιπές αρετές. Αλλά απ’ την ελεημοσύνη είναι υποδεέστερες», Ομιλία για την Ελεημοσύνη και την Παραβολή του Πλουσίου και του Φτωχού Λαζάρου, PG 64,433.

Και ξανά δηλώνει τα ακατόρθωτο της σωτηρίας χωρίς την ελεημοσύνη:

«Ζηλώσωμεν τοίνυν τὴν ἀρετὴν ταύτην, καὶ μάλιστα πάντων τὴν ταπεινοφροσύνην καὶ ἐλεημοσύνην, ὧν ἄνευ σωθῆναι οὐκ ἔνι. … Χωρὶς μὲν γὰρ παρθενίας δυνατὸν ἰδεῖν· χωρὶς δὲ ἐλεημοσύνης ἀμήχανον· τῶν γὰρ ἀναγκαίων τοῦτό ἐστι καὶ συνεχόντων τὸ πᾶν.», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 58,486.

Μετάφραση: «Ας επιδείξουμε ζήλο λοιπόν στην αρετή αυτή, και μάλιστα προ πάντων στην ταπεινοφροσύνη και στην ελεημοσύνη, χωρίς των οποίων δεν είναι δυνατόν να σωθούμε. … Διότι χωρίς παρθενία είναι δυνατόν να δεις σωτηρία. Χωρίς όμως ελεημοσύνη είναι ακατόρθωτο. Διότι αυτό είναι το κυρίως αναγκαίο και σαν μέσο σωτηρίας είναι το παν.»

Βλέπουμε ότι και την παρθενία, δηλ. την ισόβια αγαμία για χάρη του Χριστού την οποία και ο ίδιος ο Χρυσόστομος εφάρμοσε, την θεωρεί κι αυτήν υποδεέστερη απ’ την ελεημοσύνη.

Κι εδώ τονίζει την αξία της ελεημοσύνης και στις 2 Διαθήκες:

«ἀλλὰ τοὺς νόμους ἅπαντας, τοὺς ἐν τῇ Καινῇ, τοὺς ἐν τῇ Παλαιᾷ περὶ ἐλεημοσύνης αὐτῷ κειμένους ἀναγνόντες, πολλὴν ὑπὲρ τοῦ πράγματος τούτου ποιώμεθα τὴν σπουδήν. Τοῦτο γὰρ ἁμαρτίας καθαίρει· Δότε γὰρ ἐλεημοσύνην, καὶ πάντα ὑμῖν ἔσται καθαρά. Τοῦτο θυσίας μεῖζον· “Ἔλεον γὰρ θέλω, καὶ οὐ θυσίαν”.», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 58,508.

Μετάφραση: «αλλά όλους του νόμους που βρίσκονται μέσα στην Καινή Διαθήκη, και μέσα στην Παλαιά περί ελεημοσύνης αν διαβάσουμε, θα πετύχουμε πολλά μαθήματα γι αυτό το πράγμα. Διότι αυτό καθαρίζει αμαρτίες. Δώστε λοιπόν ελεημοσύνη, και όλα θα σας καθαριστούν. Αυτό είναι μεγαλύτερο κι από θυσία. Διότι λέει, “Έλεος θέλω, και όχι θυσία”.».

Αξιοπρόσεκτο επίσης είναι και το παρακάτω απόσπασμα:

            «Μηδεὶς τοίνυν ὑμῶν, παρακαλῶ, ζημιωθῇ τῆς τοιαύτης χάριτος· μηδεὶς τὸ μέγα τοῦτο καὶ ὑπερκόσμιον δῶρον δι' ὀλίγα χρήματα παρίδῃ, μὴ πένης, μὴ πλούσιος, μὴ δοῦλος, μὴ ἐλεύθερος, μὴ σοφὸς, μὴ ἰδιώτης, μὴ ἀνὴρ, μὴ γυνή· ἀλλὰ πάντες, παρακαλῶ, μετὰ προθυμίας ἀγοράσωμεν τὴν τῶν οὐρανῶν βασιλείαν. Καὶ μή μοί τις τῶν πενήτων λεγέτω· Πτωχός εἰμι· αὐτῶν γὰρ πρῶτον ἀναγκαῖον καθάψασθαι, ἐπειδήπερ νομίζουσιν αὐτῶν τὴν ἀπολογίαν εὐπαράδεκτον παρὰ τῷ Θεῷ φαίνεσθαι.».

            Μετάφραση: «Κανείς σας λοιπόν, παρακαλώ, να μην ζημιωθεί αυτής της χάρης. Κανείς να μην παραβλέψει το μέγα τούτο και υπερκόσμιο δώρο για λίγα χρήματα, ούτε φτωχός ούτε πλούσιος, ούτε δούλος ούτε ελεύθερος, ούτε σοφός ούτε απλός πολίτης, ούτε άνδρας ούτε γυναίκα. Αλλά όλοι, παρακαλώ, με προθυμία ν’ αγοράσουμε την βασιλεία των ουρανών. Και μην μου πει κάποιος απ’ τους φτωχούς, ότι, “Είμαι φτωχός”. Διότι αυτούς τους φτωχούς πρώτα πιάνει η εντολή, επειδή ακριβώς νομίζουν ότι αυτή η δικαιολογία φαίνεται παραδεκτή μπροστά στον Θεό.», Περί Ελεημοσύνης, PG 60,747.   

Μαστιγώνει στην κυριολεξία ο Χρυσόστομος με το τελευταίο απόσπασμα, αυτούς που δικαιολογούνται ως φτωχοί για να μην κάνουν ελεημοσύνη, κι ας έχουν λιγότερα από πολλούς άλλους. Βλέπουμε εξάλλου τον Κύριο να επαινεί το αιώνιο παράδειγμα της χήρας με το δίλεπτο, που παρόλη την φτώχεια της, έδωσε όλα τα λίγα λεφτά της για τους άλλους φτωχούς (Μκ 12,41-44, Λκ 21,1-4).

Η παραβολή των 2 οικονόμων και η παραβολή των 10 παρθένων

Εντύπωση επίσης προκαλεί η ερμηνεία του Χρυσόστομου που δίνει στην παραβολή των 10 παρθένων (Μθ 25,1-13).

«Λαμπάδας δὲ ἐνταῦθά φησιν αὐτὸ τὸ τῆς παρθενίας χάρισμα, τὸ καθαρὸν τῆς ἁγιωσύνης· ἔλαιον δὲ, τὴν φιλανθρωπίαν, τὴν ἐλεημοσύνην, τὴν περὶ τοὺς δεομένους βοήθειαν.», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 58,711.

Μετάφραση: «Λαμπάδες εδώ εννοεί αυτό που είναι της παρθενίας χάρισμα, η καθαρότητα της αγιωσύνης. Ενώ το λάδι, εννοεί την φιλανθρωπία, την ελεημοσύνη, την βοήθεια σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη.».

Ποτέ δεν φανταζόμουν τέτοια ερμηνεία για την παραβολή των 10 παρθένων. Και φυσικά ποτέ ο Σιαμάκης που μας παρίστανε τον μεγάλο θεολόγο δεν μας εξήγησε ποτέ την παραβολή αυτή. Γενικά ο Σιαμάκης τα έβρισκε σκούρα σε δύσκολες παραβολές, και τις περνούσε βιαστικά για να μην φανεί η ανεπάρκειά του, ανεπάρκεια όμως που εμείς δεν προσέχαμε οι αφελείς. Διότι βλέπετε, εμείς προσέχαμε τις επιτηδευμένες και ανώφελες γνώσεις του μόνο σε λίγα και συγκεκριμένα θέματα, όπως ο κιναιδισμός των αρχαίων και η τελεστική πορνεία που παρείχαν τα ιερατεία της ειδωλολατρίας, που «έσκαγαν» μπροστά μας σαν πυροτεχνήματα άξια θαυμασμού.

Ο Σιαμάκης δεν πρόσεξε ποτέ ότι η παραβολή των 10 παρθένων που υπάρχει μόνο στο ευαγγελιστή Ματθαίο, εκφωνείται απ’ τον Κύριο αμέσως μετά την παραβολή του καλού και του κακού δούλου, τον οποίο το αφεντικό του τον αφήνει οικονόμο και ουσιαστικό αφεντικό στην θέση του (Μθ 24,45-51). Στην 2η αυτή παραβολή που όμως προηγείται της 1ης όπως είπαμε, καταδικάζεται ο κακός δούλος απ’ το αφεντικό που επιστρέφει ξαφνικά, διότι τον βρήκε να μεθάει και να κακοποιεί τους συνδούλους του. Ενώ αντίθετα επαινείται ο καλός δούλος διότι το αφεντικό του τον βρίσκει να κάνει το καθήκον του απέναντι στους συνδούλους του, τ’ οποίο καθήκον όμως ο Χριστός το περιγράφει χαρακτηριστικά ως εξής, «να τους δίνει την τροφή τους στον καιρό τους», (Μθ 24,45).

Η τελευταία αυτή φράση δίνει ένα σπουδαίο νόημα που φαίνεται να περνάει απαρατήρητο απ’ τους περισσότερους ερμηνευτές, αλλ’ όχι απ’ τον Χρυσόστομο ο οποίος λέει:

«Καὶ γὰρ καὶ σὺ οἰκονόμος εἶ τῶν σαυτοῦ χρημάτων, οὐχ ἧττον ἢ ὁ τὰ τῆς Ἐκκλησίας οἰκονομῶν. Ὥσπερ οὖν ἐκεῖνος οὐκ ἔχει ἐξουσίαν τὰ διδόμενα παρ' ὑμῶν εἰς πένητας ἁπλῶς καὶ ὡς ἔτυχε σκορπίσαι, ἐπειδὴ εἰς πενήτων ἐδόθη διατροφήν· οὕτως οὐδὲ σὺ τὰ σά. … Εἰ γὰρ καὶ πατρῷον διεδέξω κλῆρον, καὶ οὕτως ἔχεις πάντα ἃ ἔχεις· καὶ οὕτω τοῦ Θεοῦ πάντα ἐστίν. Καὶ γὰρ διὰ τοῦτο καὶ παρὰ σοὶ ταῦτα εἴασεν, “ὥστε δοῦναι τὴν τροφὴν αὐτοῖς ἐν καιρῷ”. Τί ἐστιν, ἐν καιρῷ; Τοῖς δεομένοις, τοῖς πεινῶσιν. Ὥσπερ γὰρ σὺ τῷ συνδούλῳ ἔδωκας οἰκονομῆσαι, οὕτω καὶ σὲ ὁ Δεσπότης βούλεται εἰς δέον ταῦτα δαπανᾷν. Διὰ τοῦτο καὶ δυνάμενος αὐτὰ ἀφελέσθαι, ἀφῆκεν, ἵνα ἔχῃς ἀφορμὴν ἀρετὴν ἐπιδείξασθαι· ἵνα ἀλλήλων εἰς χρείαν καταστήσας τὴν πρὸς ἀλλήλους ἀγάπην θερμοτέραν ἐργάσηται.», PG 58,707.

Μετάφραση: «Και διότι και συ είσαι οικονόμος των δικών σου χρημάτων, όχι λιγότερο είναι και ο οικονόμος της Εκκλησίας. Όπως λοιπόν εκείνος δεν έχει εξουσία τα δοσμένα χρήματα από μας προς τους φτωχούς, να τα σκορπάει απλώς και ως έτυχε, επειδή δόθηκαν για την διατροφή των φτωχών. Έτσι και συ δεν έχεις τέτοιο δικαίωμα με τα δικά σου χρήματα. … Διότι κι αν διαδέχθηκες πατρικό κλήρο, κι έτσι έχεις όλα όσα έχεις, και πάλι είναι όλα του Θεού. Γι αυτό έχεις αυτά στην διαχείρισή σου, ώστε να τους δίνεις την τροφή τους στον καιρό τους. Τί σημαίνει στον καιρό τους; Σ’ αυτούς που έχουν ανάγκη, στους πεινασμένους. Όπως λοιπόν εσύ έδωσες την διαχείριση της οικονομίας στον σύνδουλό σου, έτσι και σένα ο Δεσπότης σε θέλει διαχειριστή για να τα δαπανάς εκεί που πρέπει. Γι αυτό και μπορεί να <> τ’ άφησε, για να έχεις αφορμή να επιδείξεις αρετή. Ώστε μεταξύ των εχόντων ανάγκη, να εργάζεται ο Θεός την θερμότερη αγάπη μεταξύ τους.».

Να λοιπόν, ποιός είναι ο καλός και πιστός δούλος ως οικονόμος.

Και στην αμέσως επόμενη παραβολή των 10 παρθένων, είναι πολύ εύστοχη η ερμηνεία του Χρυσοστόμου για το λάδι που φρόντισαν οι 5 φρόνιμες να έχουν, που είναι οι ελεημοσύνες και γενικότερα τα καλά έργα προς τον πλησίον.

Ας ξαναγυρίσουμε όμως στον ευαγγελιστή Ματθαίο, που κλίνει όλο αυτό το θέμα της ελεημοσύνης με την φράση:

«Δεν μπορείτε να υπηρετείτε ταυτόχρονα και τον Θεό και τον μαμωνά.», Μθ 6,24, Λκ 16,13.

Και ο μαμωνάς είναι ο θεός της φιλαργυρίας αλλά και γενικά της αδικίας κι εκμετάλλευσης που πηγάζει απ’ το χρήμα. Γι αυτό και ο θεόπνευστος Λουκάς, αμέσως μετά την παραβολή των 2 αφεντικών, αναφέρει και την παραπάνω φράση για τον μαμωνά, και κατόπιν αναφέρει την αντίδραση των φαρισαίων που «φιλάργυροι ὑπάρχοντες ἐξεμυκτήριζον (= έβγαζαν οργή απ’ τα ρουθούνια τους για) Αὐτὸν.», Λκ 16,14.

Πώς λοιπόν να υπάρχει το αίσθημα της ελεημοσύνης σ’ έναν άνθρωπο, όταν αυτός ελπίζει στα λεφτά του, ή φοβάται μην χάσει τα λεφτά του, ακόμα κι αν είναι λίγα, είναι δηλ. φτωχός (όπως λέει κι ο Χρυσόστομος); Βλέπουμε εξάλλου τον Κύριο να φέρνει το αιώνιο παράδειγμα της χήρας με το δίλεπτο, που παρόλη την φτώχεια της, έδωσε όλα τα λίγα λεφτά της για τους άλλους φτωχούς (Μκ 12,41-44, Λκ 21,1-4).

Αυτός λοιπόν σύμφωνα με τα λόγια του Κυρίου μας, που υπολογίζει στα λεφτά του, δεν λατρεύει τον Θεό αλλά τον διάβολο. Κατ’ επέκταση ο άνθρωπος χωρίς ελεημοσύνη, ή ο άνθρωπος που δεν κάνει ελεημοσύνη με την δικαιολογία ότι είναι φτωχός, δεν είναι άνθρωπος του Θεού, αλλά του διαβόλου. Κι όταν μάλιστα υποκρίνεται τον θεοσεβή, είναι ίδιος με τους φαρισαίους που μισούν τον Χριστό.

Ο Σιαμάκης και η ελεημοσύνη

Τί να πούμε λοιπόν τώρα για τον Σιαμάκη που ισχυριζόταν ότι δεν μπορεί να γράψει ούτε καν ένα μικρό σύγγραμμα για την ελεημοσύνη. Αυτός που παρίστανε πάντα τον μεγάλο φιλόλογο και θεολόγο που έχει την δυνατότητα πρόσβασης σε πολλούς εκκλησιαστικούς συγγραφείς ώστε να συμπεριλάβει και τα σχετικά σχόλιά τους, και να καταφέρει έτσι να γράψει ένα σύγγραμμα μεγαλύτερο απ’ τα συνολικά αποσπάσματα του Χρυσοστόμου. Αλλά ο Σιαμάκης δεν ήθελε να γράψει για την ελεημοσύνη για τους λόγους που θα πούμε παρακάτω.

Ο Σιαμάκης όχι μόνο δεν μιλούσε ποτέ για την ελεημοσύνη, αλλά δεν ήθελε και ποτέ να κάνει ο ίδιος ελεημοσύνη με το πρόσχημα ότι είναι φτωχός! Στην πραγματικότητα όμως είχε χρήματα στην άκρη (μερικά χιλιάρικα ευρώ), και μάλιστα την περίοδο που διαδόθηκε η φήμη ότι μπορεί να φύγει η Ελλάδα απ’ το ευρώ (επί πρωθυπουργίας Σαμαρά), ο Σιαμάκης έτρεξε και τα μετέτρεψε σε δολάρια. Για να μην υποτιμηθούν τα ευρώ του σε ξαφνική αλλαγή στην δραχμή. Αυτό το ήξερα από πρώτο χέρι γιατί μου το είπε ο ίδιος. Αυτός είναι ο Σιαμάκης που έχει το πρόσχημα του φτωχού.

Αλλά τα προσχήματα δεν σώζουν τον Σιαμάκη. Διότι ο βίος του κάθε ανθρώπου είναι φανερός, και με τα λόγια του και με τα έργα του. Ακόμα και οι πολύ υποκριτές και ταλαντούχοι όπως ο Σιαμάκης, που εντυπωσιάζουν με τα πυροτεχνήματα των θεολογικών γνώσεων (γνώσεων όμως χωρίς πνευματική ωφέλεια), κάποτε με την επέμβαση του Θεού αποκαλύπτονται. Έτσι κι αυτός μπορεί να μας ξεγέλασε πολλά χρόνια, αλλά στο τέλος αποκαλύφθηκε. Και το συμπέρασμα που βγάζουμε σήμερα είναι, ότι ο Σιαμάκης δεν πίστεψε ποτέ στην ελεημοσύνη για τον απλούστατο λόγο ότι δεν πίστεψε ποτέ στο κήρυγμα της αγάπης του Χριστού.

Και η συμπεριφορά του Σιαμάκη προς τους μαθητές του – που του έδωσαν αξία και τιμή και σεβασμό και αγάπη, και νόμιζαν ότι τους συμβούλευε για το καλό τους –, ήταν να τους πληρώσει με στυγνό φθόνο και διώξιμο (στυγνός = αυτός που μισεί). Υπήρξε αχάριστος και ανελέητος, διότι ο Σιαμάκης δεν ήθελε μαθητές όπως θέλει κάθε αγνός δάσκαλος του ευαγγελίου, για να τους μεταδώσει το πνεύμα της αγάπης και συγχώρησης του Χριστού. Ο Σιαμάκης ήθελε οπαδούς, ή καλύτερα άβουλους υπηκόους, οι οποίοι θα τον υπάκουγαν τυφλά. Γι αυτό και όποιος δεν υπάκουγε τυφλά στον Σιαμάκη, μισούνταν απ’ αυτόν, έμπαινε στην λίστα των υποψηφίων για διώξιμο, και στην πρώτη και ασήμαντη αφορμή διώκονταν σαν το σκυλί απ’ την ομάδα του Σιαμάκη.

Και πάντα ο Σιαμάκης νόμιζε ότι η ομάδα του ήταν ιδιοκτησία του, αφού το έλεγε κιόλας, ότι «η ομάδα είναι δική μου». Ο αλαζόνας και καταχραστής των ψυχών Σιαμάκης, δεν κατάλαβε ποτέ ότι η ομάδα δεν ήταν δική του αλλά του Χριστού. Κι όπως λέει ένας φίλος και εν Χριστώ αδερφός μου, ο Σιαμάκης μισεί πολύ τον Χριστό και θα ήθελε πολύ να τον τιμωρήσει για την αγάπη και την συγχώρηση που ο Χριστός έδειξε και δίδαξε!

Η διαβολική διαστρέβλωση της αλήθειας

Και για να καταλάβουμε με ποιον διαβολικό τρόπο ο Σιαμάκης καταφέρνει να επιβιώνει ως δάσκαλος του ευαγγελίου μ’ όλη αυτήν την απανθρωπιά που έχει επιδείξει, ας δούμε τώρα ένα φοβερό συμπέρασμα που βγαίνει απ’ το νόημα της ελεημοσύνης.

Εφόσον ο Θεός αποτελεί την κατεξοχήν πηγή του ελέους, κι εμείς με την ελεημοσύνη γινόμαστε ένα με τον Θεό όπως είδαμε, ας θυμηθούμε τί είπε ο διάβολος, ο όφις ο μέγας, ο αρχαίος (Απ 12,9), στην Εύα για να την παραπλανήσει, ώστε να φάει απ’ τον απαγορευμένο καρπό:

«Διότι ήξερε ο Θεός, ότι την ημέρα που θα φάτε απ’ αυτόν τον καρπό, θ’ ανοίξουν τα μάτια σας και θα είστε σαν θεοί», Γε 3,5.

Όμως αφού ο Θεός ήδη προόριζε τον άνθρωπο για την θέωση, ποιό τελικά ήταν το ψέμα του διαβόλου;

Το ψέμα του ήταν η διαστρέβλωση της αλήθειας. Όπως ξέρει ο διάβολος και όλοι οι δαίμονες, ποιό ακριβώς είναι το τέλος που τους περιμένει και για το οποίο φρίττουν, δηλ. το αιώνιο βασανιστήριο (Μθ 8,29), έτσι γνωρίζουν και ποιό είναι το τέλος των δίκαιων και πιστών ανθρώπων, δηλ. η θέωσή τους. Αλλά κυνηγώντας με μανία και λύσσα να κερδίσει έστω και προσωρινά τις ψυχές των ανθρώπων, δεν διστάζει να διαστρεβλώσει την αλήθεια – ώστε να φαίνεται ότι αυτό που ο Θεός έχει σκοπό να το δώσει κάποτε ως τελική δωρεά, και είναι το ύψιστο αγαθό για τους πρωτόπλαστους, δηλ. την θέωση –, και να πλασάρει το ψέμα ότι ο Θεός δεν έχει σκοπό να τους το δώσει, και άρα πρέπει να το πάρουν παράνομα, να το διεκδικήσουν όπως το διεκδίκησε αυτός ως ύπουλος κλέφτης, Έτσι, παρασέρνοντας στην παρανομία και στην ανυπακοή θέλει να το χάσουν και οι άλλοι, όπως το έχει ήδη χάσει αυτός.

Ο διάβολος που χαρακτηρίστηκε απ’ τον Χριστό ως πατέρας του ψεύδους (Ιω 8,44), έχει μια αξεπέραστα πονηρή τακτική να λέει το ψέμα του. Κι αυτή είναι, να παίρνει κομμάτι της αλήθειας και να το διαστρεβλώνει. Αυτό είναι το πιο ύπουλο και πονηρό ψέμα. Κι έτσι, η θέωση που είναι απ’ τον Θεό προορισμένη δωρεά και πνευματική γη της Επαγγελίας, απ’ τον διάβολο διαστρεβλώνεται ως αντικείμενο που πρέπει να κλαπεί γιατί ο Θεός δεν έχει σκοπό να το δώσει!

Τέτοιου είδους ψέμα χρησιμοποιεί και ο Σιαμάκης, ως γνήσιο τέκνο του διαβόλου, και μ’ αυτόν τον τρόπο επιβιώνει. Διαστρεβλώνει την αλήθεια για τους μαθητές του και την παρουσιάζει με τον δικό του ύπουλο και πονηρό τρόπο, για να τους βγάλει κακούς, πόρνους, μοιχούς και παλαβούς. Παίρνει την αγάπη των μαθητών του, και αφού την διαστρεβλώσει, την σερβίρει ως απεχθές τερατούργημα.

Κι όπως ο διάβολος παρέσυρε και συνεχίζει να παρασέρνει τον άνθρωπο στην ανυπακοή και στην απώλεια επειδή μισεί τον άνθρωπο (ἀνθρωποκτόνος, Ιω 8,44) εμπνεόμενος απ’ το φθόνο ότι μπορεί ο άνθρωπος να κερδίσει την εύνοια του Θεού με την υπακοή του, έτσι κι ο Σιαμάκης παριστάνει ότι αγαπάει τους μαθητές του, ενώ στην πραγματικότητα τους μισεί από φθόνο μήπως τον ξεπεράσουν στις θεολογικές γνώσεις. Γι αυτό και δεν ανέχεται θεολογικές αντιρρήσεις στις «ερμηνείες» του, και στα «πρωτότυπα ευρήματά» του. Ούτε ανέχεται τους αδύναμους μαθητές που δείχνουν μερικές φορές αδυναμία και σφάλματα. Διότι κατά τον σκληρό και αυστηρό Σιαμάκη που παριστάνει τον τέλειο δάσκαλο, επιτρέπονται μόνο οι τέλειοι μαθητές. Κι έτσι αυτούς τους τελευταίους και αδύναμους, τους ρίχνει χωρίς έλεος μια κλωτσιά να γκρεμοτσακιστούν.

Έτσι, ο Σιαμάκης ενεργεί με φασιστικό διώξιμο και αισχρές συκοφαντίες για να προστατεύει το πονηρό και αλαζονικό του γόητρο, από τους μαθητές του που εμφανίζουν,

1) αντιρρήσεις, επειδή κινδυνεύει σε κάποιες να μην μπορεί ν’ απαντήσει, κι έτσι εκτίθεται η φήμη του ως του τέλειου θεολόγου του ευαγγελίου, και

2) αδυναμίες, επειδή κινδυνεύει η εικόνα του ως του τέλειου ποιμένα του ευαγγελίου.

Τώρα θα μου πείτε, ποιού ευαγγελίου; Προφανώς του δικού του αιρετικού και χωρίς έλεος ευαγγελίου, και πάντως όχι του Χριστού.

Ο Σιαμάκης όμως δεν σκέφτεται τί τον περιμένει απ’ τον εκδικητή Θεό, που νοιάζεται για την τύχη των προβάτων του, και γι αυτό απειλεί τέτοιου είδους ποιμένες:

«Ω οἱ ποιμένες οἱ διασκορπίζοντες καὶ ἀπολλύοντες τὰ πρόβατα τῆς νομῆς μου. 2 διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος ἐπὶ τοὺς ποιμαίνοντας τὸν λαόν μου· ὑμεῖς διεσκορπίσατε τά πρόβατά μου καὶ ἐξώσατε αὐτὰ καὶ οὐκ ἐπεσκέψασθε αὐτά, ἰδοὺ ἐγὼ ἐκδικῶ ἐφ' ὑμᾶς κατὰ τὰ πονηρὰ ἐπιτηδεύματα ὑμῶν·», Ιερ 23,1-2.

Είναι σίγουρο λοιπόν, ότι ο Κύριος θα εκδικηθεί τον αντίχριστο Σιαμάκη που δεν υπολογίζει το ευαγγέλιο (και όλη την Γραφή) του ελέους του, και θα διεκδικήσει απ’ αυτόν τις ψυχές που επηρεάζει και κρατάει παράνομα, και θα σώσει τα πρόβατά του απ’ τα νύχια αυτού του λύκου.

Και η πρωτόπλαστη Εύα, ή μάλλον ο οποιοσδήποτε άνθρωπος στην θέση της που είναι βέβαιο ότι θα έκανε το ίδιο λάθος να παρασυρθεί, δεν θα έπρεπε να παρασυρθεί, αλλά θα έπρεπε ν’ απαντήσει στο φίδι:

«Δεν υπάρχει λόγος να παρανομήσω για να γίνω θεός. Διότι ο Θεός που μου έδειξε την πλούσια αγάπη και δωρεά του με το να με φτιάξει και να με βάλει στον γήινο παράδεισο της τρυφής για το υλικό σώμα μου, είναι τόσο ελεήμων, που θα μου δώσει στο τέλος και την δωρεά του αιώνιου και άυλου παραδείσου για την ψυχή μου. Και τότε θα γίνω θεός, γιατί θα είμαι ένα με τον Θεό!».

Αντί περίληψης

Το έλεος και η αγάπη του Θεού αποτελούν την αφετηρία του κόσμου. Η διαφορά ανάμεσα στα 2 αυτά, είναι ότι η αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο παραμένει αιώνια και συνεχής, ενώ το έλεός του το δείχνει όταν ο άνθρωπος «πέσει και χτυπήσει» λόγω της αμαρτίας του. Κατ’ ουσία επομένως, το έλεος του Θεού είναι το προϊόν της αγάπης του.

Έτσι κι εμείς σύμφωνα με την εντολή που υπάρχει στις Άγιες Γραφές του, πρέπει να δείχνουμε συνεχή αγάπη μεταξύ μας, και όταν χρειάζεται να δείχνουμε και το έλεός μας στον πλησίον μας όταν αυτός έχει ανάγκη. 

Όπως σωστά αποκρίθηκε ο νομικός στην ερώτηση του Χριστού, «ποιός λοιπόν απ’ τους τρείς νομίζεις ότι είναι ο πλησίον, στον άνθρωπο που έπεσε στα χέρια των ληστών;» (Λκ 10,36), αμέσως μετά την εκφώνηση της παραβολής του Καλού Σαμαρείτη. Κι ο νομικός είπε:

«Ὁ ποιήσας τὸ ἔλεος μετ' αὐτοῦ. = Αυτός που του έδειξε το έλεός του.», Λκ 10,37.  

Και τότε ο Κύριος του είπε:

«Πήγαινε λοιπόν και συ και κάνε το ίδιο.», Λκ 10,37.
Μόνον έτσι λοιπόν θα μοιάσουμε στον Θεό και θα πετύχουμε την ισότητα μ’ Αυτόν και την θέωση. Κι αυτό, πάλι χάριν της αγάπης και του ελέους του.

Τέλος, παραθέτουμε πάλι ένα μικρό κομμάτι απ’ την σπουδαία ομιλία του Χρυσοστόμου, του πιστού αυτού δούλου του Θεού, που μιλάει για την ελεημοσύνη και συνδέει μ’ ένα απίστευτο τρόπο την ελεημοσύνη με τις αντίχριστες ιδιότητες της απανθρωπιάς και της λοιδορίας (=βρισιάς):

«Ταῦτ' οὖν ἅπαντα λογιζόμενοι, καὶ τὴν γλῶτταν χαλινώσωμεν, καὶ τὴν ἀπανθρωπίαν ἐκβάλωμεν, καὶ τὴν χεῖρα πρὸς ἐλεημοσύνην ἐκτείνωμεν, καὶ μὴ χρήμασι μόνον, ἀλλὰ καὶ ῥήμασι παραμυθώμεθα τοὺς δεομένους· ἵνα καὶ τὴν ἀπὸ τῆς λοιδορίας κόλασιν ἐκφύγωμεν, καὶ τὴν ἀπὸ τῆς εὐλογίας καὶ ἐλεημοσύνης βασιλείαν κληρονομήσωμεν, χάριτι καὶ φιλανθρωπίᾳ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν.», Ομιλία στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, PG 57,412.

Μετάφραση: «Αυτά όλα λοιπόν αν σκεφτόμαστε, και την γλώσσα θα χαλιναγωγήσουμε, και την απανθρωπιά θα βγάλουμε, κα το χέρι θ’ απλώσουμε προς ελεημοσύνη, και όχι μόνο με χρήματα, αλλά και με λόγια θα παρηγορήσουμε τους έχοντας ανάγκη. Ώστε να ξεφύγουμε και την κόλαση εξαιτίας της λοιδορίας (βρισιάς), και απ’ την άλλη να κληρονομήσουμε την βασιλεία εξαιτίας της ελεημοσύνης και της ευλογίας (προς τους άλλους), με την χάρη και την φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει η δόξα και το κράτος στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.».

Γνωρίζοντας καλά πλέον την λοιδορία του Σιαμάκη που ο ίδιος έχει την αφροσύνη να προβάλλει, αλλά και την απανθρωπιά και σκληρότητά του, που συμβαδίζουν με την παντελή έλλειψη της ελεημοσύνης (ακόμα και ως ιδέα μέσα του, παρόλα τα υποκριτικά προσχήματά του), είμαστε σίγουροι ότι απ’ το τελευταίο απόσπασμα λείπει μόνο η φωτογραφία του!